Οἱ ἑπτὰ λόγοι τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ
Ἀπ᾿ τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ ἄχραντο σῶμα τοῦ λατρευτοῦ μας Χριστοῦ ξαπλώθηκε πάνω στὸ Σταυρό, μέχρι τὴ στιγμὴ ποὺ ἡ σταυρωμένη ἀγάπη παρέδωσε τὸ πνεῦμα, ἑπτὰ λόγοι βγῆκαν ἀπὸ τὸ γλυκὸ καὶ ἄκακο ἐκεῖνο στόμα του. Καὶ εἶναι δικό μας καθῆκον νὰ ἀκούσουμε καὶ σήμερα μὲ ἱερὸ δέος αὐτοὺς τοὺς λόγους, ὄχι μόνο γιατί εἶναι τὰ τελευταῖα λόγια τοῦ Κυρίου μας, ποὺ πρέπει νὰ τὰ θυμόμαστε συχνά, ἀλλὰ καὶ γιατί ἀποτελοῦν, θὰ ἔλεγε κανείς, τὴν διαθήκη Του, τὴν ἔκφρασι τῆς μεγίστης Του δωρεᾶς πρὸς τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν ἀνακεφαλαίωσι ὅλης της διδασκαλίας Του.
***
Ὁ πρῶτος λόγος ἀκούσθηκε τὶς πρῶτες κιόλας στιγμὲς τῆς σταυρώσεως. Κι ἐνῶ πάνω σὲ κεῖνον τὸν λόφο ἀποκορυφώνεται ἡ ἔσχατη κραιπάλη καὶ μανία τῶν ἀνθρώπων, ποὺ καρφώνουν, βρίζουν καὶ βλασφημοῦν τὸν Ἀναμάρτητο, Ἐκεῖνος ἐκδηλώνει ἀνάμεσα ἀπ᾿ τοὺς φρικτοὺς πόνους τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς Τοῦ τὴν ὑπέρτατη ἀγάπη Του γιὰ τοὺς παραστρατημένους. «ΠΑΤΕΡ, ΑΦΕΣ ΑΥΤΟΙΣ, ΟΥ ΓΑΡ ΟΙΔΑΣΙ ΤΙ ΠΟΙΟΥΣΙ». Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπάντησί Του στὴν ἀνθρώπινη κακία. Στὴν ἄβυσσο τῆς ψυχικῆς πυρώσεως, ἀντιπαρατάσσεται τὸ μεγαλεῖο τῆς θείας συγγνώμης, ποὺ βρίσκει, στὶς τραγικὲς τοῦτες ὧρες, λόγους ἀφέσεως καὶ μεσιτείας γιὰ κείνους πού, ἐκτροχιασμένοι ἀπὸ τὴ μέθη τῆς ἔκδικησεως καὶ τοῦ φθόνου, εἶχαν αὐτοκαταδικασθῆ στὴν ἴδια τὴν ταλαίπωρη συνείδησί τους, τὴν βάναυσα κακοποιημένη. Ὁ πρῶτος λόγος τοῦ Σταυροῦ εἶναι ἡ ἔμπρακτη ἐφαρμογὴ καὶ ἐπικύρωσις τοῦ μοναδικοῦ στὸν κόσμον ὅλο κηρύγματος ποὺ ἀκούσθηκε ποτὲ στὸν πλανήτη μας. Τοῦ κηρύγματος τῆς ἀφειδώλευτης καὶ γνήσιας ἀγάπης πρὸς ὅλους, καὶ πρὸς αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς ἐχθρούς μας. Ἦταν μία δέησι καὶ ἱκεσία, μὲ ἐπίκλησι σὰν ἐλαφρυντικοῦ της ἀγνοίας, ὑπὲρ τῶν διωκτῶν καὶ δημίων Του, ἔτσι γιὰ νὰ ἀντηχεῖ ἔκτοτε σὲ ὅλα τὰ πλάτη καὶ μήκη τῆς γῆς ὁ ἀπόηχός της, ἐμπνέοντος τὶς μυριάδες τῶν χριστιανῶν, ποὺ θὰ ἤθελαν, μιμούμενοι τὸν ἀρχηγό Τους, νὰ δείξουν πὼς μποροῦν νὰ νικοῦν τὸ κακὸ μὲ τὸ καλό, τὴ μοχθηρία μὲ τὴν ἀγάπη, τὸ συμφέρον μὲ τὴν ἀνιδιοτέλεια.
***
Ὁ δεύτερος λόγος τοῦ Σταυροῦ εἶναι ἀπάντησις σὲ μία φωνὴ μετανοίας καὶ πίστεως. Στὴ φωνὴ τοῦ εὐγνώμονος ληστοῦ, ποὺ ἀνοίγει τὰ μάτια τοῦ μπροστὰ στὴν ὑπέρτατη κένωσι τοῦ Θεοῦ μὲ τὶς πραγματικές της διαστάσεις τὴν αἰωνιότητα τῆς Βασιλείας Του. «ΑΜΗΝ, ΛΕΓΩ ΣΟΙ, ΣΗΜΕΡΟΝ MET᾿ ΕΜΟΥ ΕΣΗ ΕΝ ΤΩ ΠΑΡΑΔΕΙΣΩ». Ποιά, ἄραγε, πιὸ αὐθεντικὴ μαρτυρία περιμένουν ν᾿ ἀκούσουν ἢ νὰ βροῦν ποτέ, ὅσοι μὲ δυσπιστία στέκονται μπροστὰ στὴ μεταθανάτια ὀντολογικὴ πραγματικότητα; Καὶ πόσους, ἀλήθεια, θὰ καταδικάση καὶ ἡ μετάνοια ἡ ἔστω ὄψιμος καὶ ἡ πίστις τοῦ ληστοῦ αὐτοῦ, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ παρὰ τὶς κατακτήσεις τοῦ Ἰησοῦ μένουν ἀκόμη ἄπιστοι. Ὢ ναί. Ὅταν τὶς πύλες τοῦ Παραδείσου διασκελίζει πρῶτος ἕνας μέγιστος ἁμαρτωλὸς ἀνανήψας ἐγκαίρως, ποιὸς ἀπὸ μᾶς τοὺς ταλαίπωρους ἁμαρτωλούς της ζωῆς θὰ βρεῖ ποτὲ δικαίωσι γιὰ τὴν ἐμμονή του στὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς πτώσεως; Γιατί τὸ παράδειγμα τοῦ ληστοῦ ὄχι μόνο βεβαιώνει τὴν ὕπαρξι τῆς οὐράνιας Βασιλείας, ἀλλὰ καὶ πείθει πὼς ὅλοι, ἀνεξαιρέτως ὅλοι, ἔχουν δικαίωμα συμμετοχῆς στὴν αἰωνιότητα ἀρκεῖ νὰ τὸ θελήσουν καὶ ἀνάλογα νὰ πράξουν ὅσο εἶναι καιρός.
***
Καθὼς τώρα γιὰ τρίτη φορὰ ἀνοίγει τὸ στόμα Του ὁ Ἐσταυρωμένος ἀφήνει νὰ ξεπηδήσουν λόγοι στοργῆς καὶ προνοίας γιὰ τὴ μητέρα Του. «Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα, ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ: ΓΥΝΑΙ, ΙΔΟΥ Ο ΥΙΟΣ ΣΟΥ. Εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ ΙΔΟΥ Η ΜΗΤΗΡ ΣΟΥ». Καμιὰ μητέρα στὸν κόσμο δὲν ἔδειξε τόση στοργὴ γιὰ τὸ παιδί της, καὶ καμιὰ μητέρα δὲν δέχθηκε τόση στοργὴ ἀπὸ τὸ παιδί της, ὅσο ἡ Παναγία. Κι ἔπρεπε στὶς τραγικὲς τοῦτες ὧρες τῆς μεγάλης Του ὀδύνης νὰ μιλήσει τόσο εὔγλωττα ὁ Ἰησοῦς, γιὰ ν᾿ ἀφήση σὰν παρακαταθήκη σὲ ὅλους μας τὴν ἀνάγκη γιὰ ἰσόβιο σέβας καὶ φροντίδα γιὰ κείνους, ποὺ μᾶς χάρισαν τὴ ζωή.
***
Ὁ τέταρτος λόγος τοῦ Χριστοῦ ἀπ᾿ τὸν Σταυρὸ ἔχει μίαν ἀνείπωτη τραγικότητα καὶ δυσθεώρητο βάθος καὶ πλάτος. «ΘΕΕ ΜΟΥ, ΘΕΕ ΜΟΥ ΙΝΑ ΤΙ ΜΕ ΕΓΚΑΤΕΛΙΠΕΣ;». Αὐτὸς εἶναι ὁ δυσκολότερος λόγος, ποὺ κρύβει μέσα του ὠκεανὸ θεολογίας. Πολλοὶ τὸν ἐξήγησαν σὰν ξέσπασμα ἀπελπισμοῦ. Ἄλλοι σὰν γογγυσμὸ καὶ ἄλλοι σὰν ἀπογνώσεως φωνή. Ὄχι. Ὁ Κύριος δὲν ἐγόγγυσε ὅταν τὸν ἐγκατέλειψαν οἱ φίλοι, οὔτε ὅταν τὸν κατεδίκασαν ἀδίκως, οὔτε ὅταν τὸν ἐμαστίγωσαν. Παραπονεῖται τώρα γιὰ κάτι ποὺ τοῦ κοστίζει ἀκριβά.