Ὁ Χριστὸς ζητιάνος τῆς ἀγάπης μας
«Ἐμοὶ ἐποιήσατε»
Τὸ σημερινὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο μᾶς περιγράφει τὴν πιὸ φοβερὴ καὶ συγκλονιστικὴ ὥρα τῆς ἱστορίας. Εἶναι ἡ ὥρα τῆς τελικῆς Κρίσεως. Ὁ Κύριος ἔρχεται ὡς ἔνδοξος Βασιλιὰς συνοδευόμενος ἀπὸ ἀγγέλους, γιὰ νὰ κρίνει ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ τὸ βασικὸ κριτήριο μὲ τὸ ὁποῖο θὰ ξεχωρίσει τοὺς δικαίους ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλοὺς εἶναι ἕνα: ἡ ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, ἡ ὁποία ἀναφέρεται κατ' εὐθείαν στὸ πρόσωπό Του, ὅπως ὁ Ἴδιος μᾶς βεβαίωσε: «Ἐφ' ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε», μᾶς εἶπε. Καθετὶ ποὺ κάνατε ἔστω καὶ σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς πτωχοὺς αὐτοὺς ἀδελφούς μου, εἶναι σὰν νὰ τὸ κάνατε σὲ μένα.
Ἂς σταθοῦμε ὅμως σὲ αὐτὲς τὶς δύο λέξεις, «ἐμοὶ ἐποιήσατε», γιὰ νὰ δοῦμε γιατί ὁ Κύριος λογαριάζει κάθε πράξη ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον ὅτι γίνεται στὸ πρόσωπό του καὶ τί σημασία ἔχει αὐτὸ γιὰ τὸν τρόπο ποὺ ἐπιτελοῦμε ἐμεῖς τὰ ἔργα τῆς φιλαν-θρωπίας.
1. Ὁ Χριστὸςστὴ θέση τῶν ἀδυνάτων
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς μὲ τὸ «ἐμοὶ ἐποιήσατε» τοποθετεῖ τὸν ἑαυτό του στὴ θέση τοῦ πεινασμένου, τοῦ διψασμένου, τοῦ ξένου, τοῦ ρακένδυτου, τοῦ ἀρρώστου, ἀκόμη καὶ τοῦ φυλακισμένου! Εἶπε χαρακτηριστικά: «Ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με... ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με».
Δὲν εἶναι σχῆμα λόγου ὅλα αὐτά. Οἱ ἅγιοι Πατέρες λένε: «Εἶδες τὸν ἀδελφόν σου; Εἶδες Κύριον τὸν Θεόν σου!». Πράγματι. Κάθε ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος «κατ' εἰκόνα καὶ καθ' ὁμοίωσιν» Θεοῦ. Συνεπῶς στὸ πρόσωπο τοῦ κάθε ἀνθρώπου ὀφείλουμε πάντοτε νὰ διακρίνουμε τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος νὰ διακονήσουμε στὰ πρόσωπα αὐτῶν ποὺ πονοῦν καὶ ὑποφέρουν μέσα ἀπὸ τὶς διάφορες δοκιμασίες τῆς ζωῆς.
Στὸ βιβλίο τῶν «Παροιμιῶν» γράφει ὁ σοφὸς Σολομῶν: «Δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν» (Παρ. ιθ΄ 17). Δηλαδή, αὐτὸς ποὺ ἐλεεῖ τὸν πτωχὸ ἀδελφό του, στὴν οὐσία δανείζει στὸ Θεό. Ὅ,τι προσφέρει στὸν πτωχό, ὁ Θεὸς θεωρεῖ ὅτι τὸ προσφέρει σ' Ἐκεῖνον. Ἔτσι ἀκόμη καὶ ἡ πιὸ μικρὴ καλή μας πράξη λαμβάνει ἄπειρη ἀξία, ἀφοῦ τελικὰ ἀπευθύνεται στὸν ἄπειρο Θεό. Κι ἡ ἀμοιβὴ ποὺ τὴν ἀκολουθεῖ εἶναι ὅ,τι ἀνώτερο μπορεῖ νὰ ποθήσει ὁ ἄνθρωπος: ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν!
2. Πρόθυμοι σὲ ἔργα ἀγάπης
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὑπογραμμίζοντας τὸ γεγονὸς ὅτι ὑπηρετώντας τοὺς ἀδελφούς μας ὑπηρετοῦμε τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, μᾶς προτρέπει: «Πᾶν ὅ,τι ἐὰν ποιῆτε, ἐκ ψυχῆς ἐργάζεσθε, ὡς τῷ Κυρίῳ καὶ οὐκ ἀνθρώποις» (Κολασ. γ΄ 23). Δηλαδὴ καθετὶ ποὺ κάνετε, νὰ τὸ ἐργάζεσθε πρόθυμα καὶ μὲ τὴν καρδιά σας, σὰν νὰ τὸ ἐργάζεσθε στὸν Κύριο καὶ ὄχι σὲ ἀνθρώπους. Ἀλήθεια, ἂν συνειδητοποιούσαμε ὅτι κάθε καλὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελοῦμε ἔχει τὴν ἀναφορά του στὸν Χριστό, τότε μὲ πόση περισσότερη προθυμία καὶ αὐταπάρνηση θὰ ἀναλαμβάναμε νὰ τὸ ἐκτελέσουμε;! Ποιὸς ἀπὸ μᾶς, ἂν ὁ Χριστὸς τοῦ ζητοῦσε λίγο ψωμί, δὲν θὰ Τοῦ ἔδινε ἀμέσως; Ἢ ἂν μάθαινε ὅτι πονᾶ καὶ ὑποφέρει, δὲν θὰ ἔσπευδε νὰ Τὸν ἐπισκεφθεῖ καὶ νὰ Τὸν ἀνακουφίσει; Ποιὸς δὲν θὰ φιλοξενοῦσε τὸν Χριστὸ στὸ σπίτι του;
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴν προθυμία ἡ σκέψη ὅτι στὰ πρόσωπα τῶν ἀδελφῶν μας διακονοῦμε τὸν Κύριο, μᾶς βοηθᾶ στὸ νὰ στεκόμαστε ἀπέναντί τους ὄχι μόνο μὲ συμπάθεια ἀλλὰ καὶ μὲ σεβασμό. Ἡ προσφορὰ τῆς γνήσιας ἀγάπης δὲν ἔχει μέσα της καμία διάθεση ἀλαζονείας καὶ ὑπεροχῆς οὔτε συνοδεύεται ἀπὸ ἐνέργειες μειωτικὲς γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ βρίσκεται σὲ κάποια ἀνάγκη.
Τέλος ἡ συναίσθηση ὅτι ἡ προσφορὰ ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας οὐσιαστικὰ ἀποδίδεται στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου, μᾶς βοηθᾶ νὰ ἐπιτελοῦμε τὰ ἔργα αὐτὰ μὲ ταπείνωση, ἀφοῦ ὅ,τι καὶ νὰ προσφέρουμε στὸν Χριστὸ εἶναι λίγο. Διότι στὸν Κύριο Ἰησοῦ, τὸν μεγάλο μας Εὐεργέτη, δὲν χρωστοῦμε ἁπλῶς πολλά... Τοῦ ὀφείλουμε τὰ πάντα!
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι πάντοτε δίπλα μας, κοντά μας, ἕτοιμος νὰ δεχθεῖ τὶς ὑπηρεσίες μας στὰ πρόσωπα τῶν «ἐλαχίστων». Ἂς Τὸν παρακαλοῦμε νὰ αὐξάνει μέσα μας τὴν ἀγάπη πρὸς Αὐτόν, ὥστε νὰ γίνει αὐτὴ ὁ κινητήριος μοχλὸς γιὰ ἕνα ἄνοιγμα προσφορᾶς καὶ θυσιαστικῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας. Ἔτσι θὰ ἀξιωθοῦμε κι ἐμεῖς κάποτε νὰ ἀκούσουμε τὴν μακαρία φωνή: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν...», διότι «ἐμοὶ ἐποιήσατε»!
Πηγή: Ὁ Σωτήρ