Κυριακή ΙΕ' Λουκᾶ
Ἡ ἱστορία τοῦ Ζακχαίου τοῦ ἀρχιτελώνη, πού μᾶς διηγήθηκε σήμερα ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, εἶναι ἀπό τίς πλέον γνωστές ἀλλά καί ἀπό τίς πλέον χαρακτηριστικές του τρόπου μέ τόν ὁποῖο ὁ Χριστός, ὡς Θεάνθρωπος, ἀντιμετωπίζει τόν ἄνθρωπο, μέ γνώμονα τήν σωτηρία καί τή διόρθωσή του.
Ἔμαθε ὁ Ζακχαῖος ὅτι ὁ Χριστός θά βρισκόταν στήν Ἱεριχῶ καί ἤθελε νά Τόν δεῖ. Ὡστόσο, ἀπό τή μία τό πλῆθος πού εἶχε μαζευτεῖ στό δρόμο καί ἀπό τήν ἄλλη τό ἰδιαίτερα μικρό ὕψος του, τόν ἐμπόδιζαν νά ἐκπληρώσει τήν ἐπιθυμία του. Ἀνέβηκε τότε ἐπάνω σέ μία συκομωρέα, γιά νά δεῖ τόν Διδάσκαλο πού θά περνοῦσε ἀπό ἐκεῖ. Ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἔφτασε στό σημεῖο ἐκεῖνο, ἀνασήκωσε τό βλέμμα Του καί τοῦ εἶπε: "Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα, γιατί σήμερα θά μείνω στό σπίτι σού". Ὅλοι δυσαρεστήθηκαν πού ὁ Διδάσκαλος ἐπρόκειτο νά καταλύσει στό σπίτι ἑνός ἁμαρτωλοῦ, ὅμως τότε ἀκριβῶς ὁ Ζακχαῖος ἐκφράζει καί δημοσιοποιεῖ τήν ἀλλαγή πού συντελέστηκε μέσα του: "ὁρίστε, Κύριε", λέει, "δίνω τή μισή περιουσία μου στούς φτωχούς, καί ὅποιον τυχόν ἀδίκησα τοῦ τό ἐπιστρέφω στό τετραπλάσιο". Καί ὁ Χριστός, ἀπαντώντας τόσο στόν συνομιλητή Τοῦ ὅσο καί στούς ἀνθρώπους πού δυσανασχέτησαν, ἀποκρίνεται: "σήμερα πραγματοποιήθηκε σωτηρία σέ τοῦτο τό σπίτι, καθότι καί αὐτός εἶναι παιδί τοῦ Ἀβραάμ. Γιατί ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἦλθε στή γῆ νά ἀναζητήσει καί νά σώσει τό χαμένο προβατο".
Μέσα ἀπό τή διήγηση αὐτή, καί πέρα ἀπό τό γεγονός τῆς μεταστροφῆς τοῦ Ζακχαίου ἔπειτα ἀπό τή συνάντησή του μέ τό Χριστό, βλέπουμε πολύ χαρακτηριστικά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἀντιμετωπίζουν οἱ ἄνθρωποι τόν "ἁμαρτωλό" ἄνθρωπο, καί τήν ἐκ διαμέτρου ἀντίθετη στάση τοῦ Ἰησοῦ. Καί τοῦτο, διότι οἱ ἄνθρωποι κρίνουμε τόν πλησίον μας ἀνάλογα μέ τά ἐξωτερικά του στοιχεῖα, ἀνάλογα μέ τούς λόγους καί μέ τίς πράξεις του, καί ἔχουμε τήν τάση νά κρεμᾶμε στούς ἄλλους τήν ταμπέλα τοῦ "ἁμαρτωλού", συχνά θέλοντας ἐνδόμυχα καί ἀσυναίσθητα νά δικαιώσουμε τούς ἑαυτούς μας καί νά νιώσουμε ὅτι ὑπερτεροῦμε τῶν ἄλλων. Ἀγανακτοῦμε ἑπομένως, ὅπως καί οἱ ἄνθρωποι τῆς σημερινῆς περικοπῆς, ὅταν ἕνας "ἁμαρτωλός" τολμᾶ νά προσεγγίσει τό Χριστό, νά εἰσέλθει στήν Ἐκκλησία, νά ταράξει τήν τάξη πού ἔχουμε βάλει στή ζωή μας καί νά ὑπερβεῖ τό ὅριο ἀνάμεσα στούς "ἐνάρετους" καί τούς "ἁμαρτωλούς", ὅριο τό ὁποῖο ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἔχουμε θέσει σύμφωνα μέ τίς δικές μας ἀντιλήψεις.
Ὁ Χριστός ὅμως δέν διακρίνει κανένα. Οὐδέποτε ἀποκάλεσε κάποιον "ἁμαρτωλό", οὔτε καν τόν ληστή πού σταυρώθηκε μαζί Του. Γιατί, ὅπως ὁ Ζακχαῖος εἶναι παιδί τοῦ Ἀβραάμ, κατά τόν ἴδιο τρόπο ὅλοι μας εἴμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς περιβάλλει μέ τήν ἴδια ἀγάπη, τόσο τούς δίκαιους ὅσο καί τούς ἁμαρτωλούς, καί δέν ἀπορρίπτει κανέναν, ἀλλά ἐνεργεῖ πάντοτε μέ γνώμονα τή σωτηρία μας, τήν ἐπιστροφή μας δηλαδή στήν ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ καί τήν ἔξοδό μας ἀπό τά σκληρά δεσμά τοῦ προσωπικοῦ μας ἐγωισμοῦ. Ὁ Χριστός δέν βλέπει τό ἔξωθέν του ἀνθρώπου, δέν ἑστιάζει στήν ἁμαρτία, δέν κατακρίνει κανένα, δέν ἀπορρίπτει κανένα, ἀλλά ἑστιάζει στό ἔσωθεν, στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, στήν προοπτική της σωτηρίας, στήν δυνατότητα τῆς μετάνοιας, στήν ἀποκατάσταση τῆς ζημιᾶς πού ἠθελημένα ἤ ἄθελά μας ἔχουμε προξενήσει στόν ἑαυτό μας ἀλλά καί στούς γύρω μας. Καί γιά τόν λόγο αὐτό μας ἀγκαλιάζει ὅλους, μᾶς δέχεται κοντά Του, μᾶς παρέχει τήν συγγνώμη καί μᾶς ἀλλάζει ἀπό μέσα πρός τά ἔξω, μέ ἕναν τρόπο πού συχνά δέν εἶναι ἄμεσα ὁρατός ἀπό τούς ἄλλους γύρω μας, ἀλλά θέλει χρόνο ἀρκετό γιά νά φανεῖ, γιά νά διαλύσει τόσο τή δυσπιστία τῶν ἀνθρώπων, ὅσο καί τήν κατάκριση ἐναντίον μας.
"Δεν ἦλθα νά κρίνω τόν κόσμο, ἀλλά γιά νά σώσω τόν κόσμο"(Ἰω. 12,47) θά μᾶς πεῖ ὁ Χριστός. Δυστυχῶς, ἐμεῖς πού θέλουμε νά θεωροῦμε τούς ἑαυτούς μᾶς καλούς χριστιανούς, συχνά κρίνουμε καί κατακρίνουμε τούς συνανθρώπους μας, θέτουμε φραγμούς καί ὅρια, βλέπουμε μέ περιφρόνηση καί πολλές φορές μέ ἀηδία τούς "ἁμαρτωλούς", ξεχνώντας ὅτι καί μόνο μέ αὐτή τή συμπεριφορά μᾶς πέφτουμε στήν μεγαλύτερη ἁμαρτία, αὐτή τῆς ὑπερηφάνειας, πού μέ τόσο χαρακτηριστικό τρόπο ὁ Χριστός καυτηρίασε στήν παραβολή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου. Ναί, ὁ κόσμος πάντοτε συμπεριφέρεται καί θά συμπεριφέρεται κρίνοντας καί κατακρίνοντας τούς ἄλλους. Ἡ δική μας στάση ὅμως δέν μπορεῖ παρά νά ἐναρμονίζεται μέ τή στάση τοῦ Χριστοῦ, δέν μπορεῖ παρά νά κινεῖται πρός τήν κατεύθυνση τῆς ἀγάπης, τῆς ἀποδοχῆς, τῆς συγγνώμης. Αὐτός εἶναι ὁ μοναδικός δρόμος πού θά μᾶς ὁδηγήσει στήν κοινωνία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Διαφορετικά, ὅσο "καθαροί" καί ὅσο "ἐνάρετοι" καί ἄν εἴμαστε, ἄν δέν ἔχουμε τήν καρδιά μᾶς γεμάτη ἀπό ἀγάπη πρός τόν πλησίον πρῶτα κι ἔπειτα πρός τόν Θεό, θά εἴμαστε ἄνθρωποι κενοί, ὑποκριτές, χωρίς κανένα πνευματικό ὄφελος, μονάδες δυστυχεῖς μέσα στήν ἀπομόνωση τῆς "καθαρής" μᾶς ἐξωτερικῆς ἐμφάνισης.
--- Πηγή: Ἁπλά καί Ὀρθόδοξα: https://xerouveim.blogspot.gr