Ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος

2015-11-01 19:09

Ὁ βίος του

        Ὁ κατὰ κόσμον Ἐτεοκλὴς Θεοδωρόπουλος, γεννήθηκε στὶς 27 Δεκεμβρίου 1930 στὸ Βουρνάζι τῆς Καλαμάτας καὶ ἦταν τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ ἔξι παιδιὰ τῆς οἰκογένειας. Οἱ γονεῖς τοῦ ἤσαν εὐσεβεῖς καὶ ὡς πρωτότοκος γιὸς συγκέντρωσε τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὴν προσοχὴ ὄχι μόνον τῶν δικῶν τοῦ ἀλλὰ καὶ τῶν ὑπόλοιπων συγγενῶν. Ἡ θεία τοῦ Ἀλεξάνδρα, τὸν συμβούλευε καὶ τὸν βοηθοῦσε ἀπὸ μικρό. Ἀπὸ τὴν νηπιακὴ ἡλικία εἶχε τὴν ἱερατικὴ κλίση, ἐνῶ ἀπὸ πέντε ἐτῶν πήγαινε ἀνελλιπῶς κάθε Κυριακὴ πρωὶ στὴν ἐκκλησία. Τὸ δημοτικὸ σχολεῖο καὶ τὸ γυμνάσιο τὰ τελείωσε ὡς ἀριστοῦχος στὴν Καλαμάτα καὶ στὸν ἐλεύθερο χρόνο τοῦ μελετοῦσε τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς Πατέρες.

        Ἐκτὸς ἀπὸ καλὸς μαθητὴς καὶ ἄριστος χαρακτήρας, ὁ μικρὸς Ἐτεοκλὴς ἦταν καὶ φιλομόναχος μὲ συχνὴ τὴν παρουσία του στὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Μονῆς Βουλκάνου. Μετὰ τὸ πέρας τῶν ἐγκυκλίων σπουδῶν τοῦ ἔρχεται τὸ 1949 στὴν Ἀθήνα, ὅπου καὶ φοιτᾶ στὴ Θεολογικὴ Σχολή. Ἡ φιλομάθεια καὶ ἡ ἀκεραιότητα τοῦ χαρακτήρα του δὲν περνοῦν ἀπαρατήρητες. Οἱ καθηγητὲς τὸν ὑπεραγαποῦσαν καὶ τὸν ὠθοῦσαν πρὸς τὴν πανεπιστημιακὴ καριέρα, ἐνῶ ἐξελέγη καὶ πρόεδρος τοῦ φοιτητικοῦ συνδέσμου.

        Ὁ ἴδιος προτίμησε νὰ ἀκολουθήσει τὴν ἱερωσύνη καὶ γι' αὐτὸ δὲ θέλησε νὰ μεταβεῖ στὸ ἐξωτερικὸ γιὰ σπουδές. Ὡς θεολόγος μελετοῦσε τὴν Ἁγία Γραφὴ ἀπὸ τὸ πρωτότυπο τρεῖς φορὲς τὸν χρόνο, ἐνῶ μαθήτευσε κοντὰ στὸν φημισμένο γέροντα τῆς Πάρου Ἀρχιμανδρίτη Φιλόθεο Ζερβάκο, ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Λογγοβάρδας.

        Μὲ τὴν συμπλήρωση τοῦ 25ου ἔτους τῆς ἡλικίας τοῦ ἐκπληρώθηκε τὸ παιδικό του ὄνειρο νὰ γίνει κληρικός. Ἡ χειροτονία τοῦ ἔγινε τὴν 9η Νοεμβρίου 1956, καθημερινὴ ἡμέρα καὶ σὲ στενὸ κύκλο. Ὁ νεαρὸς Ἐτεοκλὴς λαμβάνει τὸν πρῶτο βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας Ἰερόθεο μὲ τὸ ὄνομα Ἐπιφάνιος. Ὡς Διάκονος ἐκδίδει τὸ πρῶτο του βιβλίο μὲ τίτλο «Ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ τὰ πονηρὰ πνεύματα». Ἀπὸ τὸ 1951 ἕως τὸ 1961 διακόνησε στὴν Καλαμάτα καὶ τελειοποίησε τὴ μελέτη του στοὺς Πατέρες. Εἶχε τὴν τύχη νὰ γνωριστεῖ μὲ λαμπρὲς προσωπικότητες τῆς ἐποχῆς, ὅπως τὸν π. Ἰωάννη Γιαννακόπουλο, τὸν π. Γερβάσιο Παρασκευόπουλο, τὸν π. Ἀθανάσιο Χαμακιώτη, τὸν π. Αὐγουστίνο Καντιώτη καὶ τὸν π. Χριστόφορο Καλύβα.

        Τὸν δεύτερο βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης ἔλαβε τὸ 1961 σὲ ἡλικία τριάντα ἐτῶν ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Μητροπολίτη Ἐλευθερουπόλεως κυρὸ Ἀμβρόσιο Νικολάου, λόγω ἀσθενείας τοῦ Μητροπολίτου Ἰερόθεου. Στὴ χειροτονία του δὲν εἶχε καν στολὴ Πρεσβυτέρου καὶ χειροτονήθηκε μὲ δανεικὰ ἄμφια, ἐνῶ ἐπιθυμοῦσε νὰ προσφέρει τὴν ἱερατικὴ ὑπηρεσία τοῦ ἄνευ οἰκονομικῆς ἀντιμισθίας. Σὲ  ὅλη του τὴ ζωὴ δὲν ἀσφαλίσθηκε καὶ οὐδέποτε ζήτησε μισθό. Γιὰ νὰ ἔχει τὰ πρὸς τὸ ζῆν ἔκανε διορθώσεις σὲ τυπογραφικὰ δοκίμια στὸν ἐκδοτικὸ οἶκο «Ἀστήρ». Ποτὲ δὲν ἐπεδίωξε διοικητικὲς θέσεις σὲ κεντρικοὺς ναούς. Ἐπανειλημμένως τοῦ πρότειναν νὰ γίνει Ἐπίσκοπος καὶ πάντοτε ἀρνιόταν.

        Ὅλη του τὴ ζωὴ διακόνησε στὸ παρεκκλήσιο τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τῆς ὁδοῦ Μενάνδρου 4, ὅπου ἐξομολογοῦσε καὶ τελοῦσε τὰ μυστήρια. Κατοικοῦσε σὲ διαμέρισμα τῆς ὁδοῦ Μακεδονίας 24 μαζὶ μὲ τὴ γερόντισσα θεία τοῦ Ἀλεξάνδρα, ἡ ὁποία τὸν διακονοῦσε. Εἶχε ἕνα πρόγραμμα γεμάτο λειτουργίες, ἐξομολογήσεις δεκάδων πνευματικῶν του τέκνων καὶ μελέτης τῶν Γραφῶν. Ξεκινοῦσε τὰ χαράματα καὶ τελείωνε τὰ μεσάνυκτα. Ἡ ζωὴ τοῦ ἦταν γεμάτη νηστεῖες, στερήσεις καὶ χωρὶς ἀπολαύσεις. Δημοσίευσε πλῆθος ἄρθρων στὸν ἐκκλησιαστικὸ τύπο καὶ 22 βιβλία. Πολλοὶ ὑψηλόβαθμοι κληρικοὶ τοῦ ζητοῦσαν νὰ γνωμοδοτήσει γιὰ ποικίλα ἐκκλησιαστικὰ θέματα.

        Τὸ 1976, μὲ τὴν παρότρυνση πνευματικῶν του παιδιῶν, ἵδρυσε τὸ Ἱερὸ Ἡσυχαστήριο τῆς Κεχαριτωμένης Θεοτόκου στὴν Τροιζήνα. Ἡ ἀνέγερση τῆς Μονῆς ἔγινε ἕνα ἀπὸ τὰ κυριότερα μελήματα τοῦ γέροντα μέχρι τὴ στιγμὴ τῆς κοίμησής του. Στὶς 15 Ἀπριλίου 1977 ἐγκαταστάθηκε ἡ μικρὴ ἀνδρώα ἀδελφότητα. Τὸ Νοέμβριο τοῦ 1982 ἔπαθε γαστρορραγία ἀπὸ ἕλκος στομάχου, τὸ ὁποῖο ἐξελίχθηκε σὲ καρκίνο. Στὶς 8 Δεκεμβρίου χειρουργήθηκε στὸ Ν.Ι.Κ.Ε. καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐπέμβασης γινόταν προσευχὴ στὸ παρεκκλήσιο τοῦ νοσοκομείου μὲ προεξάρχοντα τὸν Μητροπολίτη Ὕδρας Ἰερόθεο. Τὸ 1988 ὑποβλήθηκε καὶ σὲ δεύτερη ἐγχείρηση ἀλλάη κατάσταση τοῦ χειροτέρευε. Τὶς τελευταῖες ἑβδομάδες τῆς ζωῆς τοῦ τὶς πέρασε στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου.

        Προαισθανόμενος τὸ τέλος τοῦ ἔδωσε τὶς τελευταῖες ὁδηγίες. Ὁ γέροντας κοιμήθηκε στὶς 4 τὸ ἀπόγευμα τῆς 10ης Νοεμβρίου 1989. Τὴν ἑπομένη ἔγινε ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς Χρυσοσπηλαιωτίσσης Ἀθηνῶν καὶ ἡ ταφή του στὸ Ἡσυχαστήριό του στὴν Τροιζήνα.

 Ἀπὸ τὸ βιβλίο ΜΟΡΦΕΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ τοῦ Παναγιώτη Δ. Ριζόπουλου