Κυριακή Ἐ' τοῦ Ματθαίου
Τό περιστατικό τῆς θεραπείας δύο δαιμονισμένων μᾶς διηγεῖται σήμερα ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος, οἱ ὁποῖοι κατοικοῦσαν σέ μνήματα, ἔξω ἀπό τήν πόλη τῶν Γαδαρηνῶν, καί ἀποτελοῦσαν κίνδυνο γιά τούς διερχόμενους ταξιδιῶτες. Μόλις εἶδαν τόν Χριστό, φώναξαν: "Τί ἔχεις μαζί μας, Ἰησοῦ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ; ἦρθες ἐδῶ πρόωρα γιά νά μᾶς βασανίσεις;". Ἦταν τά δαιμόνια πού μιλοῦσαν, καί παρακαλοῦσαν τόν Χριστό, ἄν τά διώξει, νά τούς ἐπιτρέψει νά πᾶνε στό κοπάδι τῶν χοίρων πού ἔβοσκε ἐκεῖ κοντά. "Πηγαίνετε", τούς λέει ὁ Ἰησοῦς, καί ἀμέσως ἄφησαν τούς ἀνθρώπους καί πῆγαν στούς χοίρους, καί ὁλόκληρο τό κοπάδι ἔπεσε στή θάλασσα καί ἀφανίστηκε στά νερά. Τότε οἱ βοσκοί τῶν χοίρων γύρισαν στήν πόλη καί διηγήθηκαν ὅσα εἶχαν συμβεῖ. Καί σύσσωμος ὁ λαός βγῆκε ἀπό τήν πόλη ὄχι γιά νά ὑποδεχτεῖ τόν Χριστό, ἀλλά γιά νά Τόν παρακαλέσει νά φύγει ἀπό τά σύνορά τους, ὅπως καί ἔγινε.
Ἡ περικοπή αὐτή περιέχει δύο παράδοξα καί ἀλληλοσυγκρουόμενα γεγονότα. Ἀπό τή μία μεριά, οἱ δαίμονες ἀναγνωρίζουν τήν θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί Τόν παρακαλοῦν νά τούς λυπηθεῖ, ἐνῶ ἀπό τήν ἄλλη, οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως ἀρνοῦνται νά Τόν δεχτοῦν. Τά δαιμόνια δέν μποροῦν νά μήν ἀναγνωρίσουν ὅτι μπροστά τους βρίσκεται ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, γί αὐτό καί τρέμουν τήν δίκαια κρίση Του. Τόν παρακαλοῦν νά μήν
τά στείλει ἀπό τώρα στό αἰώνιο σκοτάδι, ἀλλά νά τούς ἐπιτρέψει νά μποῦν στήν ἀγέλη τῶν χοίρων. Τόν παρακαλοῦν γιατί, ὅπως χαρακτηριστικά φαίνεται μέσα ἀπό τήν ἱστορία τοῦ Ἰώβ, δέν ἔχουν καμία ἐξουσία ἐπάνω στήν κτίση, οὔτε βέβαια ἐπάνω στούς ἀνθρώπους, ἄν δέ τό ἐπιτρέψει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος προσβλέπει καί ἀποσκοπεῖ στή σωτηρία μας. Ἔτσι ὁ Χριστός τό ἐπιτρέπει, θέλοντας νά δείξει σέ ὅλους ὅτι ἐκεῖ πού ἐνεργοῦν τά δαιμόνια, τά ἀποτελέσματα εἶναι καταστροφικά καί πολλές φορές θανάσιμα, τόσο γιά τήν ψυχή ὅσο καί γιά τό σῶμα.
Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, παρά τήν τόσο συγκλονιστική ἀποκάλυψη τῆς θεότητας τοῦ Ἰησοῦ, παρά τό θαῦμα τῆς θεραπείας τῶν δύο δαιμονισμένων, ὁ λαός τῆς πόλης ἀντί νά δεχτεῖ τόν Χριστό, ὅπως ἄλλοτε οἱ Σαμαρεῖτες, Τοῦ ζητᾶνε νά ἐγκαταλείψει τά ὅρια τῆς πόλης τους. Ἀντί νά Τοῦ ζητήσουν νά τούς βοηθήσει θεραπεύοντας τούς ἀσθενεῖς, ὅπως συνέβαινε σέ κάθε τόπο ἀπό τόν ὁποῖο περνοῦσε, Τοῦ ζητᾶνε νά φύγει χωρίς χρονοτριβῆ. Ἡ στάση τούς αὐτή δέν μπορεῖ νά ἑρμηνευτεῖ, παρά ὡς γεγονός πνευματικῆς τύφλωσης καί ἀναλγησίας. Παρόλο πού ἔχουν μπροστά τους τό θαῦμα, ἀδυνατοῦν νά πιστέψουν στόν Χριστό. Φαίνεται πώς πιό πολύ τους ἐνόχλησε ὁ χαμός τῶν χοίρων, τῶν ὁποῖον σημειωτέον ἡ ἐκτροφή ἀπαγορευόταν ἀπό τό Μωσαϊκό νόμο, ἀντί νά τούς συνετίσει καί νά τούς ὁδηγήσει σέ μετάνοια. Μέ τόν τρόπο πού συμπεριφέρονται ἀποδεικνύουν ὅτι μπορεῖ νά μήν διακατέχονται ἀπό δαιμόνια, ἀλλά εἶναι συντεταγμένοι μέ τά ἔργα τοῦ σκότους, εἶναι συμβιβασμένοι μέ τήν ἁμαρτία καί τήν ἀνομία, καί δέν ἐπιθυμοῦν τήν πνευματική τους θεραπεία, οὔτε νά ἀλλάξουν τρόπο ζωῆς. Διότι, ἄν δέχονταν τόν Χριστό στήν πόλη τους, ἄν Τόν δέχονταν στήν καρδιά τους, ἔπρεπε νά μετανοήσουν καί νά ἀκολουθήσουν τήν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου.
Μή μᾶς ξενίζει ὅμως τό παράδειγμα τῶν Γαδαρηνῶν. Ἀκοῦμε συχνά γύρω μας ἀνθρώπους νά λένε, "ἄν δέν δῶ ἕνα θαῦμα, δέν πιστεύω", οἱ ὁποῖοι στήν οὐσία ἀναζητοῦν ἄλλοθι γιά τήν δική τους ἀπιστία ἔναντί του Θεοῦ. Παρόλο πού τό θαῦμα προϋποθέτει τήν πίστη, ὅπως βλέπουμε σέ ὅλα ὅσα ἔκανε ὁ Χριστός, ὑπάρχουν ὡστόσο περιπτώσεις θαυμάτων, σάν τό σημερινό, πού προσφέρονται γιά ἐκείνους πού θέλουν νά ἐνισχύσουν τήν πίστη
τους. Κι ὅμως, ἀκόμα κι ἄν συμβεῖ στούς ἴδιους, στήν πραγματικότητα δέν εἶναι διατεθειμένοι νά πιστέψουν, γιατί δέν εἶναι διατεθειμένοι νά ἀλλάξουν τρόπο ζωῆς. Καί γιά τόν λόγο αὐτό, ἐπειδή δέν μποροῦν πλέον νά δικαιολογηθοῦν, ἀρνοῦνται τόν ἴδιο τό Χριστό καί Τόν ἐξορίζουν ἐντελῶς ἀπό τή ζωή τους.
Ἀλλά καί στή δική μας, χριστιανική καθημερινότητα, συχνά δημιουργοῦμε στεγανά, εἴτε στόν "προσωπικό" εἴτε στόν ἐργασιακό μας χῶρο, ἀπό τά ὁποία θεωροῦμε ὅτι μποροῦμε νά περιορίσουμε τόν Χριστό καί νά συμπεριφερθοῦμε ὅπως οἱ ἄλλοι τῶν ἀνθρώπων. Αὐτός εἶναι καί ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους πειρασμούς τῆς ἐποχῆς μας, τό νά θεωροῦμε δηλαδή ὅτι τά θρησκευτικά μας καθήκοντα ἀρχίζουν καί τελειώνουν μέσα στό Ναό, εἴτε τίς στιγμές πού μόνοι μας προσευχόμαστε. Καί ὅλες τίς ἄλλες ὧρες, σάν τούς Γαδαρηνούς, ἐπιδιδόμαστε σέ ἀσχολίες ἀπό τίς ὁποῖες ἀπουσιάζει τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
Ἄς προσέξουμε, λοιπόν, τούς ἑαυτούς μας, ἐνῶ μέσα στό Ναό δοξολογοῦμε τόν Θεό, βγαίνοντας ἀπό ἐδῶ
νά μή γίνουμε σάν τούς ἀφιλόξενους καί ἀντίθεους ἀνθρώπους τῆς σημερινῆς περικοπῆς.
--- Πηγή: Ἁπλά καί Ὀρθόδοξα