Ἱανουάριος - Φεβρουάριος 2015

2015-10-27 12:29

«Φῶς Χριστοῦ»

ΔΙΜΗΝΙΑΙΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ

Ι . Ν. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΒΟΥΝΕΝΟΙΣ

ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΟΝΙΤΣΗΣ,

Τ.Κ. 30002, ΒΟΝΙΤΣΑ

Ἱανουάριος - Φεβρουάριος 2015, Ἔτος 5ο, Φύλλο 24ο.

·    Ἡ ἑορτή τῆς Περιτομῆς τοῦ Κυρίου

     τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου

     Ἡ ἑορτὴ τῆς Περιτομῆς τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ τὸν μεσαῖο κρίκο μιᾶς ἁλυσσίδας τριῶν ἑορτῶν ποὺ ἐμφανίζουν τὸν Κύριο ταπεινωμένο στὸν ἄνθρωπο καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, σὲ τέτοιο βαθμὸ ποὺ θὰ λέγαμε πὼς προκαλεῖ τὴ σκέψη καὶ σκανδαλίζει τὴν πίστη μας.

     Ἡ πρώτη εἶναι ἡ κατὰ σάρκα Γέννησις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ μόλις πρὸ ἑβδομάδος ἑορτάσαμε, ὅπου ὁ Κύριος ἐνδυόμενος τὴν ἀνθρώπινη φύση «κενοῦται», ταπεινοῦται καὶ «λαμβάνει δούλου μορφήν» (Φιλιπ. β΄ 7).

     Ἡ τρίτη εἶναι αὐτὴ ποὺ σὲ λίγες μέρες θὰ ἑορτάσουμε, ἡ Βάπτισις τοῦ Κύριου. Ἐδῶ ἐμφανίζεται νὰ δέχεται ἀκόμη μεγαλύτερη ταπείνωση, ἀφοῦ ὁ Κύριος ἔχοντας ἤδη φορέσει τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἀκουμπᾶ ὄχι βέβαια κατὰ τὴν οὐσία ἀλλὰ κατὰ τὸν τύπο, καὶ σ᾿ αὐτὴν τὴ φοβερὴ ἀρρώστεια της, τὴν πτώση.

     Ἡ δεύτερη εἶναι ἡ ἑορτὴ τῆς Περιτομῆς, ὅπου ὁ Κύριος δέχεται μιὰ ἐπὶ πλέον ταπείνωση τῆς σαρκός του• εἶναι ἡ ταπείνωση ἐνώπιον τοῦ παλαιοῦ νόμου.

     Οἱ ὑπόλοιπες δεσποτικὲς ἑορτές, ἡ Μεταμόρφωσις, ἡ Εἴσοδος εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, ἡ Ἀνάστασις καὶ ἡ Ἀνάληψις, μὲ ἐξαίρεση αὐτὲς τοῦ πάθους ποὺ ὅμως ἀκολουθοῦνται ἀμέσως ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση, εἶναι ἑορτὲς ποὺ δείχνουν τὴ δόξα τῆς θεότητός Του.

     Ἡ ἑορτὴ αὐτὴ εἶναι κάπως δύσκολη στὴν κατανόησή της καὶ κλειστὴ στὸ μήνυμά της. Ἡ περιτομὴ ἀποτελοῦσε παλαιὰ νομικὴ διάταξη τῶν Ἑβραίων.

     Αὐτὸν τὸν νόμο τῆς περιτομῆς τῆς σαρκός, ἐν ἄκρᾳ ταπεινώσει, «ἐκπληροῖ»ὁ Κύριος σήμερα. Ἡ περιτομή, ὅμως, τῆς σαρκὸς συνδυάζεται μὲ δύο ἄλλες περιτομές• μία πνευματικὴ καὶ μία συμβολική, ποὺ ὑπαινίσσονται μία τρίτη, τὴν μυστικὴ γιὰ τὴν ὁποία μᾶς ὁμιλεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὶς πρὸς Ρωμαίους, πρὸς Γαλάτας καὶ πρὸς Κολασσαεῖς ἐπιστολές του.

     Ἡ πνευματικὴ περιτομὴ εἶναι ἡ τομή, ἡ κατάργηση τοῦ νόμου καὶ ὁ ἐγκαινιασμὸς τῆς χάριτος. «Χριστοῦ περιτμηθέντος ἐτμήθη νόμος, καὶ νόμου τμηθέντος εἰσήχθη χάρις», μᾶς λέγουν οἱ στίχοι τοῦ συναξαρίου.«Παρῆλθεν ἡ σκιὰ τοῦ νόμου τῆς χάριτος ἐλθούσης» (Δοξαστ. ἑσπερ. β' ἤχου), τονίζει ὁ ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας μας.

     Ἀποτέμνεται ὁ νόμος, ἀπογυμνώνεται ἀπὸ κάθε τι ἐπουσιῶδες καὶ ἀνελεύθερο καὶ προσφέρεται στοὺς πιστοὺς ἡ ἐλευθερία τῆς χάριτος.

     Ὑπάρχει ὅμως καὶ μία τρίτη περιτομὴ ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὴ τῆς σαρκὸς καὶ τοῦ νόμου. Εἶναι ἡ περιτομὴ ποὺ ἀναφέρεται στὰ τροπάρια τοῦ κανόνος ὡς σχολιασμὸς τοῦ ὅτι τὸ γεγονὸς ἔλαβε χώραν τὴν ὀγδόη ἡμέρα ἀπὸ τῆς γεννήσεως.

     Ἡ ὀγδόη ἡμέρα ἀπὸ τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου καὶ τῆς ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως αὐτὴ ἀναφέρεται στὴν Καινὴ τώρα Διαθήκη, εἶναι σύμβολο τῆς αἰωνιότητος.

     Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ ὄνομα δίδεται τὴν ὀγδόη ἡμέρα. Τὸ ὄνομα εἶναι γιὰ τὸν καθένα μας τὸ πιστοποιητικὸ τῆς αἰωνιότητος: «Χαίρετε ὅτι τὰ ὀνόματα ὑμῶν ἐγράφη ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Λουκ. ι' 20).

     Σήμερα, λοιπόν, ποὺ ἀλλάζει ὁ χρόνος ὡς ἔτος καὶ χρονολογία, καλὸ θὰ εἶναι νὰ γνωρίζουμε ὅτι ἀλλάζει ὁ χρόνος καὶ ὡς οὐσία• μπολιάζεται μὲ τὸ πνεῦμα καὶ τὴ χάρι τῆς αἰωνιότητος.

     Ἡ Περιτομὴ τοῦ Κυρίου σημαδεύει καὶ τὴν περιτομὴ τοῦ χρόνου, τὴ μεταμόρφωσή του σὲ αἰωνιότητα.

     Αὐτὲς οἱ τρεῖς περιτομές, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τῆς σαρκός -ἡ οὐσιαστική-, τοῦ νόμου -ἡ πνευματικὴ- καὶ τοῦ χρόνου -ἡ συμβολική-, προεικονίζουν τὴν τελεία, τὴ μυστικὴ περιτομὴ• εἶναι ἡ «ἀχειροποίητος περιτομὴ» τοῦ σημερινοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος (Κολ. β' 11), ἡ περιτομὴ τῆς καρδίας «ἐν πνεύματι οὐ γράμματι» (Ρωμ. β' 29) καὶ (Πράξ. ζ' 51).

     Οἱ πρῶτες περιτομὲς στὴν οὐσία σημαίνουν μερικὴ τομή• ὅ,τι μολύνει τὴ σάρκα, ὅ,τι στενεύει τὸ νόμο, ὅ,τι παχαίνει τὸ χρόνο σήμερα κόβεται καὶ ἔτσι μεταμορφώνεται ἡ σάρκα σὲ πνεῦμα, ὁ νόμος σὲ χάρι, ὁ χρόνος σὲ αἰωνιότητα.

     Ἡ μυστικὴ ὅμως περιτομὴ εἶναι μιὰ ἀπόλυτη ἐκτομὴ τῶν παθῶν καὶ τοῦ φρονήματος τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι αὐτὴ ποὺ τὸν ἄνθρωπο τὸν κάνει ὄχι κυνηγό, ἀλλὰ μέτοχο τῆς ζωῆς τοῦ πνεύματος, τῆς χάριτος, τῆς αἰωνιότητος, ἀπὸ τώρα ποὺ φοροῦμε ἀκόμη τὴ σάρκα, ποὺ ζοῦμε ἐν χρόνῳ, ποὺ καλούμεθα νὰ τηροῦμε τὶς ἐντολές.

     Εἶναι αὐτὴ ποὺ μᾶς μεταμορφώνει σὲ θεϊκοὺς ἀνθρώπους• ποὺ ἐκτέμνει τὰ πάθη μας, περιτέμνει τὴ φύση μας καὶ συντέμνει τὸ χρόνο μας. Μᾶς κάνει νὰ μὴν ζοῦμε ἔντονα τὴ φύση, τὴ σάρκα, τὸν νόμο, τὸν χρόνο.

     Παράξενο αὐτὸ τὸ τελευταῖο. Καὶ ὅμως τὸ ἐπιλέγω γιὰ εὐχή. Ὁ χρόνος μας νὰ εἶναι συντετμημένος φέτος, «συνεσταλμένος» (Α' Κορ. ζ' 29).

     Ὄχι βέβαια, συντετμημένος στὸ μῆκος. Κάθε ἄλλο. Ἀλλὰ συντετμημένος στὴ φυσικὴ οὐσία του. Ὅσο λιγοστεύει σὲ φυσικὴ οὐσία καὶ κοσμικὴ σημασία, τόσο χάνει τὴν παχύτητά του, λεπτύνεται, μετασχηματίζεται σὲ αἰωνιότητα.

     Σᾶς εὔχομαι «χρόνια πολλά», σᾶς εὔχομαι καὶ «χρόνια αἰώνια»• τὰ πολλὰ αὐτῆς τῆς ζωῆς ἀλλὰ καὶ τὰ αἰώνια ποὺ ἀρχίζουν ἀπὸ σήμερα καὶ δὲν τελειώνουν ποτέ.

     Καλὴ χρονιὰ καὶ εὐλογημένη!

·    Ἡ Ὑπαπαντή τοῦ Χριστοῦ

      π. Ἀντωνίου (Bloom)

     Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατά τό ρῆμα σου ἐν εἰρήνη• ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου, ὁ ἠτοίμασας κατά πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καί δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ» (Λκ. 2. 29 32)

     Τά λόγια του Ἁγίου Συμεών σημειώνουν τό τέλος μίας μακρᾶς περιόδου, χιλιάδων χρόνων κατά τή διάρκεια τῶν ὁποίων οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν χωρίς τό Θεό• εἶχαν περάσει χιλιάδες χρόνια ἀπό τότε πού ὁ Ἀδάμ εἶχε χύσει τό πρῶτο του δάκρυ, ἀπό τότε πού εἶχε θρηνήσει γιά πρώτη φορά πάνω στή γῆ ἐκείνη στήν ὁποία δέν εὕρισκες πιά τό Θεό ἀνάμεσα στά πλάσματά Του.

     Ὁλόκληρη ἡ γῆ, ὅλο τό γένος τῶν ἀνθρώπων ποθοῦσε τήν ἡμέρα ἐκείνη πού ἐπιτέλους θά συναντοῦσε γιά μία ἀκόμη φορᾶ τό Θεό τοῦ πρόσωπο μέ πρόσωπο. Νά λοιπόν πού ἡ μέρα ἐκείνη εἶχε φτάσει: ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος μέσα σέ μία φάτνη στή Βηθλεέμ• ὁ Αἰώνιος μπῆκε μέσα στό χρόνο• ὁ Ἀπεριχώρητος καί Ἀτελεύτητος ὑπάχθηκε στούς περιορισμούς τῆς κτιστῆς μας κατάστασης.

     Αὐτός πού εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἁγιότητα μπῆκε στόν κόσμο τῆς ἁμαρτίας τή μέρα τοῦ βαπτίσματός Του μέ τό νά βυθιστεῖ στά φοβερά νερά τοῦ Ἰορδάνη μέσα στά ὁποῖα οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἀποπλύνει τά ἁμαρτήματα τους• βυθίστηκε στά νερά τοῦ ποταμοῦ σάν μέσα στά νεκρά νερά τῆς μυθολογίας καί τῶν παραμυθιῶν καί βγῆκε φορτισμένος μέ τή νέκρα καί τή θνητότητα τῶν ἀνθρώπων τούς ὁποίους εἶχε ἔλθει νά σώσει.

     Σήμερα θυμόμαστε τήν Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου, τή συνάντησή Του μέ τό πρῶτο πρόσωπο, ἐκτός ἀπό τή Μητέρα Του, τό ὁποῖο μέ τή βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος Τόν εἶχε διαισθανθεῖ ὡς Θεό. Ἡ τραγωδία τῆς ἀποστέρησης τοῦ Θεοῦ τήν ὁποία βρίσκουμε στήν Παλαιά Διαθήκη καί τόν εἰδωλολατρικό κόσμο ἔχει τελειώσει• ὁ Κύριος εἶναι μαζί μέ τό λαό Τού• ἡ πληρότητα τῆς Θεότητας κατοικεῖ πάνω στή γῆ αὐτή.

     Μία νέα ὅμως τραγωδία ἀρχίζει, ἡ πορεία τοῦ Θεανθρώπου πρός τό Σταυρό. Ὁ Χριστός γεννήθηκε στή χώρα τοῦ θανάτου καί μέ σκοπό Του νά πεθάνει. Γεννήθηκε μέ σκοπό Του νά πεθάνει γιά χάρη μας. Ἄν προσέξατε τά ἀναγνώσματα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τά ὁποία διαβάζονται γιά τή γιορτή αὐτή εἶναι πιθανό νά καταλάβατε τούς λόγους γιά τούς ὁποίους θεσπίστηκε.

     Στό δέκατο τρίτο κεφάλαιο τῆς Ἐξόδου διαβάζουμε ὅτι ὁ Θεός ζήτησε ἀπό τό Μωυσῆ τήν καθιέρωση τοῦ κάθε πρωτότοκου ἀγοριοῦ, τήν προσφορά τοῦ παιδιοῦ σάν μία θυσία σέ μνήμη τοῦ γεγονότος ὅτι ὁ Ἰσραήλ σώθηκε ἀπό τή δουλεία τῶν Αἰγυπτίων μέσω τοῦ θανάτου ὅλων τῶν πρωτοτόκων της Αἰγύπτου.

     Ἡ παρουσίαση αὐτή τοῦ κάθε πρωτότοκου βρέφους στό Ναό δέ σήμαινε μία πλήρη ἀφιέρωση στό Θεό: τά παιδιά αὐτά ἐπέστρεφαν στή συνέχεια πίσω στήν καθημερινή κοσμική ζωή. Ἡ παρουσία σήμαινε τήν ἄφεσή τους στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, σήμαινε ὅτι ὁ Θεός εἶχε πάνω τους δικαίωμα ζωῆς καί θανάτου καί τό γεγονός αὐτό ἀναγνωριζόταν ἀπό τό ὅτι οἱ γονεῖς πλήρωναν γιά τό παιδί σάν λύτρα ἕνα ἀμνό ἡ ἕνα ζεῦγος περιστεριών.

     Ὁ πρωτότοκος ἦταν πραγματικά μία αἱματηρή θυσία ἡ ὁποία ἀναβαλλόταν ἀπό αἰώνα σέ αἰώνα μέχρι τή μέρα πού ὁδηγήθηκε στό ναό ὁ Μονογενής Γιός τοῦ Θεοῦ πού εἶχε γίνει Γιός τῆς Παρθένου, ὁ «υἱός τοῦ ἀνθρώπου». Καί γιά πρώτη φορά στήν ἀνθρώπινη ἱστορία ἡ αἱματηρή αὐτή θυσία ἔγινε δεκτή ἀπό τό Θεό παρά τό γεγονός ὅτι τό ἀντικατάστατό της θυσίας εἶχε προσφερθεῖ, αὐτή τή μοναδική φορά ὁ Θεός Πατέρας δέχτηκε καί τόν ἴδιο τό θάνατο τοῦ Βρέφους.

     Ἡ θυσία ἔπρεπε νά περιμένει τόν καιρό της• πέρασαν κάπου τριάντα χρόνια ἀπό τήν παρουσίαση τοῦ βρέφους μέχρι τό θάνατο τοῦ ὥριμου Ἰησού• ἡ θυσία ὅμως εἶχε γίνει δεκτή καί, ὅταν ἦλθε ὁ καιρός, τό βρέφος πού εἶχε προσφερθεῖ ἀπό τήν Παναγία πέθανε στό Γολγοθά πάνω σ' ἕνα σταυρό.

     Ἐνῶ ὁ Ἅγιος Συμεών διακήρυττε τή λύτρωση τοῦ κόσμου ἀπό τή μακραίωνη ἀποξένωσή του ἀπό τό Θεό ἔδινε ταυτόχρονα καί στή Θεομήτορα τή φοβερή προειδοποίηση ὅτι μία ρομφαία θά διαπερνοῦσε καί τή δική της τήν καρδιά, ὅτι ἡ θυσία πού ἀναστελλόταν γιά τή στιγμή ἐκείνη θά φανερωνόταν κάποια μέρα σάν θεϊκή βουλή καί θά ἀποτελοῦσε ἕνα τραγικό μονοπάτι γιά τό Χριστό καί γιά ἐκείνη (Λκ. 2. 34, 35).

     Ὁ Χριστός ἀκολούθησε πραγματικά τό τραγικό αὐτό μονοπάτι, τό μονοπάτι τῆς ἀνθρώπινης καί τῆς Θείας ἐγκατάλειψης, τήν ὁδό πρός τόν Κῆπο τῆς Γεθσημανῆ καί τό θάνατο τοῦ Γολγοθά. Ὁ θάνατός Του ἦταν μία καταπάτηση τοῦ θανάτου ἐφ' ὅσον ἀναστήθηκε ζωντανός ἀπό τό μνῆμα. Ἔπειτα ἀναλήφθηκε μέ δόξα καί μᾶς ἔδωσε τό Ἅγιό Του Πνεῦμα καί ὅμως οὔτε καί τότε δέν ἐξαλείφεται τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί ἡ τραγωδία τοῦ κόσμου δέ φτάνει στό τέλος της.

     Ὁ ἐγερθεῖς Χριστός ἔχει στά χέρια καί στά πόδια Τοῦ τά σημάδια ἀπό τά καρφιά, στήν πλευρά τήν οὐλή ἀπό τή λόγχη καί στό μέτωπό Του τά σημάδια ἀπό τήν κορῶνα τήν ὁποία Τοῦ εἶχαν φορέσει κοροϊδευτικά, τό στεφάνι πού ἀντί νά εἶναι βασιλικό εἶχε γίνει ἀπό ἀγκάθια.

     Γινόμαστε κι ἐμεῖς μέτοχοί της σταυρικῆς αὐτῆς ὁδοῦ: ὁ καθένας ἀπό μᾶς παρουσιάστηκε στήν ἐκκλησία ὕστερα ἀπό τό Βάπτισμα τού• τότε διαβάστηκαν προσευχές γιά τίς μητέρες μας καί γιά μας καί ἡ ἐκκλησία ἐπικαλέστηκε τόν Κύριο, τόν Προστάτη τῶν νηπίων πού εἶχε ὁ ἴδιος κρατηθεῖ στίς ἀγκάλες τοῦ Ἄγ. Συμεών, ζητώντας ἔλεος καί συμπαράσταση.

     Αὐτό ἔγινε κατ' εἰκόνα τῆς παρουσίασης τοῦ Χριστού• πρίν ἀπό αὐτό εἴχαμε βαπτιστεῖ καί τό Βάπτισμα σύμφωνα μέ τόν Ἄπ. Παῦλο (Ρώμ. 6. 3 11) καί τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μία καταβύθιση στό θάνατο τοῦ Χριστοῦ ὥστε νά τόν κάνει δικό μας θάνατο, μέ τόν ἴδιο τρόπο πού ἡ Ἀνάστασή Του γίνεται δική μας ἀνάσταση.

     Ἐμεῖς λοιπόν πού ἔχουμε πεθάνει μέ τό θάνατο τοῦ Χριστοῦ καί ἐγερθεῖ μέ τήν Ἀνάστασή Του ὁδηγούμαστε στό ναό ὅπως εἶχε ὁδηγηθεῖ κι Ἐκεῖνος, αἰώνιοι καί ἐν τούτοις ὑποκείμενοι στήν τραγωδία τοῦ χρόνου, ζωντανοί ἀλλά προορισμένοι γιά τό θάνατο.
     Ὁ Χριστός ἦταν ζωντανός στήν αἰώνια θεότητά Του καί τήν ἀθάνατη ἀνθρώπινη σάρκα Του, ὅμως δέχτηκε τό θάνατο τῆς σάρκας Του γιά νά κοινωνήσει σέ ὅλα μέ τή δική μας ἁμαρτωλή σάρκα. Μέ παρόμοιο τρόπο ὕστερα ἀπό τή συνανάστασή μας μαζί Του ὁ Χριστός μᾶς ἀποστέλλει - ὅπως προηγουμένως ὁ Πατέρας εἶχε στείλει Ἐκεῖνον - στή σφαίρα τῆς ἁμαρτίας γιά νά σηκώσουμε στά σώματα, τίς ψυχές καί ὁλόκληρη τήν ὕπαρξή μας τό σταυρό τοῦ κόσμου ὁ ὁποῖος ἔχει πέσει καί ἐξαγοραστεῖ ἀλλά πού δέν ἔχει ἀπολυτρωθεῖ ἀκόμα.

     Σύμφωνα μέ τά λόγια του Ἄπ. Παύλου καλούμαστε νά ἀνταναπληρώσουμε στά σώματά μας τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ (Κόλ. 1. 24) - κι ἐπειδή εἴμαστε τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή εἴμαστε ἕνα μαζί Του, ἡ τραγωδία τήν ὁποία ὁ ἐρχομός Τοῦ ἀπάλειψε ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη καί τόν κόσμο τῆς ἀρχαιότητας καί ἡ ὁποία ἔγινε κατόπιν ἡ δική Του τραγωδία συνεχίζεται μέσα σ' ἐμᾶς σέ ὅλους τους αἰῶνες.

     Ὁ Πατριάρχης Ἀλέξιος (1877 - 1970. Ἔγινε Πατριάρχης Μόσχας τό 1945) εἶχε πεῖ μία φορά ὅτι ἡ Ἐκκλησία
εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ τό ὁποῖο, ἐνῶ συνεχῶς οἱ ἄνθρωποι ἀπορρίπτουν, σταυρώνεται κατά τή διάρκεια τῶν αἰώνων γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου. Αὐτός εἶναι ὁ δρόμος τῆς Ἐκκλησίας, αὐτός εἶναι ὁ δικός μας ὁ δρόμος, αὐτό εἶναι τό μήνυμα τό ὁποῖο μᾶς φέρνει ἡ ἔνδοξη μά τρομακτική αὐτή γιορτή τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου ἀπό τό δίκαιο Συμεών.

     Πλησιάζουμε στίς ἑβδομάδες ἐκεῖνες οἱ ὁποῖες μᾶς προπαρασκευάζουν γιά τήν Τεσσαρακοστή, τήν Ἁγία Ἑβδομάδα καί τήν Ἀνασταση• εἴμαστε ἤδη κοινωνοί τοῦ Θανάτου καί τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ καί ὅμως ὀφείλουμε ξανά καί ξανά νά ἀκολουθήσουμε τό μονοπάτι• αὐτό τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας καί νά τό κάνουμε τρόπο ζωῆς μας πάντοτε, ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία, ὅπου καί ἄν συμβεῖ νά βρεθοῦμε: εἴμαστε τό σταυρωμένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ τό ὁποῖο προσφέρεται ἀπό τό Θεό, τό ὁποῖο πέρα κι ἀπ' αὐτό, καθ' ὁμοίωση τοῦ Χριστοῦ, προσφέρει τό ἴδιο τόν ἑαυτό του γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου.

Ἀπό τό βιβλίο «Ἡμέρα Κυρίου», ἔκδ. Ἀκρίτας.

·    Πατερικὴ Σοφία

Νά, εὐκαιρία ἀναγεννήσεως· ἄς γίνουμε οὐράνιοι. Νά, καιρός ἀναδημιουργίας· ἄς ξαναβροῦμε τόν πρῶτο Ἀδάμ 

     Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου

     Ἀκοῦστε λοιπόν τή φωνή τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία σ' ἐμένα μέν, τόν ὀπαδό καί τόν ἐξηγητή τῶν τέτοιων πραγμάτων, ἀκούγεται πολύ δυνατά, μακάρι δέ νά ἀκουσθεῖ καί σέ σᾶς: «Ἐγώ εἶμαι τό φῶς τοῦ κόσμου» καί γι' αὐτό τό λόγο «πλησιάστε τόν καί πάρετε φῶς, καί τά πρόσωπά σας δέν θά σκιασθοῦν ἀπό ντροπή», ἐπειδή ἔχουν τήν σφραγίδα τοῦ ἀληθινοῦ φωτός.

     Νά, εὐκαιρία ἀναγεννήσεως· ἄς γίνουμε οὐράνιοι. Νά, καιρός ἀναδημιουργίας· ἄς ξαναβροῦμε τόν πρῶτο Ἀδάμ. Νά μήν μείνουμε ἐκεῖνο πού εἴμαστε, ἀλλά νά γίνουμε ἐκεῖνο πού κάποτε εἴμαστε. «Τό φῶς φωτίζει μέσα στό σκοτάδι μέ τήν παροῦσα ζωή καί τή σάρκα. Καί τό καταδιώκει μέν, ἀλλά δέν κατορθώνει νά τό ἐξουδετερώσει τό σκοτάδι, ἡ ἐχθρική δηλαδή δύναμη, ἡ ὁποία ἐπιτίθεται μέν ἀπό θρασύτητα σ' ἐκεῖνον πού μοιάζει στόν Ἀδάμ, ἀλλά πέφτει ἐπάνω στό Θεό καί νικιέται, γιά νά ρίχνουμε ἀπό πάνω μας τό σκοτάδι καί νά πλησιάζουμε στό φῶς καί νά γινόμαστε τέλειο φῶς, παιδιά τελείου φωτός. Βλέπετε τήν ὡραιότητα τῆς ἡμέρας; Βλέπετε τή δύναμη τοῦ μυστηρίου; Δέν ἔχετε ὑψωθεῖ ἀπό τή γῆ; Δέν ἀνεβήκατε πιό πάνω, βοηθούμενοι ἀπό τή δική μου φωνή καί τούς λόγους μου; Θά τοποθετηθεῖτε δέ ἀκόμη ὑψηλότερα ὅταν θά βοηθήσει ὁ Λόγος τό δικό μου λόγο. [...]

     Ὁ Ἰωάννης ὅμως βαπτίζει καί ἔρχεται νά βαπτισθεῖ ὁ Ἰησοῦς, γιά νά ἁγιάσει μέν ἐνδεχομένως καί τόν βαπτιστή, ὅπως εἶναι δέ καταφανές, γιά νά θάψει μέσα στό νερό ὅλον τόν παλαιό Ἀδάμ καί νά ἁγιάσει πρίν ἀπ' αὐτούς καί γιά χάρη τούς τόν Ἰορδάνη. Ὅπως δέ ὁ ἴδιος ἦταν Πνεῦμα καί σάρκα, ἔτσι δίνει τήν πνευματική ὁλοκλήρωση μέ Πνεῦμα καί νερό. Ὁ βαπτιστής δέν δέχεται καί ὁ Ἰησοῦς ἀγωνίζεται (νά τόν πείσει). «Ἐγώ ἔχω ἀνάγκη νά βαπτισθῶ ἀπό σένα» λέει τό λυχνάρι στόν Ἥλιο, ἡ φωνή στό Λόγο, ὁ φίλος στόν Νυμφίο, ὁ ἀνώτερος ἀπό κάθε ἄλλο γέννημα γυναίκας στόν Πρωτότοκο ὁλόκληρής της δημιουργίας, ἐκεῖνος πού σκίρτησε ἐνῶ βρισκόταν μέσα στήν κοιλιά σ' ἐκεῖνον πού προσκυνήθηκε μέσα στήν κοιλιά, ἐκεῖνος πού προέτρεξε καί ὁ ὁποῖος θά προστρέξει σ' ἐκεῖνον πού φάνηκε καί θά φανεῖ. «Ἐγώ ἔχω ἀνάγκη νά βαπτισθῶ ἀπό σένα» - πρόσθεσε καί «δί' ἐσέ» (διότι γνώριζε ὅτι ἐπρόκειτο νά βαπισθεῖ μέ τό μαρτύριο) η, ὅπως ὁ Πέτρος, τό ὅτι θά καθαρίσεις ὄχι μόνον τά πόδια - «καί σύ ἔρχεσαι πρός ἐμέ;». Καί τοῦτο εἶναι προφητικό. Διότι γνώριζε ὅτι ὅπως μετά τόν Ἡρώδη ἐπρόκειτο νά καταληφθεῖ ἀπό μανία ὁ Πιλάτος, ἔτσι καί μετά ἀπ' αὐτόν, ὁ ὁποῖος θά ἔφευγε προηγουμένως, θά ἀκολουθοῦσε ὁ Ἰησοῦς. Τί δέ λέει ὁ Ἰησοῦς; «Ἄφησε τώρα τίς ἀντιρρήσεις», διότι αὐτό ἀπαιτοῦσε τό θεῖο σχέδιο. Διότι γνώριζε ὅτι μετά ἀπό λίγο ἐπρόκειτο νά βαπτίσει αὐτός τόν βαπτιστή. Τί δέ εἶναι τό φτυάρι; Ἡ κάθαρση. Τί εἶναι δέ τό πῦρ; Τό κάψιμο κάθε ἀνόητου πράγματος καί ἡ ἀναζωπύρωση τοῦ πνεύματος. Τί εἶναι δέ ἡ ἀξίνα; Τό κόψιμο τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία, ἀφοῦ ἔχει γεμίσει μέ ἀκαθαρσίες, ἔχει καταστεῖ ἀθεράπευτη. Τί εἶναι δέ τό μαχαίρι; Ἡ τομή τήν ὁποία κάνει ὁ Λόγος καί ἡ ὁποία ξεχωρίζει τό κακό ἀπό τό καλό καί τόν πιστό ἀπό τόν ἄπιστο καί ἡ ὁποία κάνει τόν υἱό καί τή θυγατέρα καί τήν νύμφη νά ἐπαναστατοῦν κατά τοῦ πατέρα καί τῆς μητέρας καί τῆς πεθερᾶς, καί τά νέα καί πρόσφατα (νά ἐπαναστατοῦν) κατά τῶν παλαιῶν τά ὁποία εἶναι σκιώδη. Τί εἶναι δέ τό κορδόνι τοῦ ὑποδήματος, πού δέ μπορεῖς νά λύσεις σύ πού βαπτίζεις τόν Ἰησοῦ, πού ἔζησες στήν ἔρημο μέ νηστεία, ὁ νέος Ἠλίας, ὁ ὁποῖος εἶσαι κάτι ἀνώτερο καί ἀπό προφήτη, ἀφοῦ εἶδες καί ἐκεῖνον πού εἶχες προφητεύσει καί ποῦ συνδέεις τήν Πάλαια μέ τήν Καινή Διαθήκη; Τί εἶναι αὐτό; Ἐνδεχομένως ὁ λόγος γιά τήν ἔλευση στή γῆ καί περί τῆς σαρκός, τοῦ ὁποίου καί τό ἐλάχιστο ἀκόμη τμῆμα εἶναι ἀδύνατο νά γίνει κατανοητό, ὄχι μόνον σ' ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀκόμη σαρκικό φρόνημα καί εἶναι ἀκόμη νήπια στό Χριστιανισμό, ἀλλά καί σ' ἐκείνους οἱ ὁποῖοι διαθέτουν τό Πνεῦμα τοῦ Ἰωάννη.

     Ἀλλά καί ἀνεβαίνει ἀπό τό νερό ὁ Ἰησοῦς. Ἀνεβάζει δέ μαζί του καί τόν κόσμο καί βλέπει νά σχίζονται οἱ οὐρανοί, τούς ὁποίους ὁ Ἀδάμ εἶχε κλείσει γιά τόν ἑαυτό του καί γιά τούς ἀπογόνους του, ὅπως εἶχε κλείσει καί μέ τή φλογίνη ρομφαία τόν παράδεισο. Καί τό Πνεῦμα μαρτυρεῖ τή Θεότητα (διότι τό ὅμοιο σπεύδει πρός τό
ὅμοιο) καί ἡ φωνή ἀπό τούς οὐρανούς (διότι ἀπ' ἐκεῖ προερχόταν ἐκεῖνος γιά τόν ὁποῖον διδόταν ἡ μαρτυρία). Ἐμφανίζεται δέ σάν περιστέρι (διότι τιμᾶ τό σῶμα, ἀφοῦ καί αὐτό γίνεται Θεός μέ τή θέωση, ὅταν αὐτή θεωρεῖται ἀπό τήν πλευρά τοῦ σώματος) καί λόγω του ὅτι εἶναι ἀπό πολύ παλαιά συνηθισμένο νά φέρει τήν εὐχάριστη ἀγγελία τῆς παύσεως τοῦ κατακλυσμοῦ τό περιστέρι.

·    Διδάγματα ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ

     Εἶπε ὁ ἀββάς Ἠσαΐας: «Τή σιωπή νά τήν ἀγαπᾶς περισσότερο ἀπό τό λόγο, γιατί ἡ σιωπή φέρνει θησαυρό, ἐνῶ ἡ ὁμιλία τόν διασκορπίζει».

·    Ἀπὸ τὴν ὑμνολογία τῆς περιόδου

     Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου

     «Μυστήριον παράδοξον, ἡ Βαβυλῶνος ἔδειξε κάμινος, πηγάσασα δρόσον· ὅτι ρείθροις ἔμελλεν, ἄϋλον πῦρ εἰσδέχεσθαι ὁ Ἰορδάνης, καί στέγειν σαρκί, βαπτιζόμενον τόν Κτίστην· ὅν εὐλογοῦσι Λαοί, καί ὑπερυψοῦσιν, εἰς πάντας τούς αἰῶνας».

     Ἡ Βαβυλωνία, λέγει, κάμινος, ἐπειδή ἀνέβλυσε δρόσον οὐρανίαν, διά τοῦτο ὑπέδειξε τό παράδοξον Μυστήριον, τό ὁποῖον ἠκολούθησε σήμερον εἰς τόν Ἰορδάνην· ἐφανέρωσε γάρ, ὅτι καθώς αὐτή ἐδέχθη μέσα εἰς τόν ἑαυτόν της τήν θεϊκήν δρόσον, τήν ὁποίαν ὀλίγην οὖσαν δέν ἐδυνήθη νά νικήσῃ ἡ τόση ὑπερβολική φωτία ὅπου εἶχεν, οὔτε νά ἐξατμίσῃ αὐτήν εἰς τόν ἀέρα, ἀλλά μᾶλλον ἡ ὑπερβολική της φωτία ἐνικήθη ἀπό τήν ὀλίγην δρόσον καί κατεσβέσθη· οὕτως ἐκ τοῦ ἐναντίου ὁ ροώδης καί ὑδατώδης ποταμός Ἰορδάνης ἔμελλε νά δεχθῇ μέσα εἰς τά ἰδικά του ρεῖθρα τό ἄϋλον πῦρ τῆς Θεότητος, καί νά στέξῃ: ἤτοι νά βαστάσῃ τόν Κτίστην τοῦ Παντός βαπτιζόμενον κατά τήν ἀνθρωπότητα· οὐ γάρ τό ἄϋλον καί θεῖον πῦρ ἐσβέσθη ἤ ἐνικήθη ἀπό τό ὑλικόν ρεῖθρον τοῦ Ἰορδάνου· αὐτό δέ μᾶλλον ἐνίκησε τό Ἰορδάνειον ρεῖθρον, καθώς καί ἐκεῖ τότε ἐνικήθη ἀπό τήν δρόσον ἡ κάμινος. Ἐπιφέρει δέ ὁ Μελωδός τό «Ὅν εὐλογοῦσι λαοί καί ὑπερυψοῦσιν εἰς πάντας τούς αἰῶνας». Διά νά δείξῃ, ὅτι εἶναι ὀγδόη Ὠδή, τῆς ὁποίας εἶναι χαρακτηριστικά τά λόγια αὐτά.

·    Ἕνας ἄγνωστος Ἅγιος

Ἡ Ἁγία Ξένη

     Ἡ Ἁγία Ξένη καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἀπὸ γενιὰ εὔπορη. Οἱ γονεῖς της ἐπιθυμοῦσαν νὰ τὴν νυμφεύσουν. Ἐνῶ ὅμως εἶχαν τὰ πάντα ἑτοιμασθεῖ γιὰ τὸν γάμο, ἐκείνη ἐγκατέλειψε τὴ νυφικὴ παστάδα καὶ διὰ θαλάσσης ἔφθασε στὴν πόλη τῶν Μυλασῶν. Στὰ Μύλασα μᾶλλον πῆγε καὶ ἐγκαταστάθηκε, ὕστερα ἀπὸ συμβουλὴ τοῦ μακαρίου μοναχοῦ Παύλου, ὁ ὁποῖος ἐμφανίστηκε στὴν Ὁσία μετὰ ἀπὸ θεῖο φωτισμό, ὅταν ἐκείνη πέρασε ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ἔγινε ὁ πνευματικός της καθοδηγητής.

     Στὰ Μύλασα, ἡ Ὁσία Ξένη ἔκτισε ἱερὸ ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Ἐκεῖ κτίσθηκαν καὶ κελιὰ ὅπου διέμεναν ἡ Ξένη καὶ λίγες ἄλλες παρθένες.
     Ἡ Ὁσία, ἀφοῦ διῆλθε τὴν ζωή της θεοφιλῶς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ὅταν παρέδωσε τὴν ἁγία της ψυχὴ στὸν Θεό, φάνηκε στὸν οὐρανὸ Σταυρός, ποὺ τὸν σχημάτιζαν ἀστέρες. Τὸν οὐράνιο αὐτὸ Σταυρὸ τὸν περιέκλειε χορὸς ἀστέρων, σὰν νὰ ἦταν στεφάνι τῆς Ὁσίας Ξένης, μὲ τὸ ὁποῖο τὴν ἐπιβράβευε ὁ Θεὸς γιὰ τὶς νηστεῖες της, τὶς ἀγρυπνίες της καὶ τὴν ἁγνότητα σώματος καὶ ψυχῆς. Ἡ μνήμη της τιμᾶται στίς 21 Ἱανουαρίου.