Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου
2025-02-13 21:04
Ἀπὸ τὴν περασμένη Κυριακὴ ἔχουμε εἰσέλθει στὴν κατανυκτικὴ περίοδο τοῦ Τριωδίου, καὶ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τις τρεῖς Κυριακὲς ποὺ προηγοῦνται τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς μᾶς προετοιμάζει προβάλλοντας τὶς τρεῖς μεγάλες ἀρετὲς ποὺ συνιστοῦν τὴν πνευματική μας ζωή. Τὴν περασμένη Κυριακή, μέσα ἀπὸ τὴν παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, εἴδαμε τὴ σημασία τῆς ταπεινώσεως. Σήμερα, μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου υἱοῦ, τονίζεται ἡ σημασία τῆς μετανοίας, ἐνῷ τὴν ἐρχόμενη Κυριακὴ θὰ μᾶς ὑπομνήσει τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης καὶ τῆς φιλανθρωπίας.
Ἡ παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου, γνωστὴ καὶ προσφιλὴς σὲ ὅλους μας, ἀναφέρεται στὸν μικρότερο ἀπὸ δυὸ ἀδελφούς, ποὺ ζήτησε ἀπὸ τὸν πατέρα του τὸ μερίδιο τῆς περιουσίας ποὺ τοῦ ἀναλογοῦσε καὶ ἀναχώρησε νὰ βρεῖ τὴν τύχη του. Ἐπὶ μακρὸ χρονικὸ διάστημα διασκέδαζε σπαταλῶντας τὴν περιουσία, καὶ κάποια στιγμή, ὅταν ἔμεινε φτωχός, ἐγκαταλείφθηκε ἀπὸ τοὺς "φίλους" του καὶ κατέληξε νὰ βόσκει χοίρους προκειμένου νὰ μὴν πεθάνει ἀπὸ τὴν πεῖνα. Τότε ἀναλογίστηκε τὸ λάθος ποὺ ἔκανε καὶ πῆρε τὴν ἀπόφαση νὰ ἐπιστρέψει μετανιωμένος στὸν πατέρα του, ἐλπίζοντας νὰ τοῦ δώσει μιὰ θέση ἀνάμεσα στοὺς δούλους του. "Πατέρα μου, ἁμάρτησα στὸ Θεὸ καὶ σὲ σένα", τοῦ εἶπε, "καὶ δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ ὀνομάζομαι γιός σου. Σὲ παρακαλῶ νὰ μὲ δεχτεῖς σὰν ἕνα δοῦλο σου". Ὁ πατέρας του ὄχι μόνο τὸν δέχτηκε, ἀλλὰ τὸν ἀποκατέστησε ὡς υἱό του καὶ ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς ὑπηρέτες του νὰ ἑτοιμάσουν γιορτὴ γιὰ τὴν ἐπιστροφή του καὶ νὰ σφάξουν "τὸν μόσχο τον σιτευτό". Ὅταν ἐπέστρεψε ὁ μεγαλύτερος γιὸς στὸ σπίτι καὶ ἔμαθε γιὰ τὴ γιορτή, δυσανασχέτησε ποὺ ὁ πατέρας του δέχτηκε μὲ τέτοιο τρόπο τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ἄσωτο υἱό. Καὶ ὁ πατέρας του ἀπαντᾶ ὅτι ἦταν ἐπιβεβλημένη ἡ χαρὰ καὶ ὄχι ἡ ἐπίπληξη ἢ ἡ τιμωρία, γιατί ὁ υἱός του ἦταν νεκρὸς καὶ ἀναστήθηκε, ἦταν χαμένος καὶ εὑρέθη.
Μὲ τὴν παραβολὴ αὐτή, ὅπως καὶ μὲ ἐκείνη τῆς χαμένης δραχμῆς ποὺ ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς προτάσσει τῆς σημερινῆς, ὁ Χριστὸς μᾶς δείχνει ἀλλὰ καὶ μᾶς ὑπενθυμίζει τὴ μεγάλη σημασία τῆς μετανοίας καὶ τῆς συγγνώμης. Ἔχει παγιωθεῖ, δυστυχῶς, μέσα μας ἡ ἐντύπωση πὼς ἅμα κάνουμε κάποιο λάθος, ἡ ζημιὰ εἶναι ἀνεπανόρθωτη, ὅτι τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ὅπως πρῶτα. Αὐτὴ ἡ ἰδέα ὄχι μόνο ἔχει κυριεύσει τὴ σκέψη μας, ἀλλὰ καθορίζει καὶ τὴ ζωή μας σὲ τέτοιο βαθμὸ ποὺ ἐγκλωβιζόμαστε καὶ δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε βήματα πνευματικῆς προόδου: θεωροῦμε ἀπὸ τὴ μιὰ τὶς ἁμαρτίες μας ἀνυπέρβλητες καὶ ἀσυγχώρητες, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀδυνατοῦμε νὰ συγχωρήσουμε ὅσους τυχὸν μᾶς ἔχουν βλάψει.
Ὁ Χριστὸς ὅμως σήμερα, μέσα ἀπὸ τὴν παραβολὴ αὐτή, μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι δὲν ὑπάρχει ἁμαρτία ποὺ μπορεῖ νὰ ὑπερβεῖ τὴν ἄπειρη ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Ἡ εἰλικρινὴς μετάνοια, ἡ χωρὶς δικαιολογίες καὶ ὡραιοποιήσεις, αὐτὴ ποὺ συνοδεύεται μὲ ταπείνωση καὶ συντριβὴ καρδιᾶς, ἑλκύει τὴ συγγνώμη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὶν καλά -καλὰ βγεῖ ἀπὸ τὰ χείλη μας. Εἴδαμε πῶς ὁ πατέρας, μόλις εἶδε ἀπὸ μακριά τον γιό του νὰ ἔρχεται, δὲν περίμενε ἀλλὰ ἔσπευσε νὰ τὸν ἀγκαλιάσει. Εἴδαμε ὅτι δὲν τὸν ρώτησε τίποτα, ὅτι δὲν τὸν ἐπιτίμησε, ἀλλὰ τὸν δέχτηκε πίσω μὲ χαρά. Ἡ μετάνοια, ὅταν δὲν εἶναι ἁπλᾶ ἕνα αἴσθημα μεταμέλειας ἀλλὰ ἀποτελεῖ κίνηση ἐπιστροφῆς στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπόφαση ἐγκατάλειψης τῆς ἁμαρτίας, ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἀναστήσει τὴ νεκρωμένη ἀπὸ τὰ πάθη καρδιά μας, νὰ μεταμορφώσει τὴ ζωή μας, νὰ διαγράψει ὅλα ἐκεῖνα τὰ λάθη μας ποὺ μᾶς βαραίνουν καὶ φαντάζουν ἀνυπέρβλητα.
Ναί, ὑπάρχει ἡ δυνατότητα τῆς ἐπιστροφῆς, τῆς διαγραφῆς τῶν λαθῶν μας, τῆς ἀποκατάστασης τῆς κοινωνίας τῆς ἀγάπης μὲ τὸν θεὸ καὶ μὲ τὸν συνάνθρωπό μας. Καὶ ἂν ἀπὸ τὸν καθένα μας, ὡς ἁμαρτωλό, εἶναι σημαντικὴ καὶ ἀπαραίτητη ἡ μετάνοια, ἄλλο τόσο σπουδαία καὶ ἀπαραίτητη εἶναι καὶ ἡ συγγνώμη. Ἡ συγγνώμη εἶναι ἡ ἀπάντηση πρὸς τὸν μετανοοῦντα, καὶ τὶς περισσότερες φορὲς προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεό. Εἶναι ὅμως καὶ ἄλλες πλεῖστες φορές, ποὺ καλούμαστε ἐμεῖς νὰ ἀσκήσουμε τὴν ἀγάπη καὶ τὴ συγγνώμη πρὸς ἐκείνους ποὺ μᾶς ἔχουν βλάψει. Καὶ ἐκεῖ φαίνεται ἂν ὄντως ἔχουμε μέσα μας ἀγάπη, ἂν ὄντως ἔχουμε πραγματικὰ μετανοήσει καὶ ἂν ἔχουμε γευτεῖ τοὺς καρποὺς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς συγγνώμης τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ.
Ἀλήθεια, πῶς μποροῦμε νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ συγχωρέσει τὶς ἁμαρτίες μας, ὅταν ἐμεῖς οἱ ἴδιοι δὲν ἔχουμε τὴ διάθεση νὰ παραβλέψουμε τὰ λάθη τῶν ἀδελφῶν μας; πῶς ζητᾶμε ἀπὸ τὸν θεὸ νὰ μᾶς δεχτεῖ κοντά Του, ὅταν ἡ καρδιά μας εἶναι ξένη καὶ ψυχρὴ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἐνδεχομένως ἀγαπᾶμε ἀλλὰ δὲν συγχωροῦμε; Συχνὰ λέμε στοὺς ἄλλους "σὲ συγχωρῶ, ἀλλὰ δὲν ξεχνῶ αὐτὸ ποὺ μοῦ ἔκανες". Αὐτὸ δυστυχῶς εἶναι πλάνη, γιατί δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχει συγχώρεση μὲ σκιὲς καὶ κηλῖδες, ὅπως δὲν θὰ ἦταν χαρὰ τὸ δεῖπνο τῆς παραβολῆς, ἂν ἔμενε ὁ υἱὸς μὲ τὰ βρώμικα καὶ κουρελιασμένα του ροῦχα. Στὴν περίπτωση αὐτὴ θὰ ἦταν μιὰ παρωδία συγγνώμης, ἂν ὄχι ἐξουθένωση, περιφρόνηση καὶ ἐξευτελισμὸς τοῦ ἁμαρτωλοῦ γιοῦ. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, δὲν μποροῦμε νὰ λέμε ὅτι ἔχουμε συγχωρέσει κάποιον, ἂν συνεχίζουμε νὰ τὸν ἀντιμετωπίζουμε ὡς ἁμαρτωλὸ καὶ βδελυρό. Εἶναι βέβαια δύσκολο, καὶ εἶναι δύσκολο γιατί ἀποτελεῖ ἕνα ἄθλημα ἀγάπης.
Ἂς μὴ ξεχνᾶμε ὅμως ὅτι οὐδέποτε ὁ Χριστὸς στάθηκε στὴν ἁμαρτία, οὐδέποτε κατέκρινε κανένα, ἀλὰ ἀντιθέτως τόνισε τὴ σημασία καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς μετάνοιας καὶ τὴ χαρὰ ποὺ αὐτὴ προξενεῖ, λέγοντάς μας μεταξὺ ἄλλων ὅτι "ἀληθινά, γίνεται μεγάλη χαρὰ στὸν οὐρανὸ γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ μετανοεῖ, παρὰ γιὰ ἐνενῆντα ἐννέα δίκαιους ποὺ δὲν ἔχουν ἀνάγκη μετανοίας" (Λούκ. 25, 7).
Πηγή: Ἁπλᾶ καὶ Ὀρθόδοξα: https://xerouveim.blogspot.com/2010/01/31-1-2010.html