Κυριακή τῶν Μυροφόρων
2016-05-14 13:15
Τιμοῦμε καί ἑορτάζουμε σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἐκείνους τούς ἄνδρες καί τίς γυναῖκες, πού ἐκπλήρωσαν πρός τόν νεκρόν Ἰησοῦν τά τελευταῖο τους καθῆκον, νά τόν κατεβάσουν ἀπό τόν Σταυρόν καί νά τόν ἐνταφιάσουν.
Ὁ Χριστός πέθανε ἐπάνω στό Σταυρό σάν κακοῦργος, ἀνάμεσα σέ δύο ληστές. Ἤθελαν οἱ Ἰουδαῖοι μέ αὐτόν τόν τρόπον νά δείξουν, ὅτι ἦταν μεγαλύτερος κακοῦργος, χειρότερος ἀπό τούς δύο ληστές. Τί μεγάλο κακό, τί μεγάλο ἀνοσιούργημα ἔκαναν! Οἱ ἄνθρωποι καταδίκασαν τόν Θεό σέ θάνατο καί ὁ Θεός μᾶς "καταδίκασε" νά εἴμαστε ἀθάνατοι. Μᾶς ἔδωσε ζωή αἰώνια.
Ἔρχεται ὁ Ἰωσήφ, ἀνώτερο μέλος τοῦ Ἑβραϊκοῦ Συνεδρίου καί ζητάει ἀπό τόν Πιλᾶτο τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Μέχρι τώρα ἦταν κρυφός μαθητής τοῦ Κυρίου, ἀλλά τώρα ἀποκαλύπτεται, τά παίζει ὅλα γιά ὅλα. Γράφει τό ἱερό Εὐαγγέλιο, τολμήσας εἰσῆλθε πρός Πιλᾶτον. Τόλμησε νά παρουσιασθεῖ ἐνώπιον τοῦ Πιλάτου. Ἦταν πολύ τολμηρό καί ριψικίνδυνο αὐτό πού ἔκανε. Ὅποιος ἔδειχνε συμπάθεια στόν κατάδικο Χριστό, κινδύνευε καί ὁ ἴδιος. Ὅλο τό κλῖμα ἦταν πολύ ἀρνητικό. Σκεφθεῖτε, ὅτι οἱ ἕνδεκα μαθηταί κρυβόντουσαν διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων. Δέν τολμοῦσαν νά ξεμυτίσουν. Ὅποιος ἔπεφτε στά χέρια τους, λίγο-πολύ θά εἶχε τήν ἴδια τύχη.
Ὅμως ὁ Ἰωσήφ τό πῆρε ἀπόφαση. Δέν φοβήθηκε τίποτε. Αὐτό, ἡ ταφή δηλαδή, ἔπρεπε νά γίνει. Γι᾿ αὐτό ἀψηφᾶ τά πάντα καί μπαίνει στό διοικητήριο τοῦ Πιλάτου. Ζητάει, χωρίς νά φοβηθεῖ, ζητάει ἐπιμόνως, ἀπαιτεῖ τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Καί μαζί μέ αὐτόν ἔρχεται καί ὁ Νικόδημος, πού καί αὐτός ἦταν μαθητής τοῦ Μεγάλου Διδασκάλου, φέρνοντας ἀρώματα περίπου ἑκατό λίτρα.
Ὅταν ὅλοι τόν ἀρνήθηκαν καί τοῦ γύρισαν τήν πλάτη, οἱ δύο αὐτοί ἄνδρες διέσωσαν τήν ἀξιοπρέπεια ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας. Ἀγάπησαν τόν Χριστό, τόν πίστεψαν καί τώρα ἦρθε ἡ ὥρα νά τό ἀποδείξουν ἔμπρακτα.
Ἔτσι μᾶς δίνουν τό μάθημα τῆς τόλμης. Νά μή δειλιάζουμε νά φανερώνουμε τίς θρησκευτικές μας πεποιθήσεις. Ὅταν οἱ ἄλλοι δέν ντρέπωνται νά διαλαλοῦν τίς ἁμαρτίες τους καί τήν ἀπιστία τους, γιατί ἐμεῖς νά διστάζουμε νά ὁμολογήσουμε τήν πίστη μας στόν ἀληθινό Θεό; Οἱ δύο αὐτοί ἅγιοι ἄνδρες μᾶς διδάσκουν νά μή φοβώμαστε, ἀλλά νά ὑψώνουμε τήν φωνή μας, ὅταν τό κακό θριαμβεύει, ὅταν διώκεται ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία του. Νά τολμοῦμε μέ σύνεση καί θάρρος, χωρίς νά φοβώμαστε στίς ἀντιδράσεις καί τό κόστος.
Ἡ ταφή ἔγινε βιαστικά. Πρῶτον γιά νά μή φέρουν ἐμπόδια οἱ Ἰουδαῖοι. Μήπως πιέσουν τόν Πιλᾶτο καί ἀνακαλέσει τήν ἀπόφασή του. Τούς σταυρωμένους συνήθως δέν τούς ἔθαβαν. Τούς τιμωροῦσαν ἀκόμη καί μετά θάνατον. Τούς ἄφηναν πάνω στό σταυρό, γιά νά τούς κατασπαράξουν τά ὄρνεα καί τά ἄγρια θηρία.
Δεύτερον, ἦταν ἀπόγευμα τῆς Παρασκευῆς. Ἀπό τό ἡλιοβασίλεμα ἄρχιζε ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου καί αὐτοί σάν καλοί Ἑβραῖοι θά ἔπρεπε νά σταματήσουν κάθε ἐργασία τους. Πόσο πολύ πρέπει νά μᾶς διδάξει καί αὐτή τους ἡ ἐνέργεια! Νά τηροῦμε χωρίς παρεκκλίσεις τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς νά τηροῦμε σωστά καί μέ ἀκρίβεια τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς. Λόγῳ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, μετέφεραν οἱ ἴδιοι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι τήν ἀργία τοῦ Σαββάτου τήν Κυριακή.
Αὐτά γιά τούς δύο ἄνδρες. Ὅμως, ὅπως εἴπαμε ἔχουμε καί γυναῖκες ἡρωίδες, τίς ἅγιες Μυροφόρες. Παρακολούθησαν ὅλα τά γενόμενα στόν Γολγοθᾶ. Εἶδαν τήν σταύρωση καί τήν θεόσωμη ταφή. Κατόπιν ἔτρεξαν νά ἑτοιμαστοῦν. Πρίν βασιλέψει ὁ ἥλιος, ἀγόρασαν τά ἀρώματα, πού τούς ἦταν ἀπαραίτητα καί κατά τήν ἐντολήν (τῆς ἀργίας) ἡσύχασαν, μᾶς λέει τό Εὐαγγέλιο. Ὅσο κρατοῦσε ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου καί αὐτές, σάν θεοφοβούμενες, δέν ἔκαναν τίποτε. Τήν Κυριακή ὅμως πολύ ἐνωρίς, ἀκόμη ἦταν σκοτάδι, πῆραν τόν δρόμο γιά τόν τάφο, γιά νά ἀλείψουν μέ ἀρώματα τό πανάχραντο σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, ὅπως συνήθιζαν οἱ Ἰουδαῖοι νά κάνουν.
Δέν φοβοῦνται τό σκοτάδι, τήν ἐρημιά, δέν ὑπολογίζουν τούς ἄγριους στρατιῶτες, πού φυλάσσουν τόν τάφο καί εἶχαν τήν ἐντολή νά χτυπήσουν ὅποιον πλησίαζε ἐκεῖ. Ἕνα μόνο σκέφτονται, πῶς αὐτές, γυναῖκες ἀνίσχυρες, πῶς θά παραμερίσουν τόν μεγάλο λίθο, πού ἔφραζε τήν εἴσοδο τοῦ μνημείου; Ἀλλά τί εἶπαν; Πᾶμε καί ὁ Θεός βοηθός. Ἀσφαλῶς σέ κάθε καλό μας ἔργο ἔχουμε τόν Θεό βοηθό καί συμπαραστάτη. Νά τό πιστεύουμε καί νά ἐλπίζουμε σ᾿ αὐτό. Ἄν εἴμαστε χριστιανοί, ὀφείλουμε νά ζοῦμε μιά ζωή ἄξια τοῦ Χριστοῦ.
Πρέπει νά γνωρίζουμε, ὅτι οἱ στρατιῶται ἦσαν δέκα ἕξι. Τέσσερις τετράδες. Μία τετράδα ἀναπαυόταν καί οἱ ἄλλες τρεῖς φρουροῦσαν ἄγρυπνοι. Ὅποιος δέν ἐκτελοῦσε σωστά τό καθῆκον του, θά εἶχε αὐστηρότατες κυρώσεις. Στήν περίπτωση αὐτή ἡ ποινή ἦταν μία: Ἡ σταύρωση. Μετά ἀπό αὐτό ποιός στρατιώτης μποροῦσε νά κοιμηθεῖ; Ποιόν θά ἔπιανε ὁ ὕπνος; Πῶς μέ τέτοιες προϋποθέσεις θά πήγαιναν οἱ μαθηταί καί θά ἔκλεβαν τόν Χριστό; Ἐκεῖνοι οἱ δειλοί μποροῦσαν νά τά βάλουν μέ ὁλόκληρη κουστωδία;
Ἡ ἀνδρεία λοιπόν καί τῶν γυναικῶν αὐτῶν εἶναι ἀξιοπρόσεκτη καί εἶναι ἀπαραίτητο νά γίνει ἀξιομίμητη. Μᾶς λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι γιά νά συναντηθοῦμε μέ τόν ἀναστάντα Κύριο, πρέπει νά καλλιεργήσουμε τίς δύο μεγάλες ἀρετές, τήν ἀνδρεία καί τήν φρόνηση. Οἱ ἅγιες Μυροφόρες ἔλαβαν τόν μισθό ἀνδρείας καί τῆς φιλοθεΐας τους.
Ὅπως τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ δέν τήν πληροφορήθηκαν οἱ μεγάλοι γῆς καί οἱ πλούσιοι, ἀλλά οἱ ταπεινοί καί ἁπλοί βοσκοί, ἔτσι τό γεγονός τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ δέν τό ἔμαθαν οἱ ἰσχυροί καί οἱ ἀξιωματοῦχοι, οὔτε κἄν αὐτοί οἱ ἀπόστολοι. Τό ἄκουσαν πρῶτες οἱ μυροφόρες γυναῖκες. Αὐτές πρῶτες εἶδαν τόν ἄγγελο καί τό κενό μνημεῖο. Αὐτές ἔλαβαν τήν πληροφορία, ὅτι ἀνέστη ὁ Κύριος. Αὐτές πρῶτες εἶχαν τήν μεγάλη τιμή νά δοῦν τόν ἀναστημένο Χριστό. Ἔτσι ἔγιναν οἱ εὐαγγελίστριες τῶν Εὐαγγελιστῶν, οἱ ἀπόστολοι τῶν ἀποστόλων, οἱ διδάσκαλοι τῶν διδασκάλων.
Ἀγαπητοί μου,
Ἡ γενναιότητα δέν κάνει διάκριση φύλων. Ὁ Χριστός ἐμπνέει τό ἴδιο ἄνδρες καί γυναῖκες. Οἱ ἄνδρες ἄς ἀτενίζουν στούς δύο τολμηρούς ἁγίους Ἰωσήφ καί Νικόδημο. Οἱ γυναῖκες ἄς ἔχουν ὑπ᾿ ὄψι τους τίς ἅγιες ἡρωΐδες Μυροφόρες. Ὅλοι, ἄνδρες καί γυναῖκες, νά προχωροῦμε ἀτρόμητοι στήν ἐπιτέλεση τῶν χριστιανικῶν μας καθηκόντων.