Ἡ διδακτικὴ ἱστορία ἑνὸς ἱερέως
Μιὰ ἱστορία λέει ὅτι ὁ ἱερέας τῆς ἐνορίας μιᾶς μικρῆς πόλης ἔφτασε στὸ ναὸ γιὰ νὰ τελέσει ἄλλη μιὰ βραδινὴ Θεία Λειτουργία, ἀλλὰ ἡ ὥρα περνοῦσε καὶ ὁ κόσμος δὲν ἐρχόταν.
Μετὰ ἀπὸ 15 λεπτὰ καθυστέρηση μπῆκαν τρία παιδιά, μετὰ ἀπὸ 20 λεπτὰ μπῆκαν δύο νέοι. Ἔτσι ὁ ἱερέας ἀποφάσισε νὰ ξεκινήσει τὴ Θεία Λειτουργία μὲ τὰ πέντε ἄτομα. Μετὰ μπῆκε ἕνα ζευγάρι ποὺ κάθισε στὰ τελευταῖα παγκάκια τῆς ἐκκλησίας.
Ὅταν ὁ ἱερέας κήρυξε καὶ ἐξήγησε τὸ Εὐαγγέλιο, ἕνας ἄλλος ἄνθρωπος μισοβρώμικος μπῆκε μὲ ἕνα σκοινὶ στὸ χέρι. Ἀπογοητευμένος κάπως ὁ ἱερέας τέλεσε τὴ Λειτουργία μὲ ἀγάπη καὶ κήρυξε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ ζῆλο.
Καθὼς ἐπέστρεφε ὅμως τὴ νύχτα στὸ σπίτι του, τὸν ἔκλεψαν καὶ τὸν ξυλοκόπησαν δύο κλέφτες, οἱ ὁποῖοι ἔκλεψαν τὸ χαρτοφύλακά του ὅπου εἶχε μέσα τὸ Εὐαγγέλιό του καὶ ἄλλα πολύτιμα πράγματα ..
Φτάνοντας στὸ σπίτι του ἔδεσε τὶς πληγές του καὶ σκέφτηκε γιὰ ἐκείνη τὴν ἡμέρα ὡς τὴν πιὸ θλιβερὴ μέρα τῆς ζωῆς μου, μιὰ ἀποτυχία τῆς διακονίας μου καὶ ἡ πιὸ ἄκαρπη μέρα τῆς καριέρας μου. ἀλλά... δὲν πειράζει, τὰ κάνω ὅλα μὲ τὸν Θεὸ καὶ γιὰ Ἐκεῖνον.
Μετὰ ἀπὸ πέντε χρόνια, ὁ ἱερέας ἀποφάσισε νὰ μοιραστεῖ αὐτὴ τὴν ἱστορία μὲ τοὺς ἐνορῖτες στὴν ἐκκλησία. Ὅταν τελείωσε νὰ λέει τὴν ἱστορία, ἕνα ζευγάρι σὲ ἐκείνη τὴν ἐνορία τὸν σταμάτησε καὶ εἶπε: «Πατέρα, τὸ ζευγάρι ποὺ καθόταν πίσω ἤμασταν ἐμεῖς. Ἤμασταν στὰ πρόθυρα τοῦ χωρισμοῦ λόγῳ πολλῶν προβλημάτων καὶ διαφωνιῶν στὸ σπίτι μας. Ἐκεῖνο τὸ βράδυ ἀποφασίσαμε τελικὰ νὰ χωρίσουμε, ἀλλὰ πρῶτα ἀποφασίσαμε νὰ ἔρθουμε στὴν ἐκκλησία γιὰ τελευταία φορὰ ὡς ζευγάρι καὶ μετὰ ὁ καθένας θὰ ἀκολουθοῦσε τὸ δρόμο του. Ἐν τῷ μεταξὺ ἐκεῖ, ἀφήσαμε στὴν ἄκρη τὴ σκέψη τοῦ διαζυγίου ἀφοῦ ἀκούσαμε τὸ κήρυγμα σας. Ὡς ἀποτέλεσμα, σήμερα εἴμαστε ἐδῶ μὲ τὸ σπίτι καὶ τὴν οἰκογένειά μας».
Καθὼς μιλοῦσε τὸ ζευγάρι, ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ἐπιτυχημένους ἐπιχειρηματίες ποὺ βοήθησε στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων αὐτῆς τῆς ἐκκλησίας χαιρέτησε ζητῶντας νὰ μιλήσει κι αὐτός . Καὶ δίνοντάς του τὴν εὐκαιρία, ὁ ἐπιχειρηματίας εἶπε: «Πατέρα, εἶμαι ὁ ἄνθρωπος ποὺ μπῆκα μισοβρώμικος μὲ ἕνα σκοινὶ στὸ χέρι. Ἤμουν στὰ πρόθυρα τῆς χρεοκοπίας, χαμένος στὰ ναρκωτικά, ἡ γυναῖκα μου καὶ τὰ παιδιά μου εἶχαν φύγει ἀπὸ τὸ σπίτι λόγῳ τῆς συμπεριφορᾶς μου. Ἐκεῖνο τὸ βράδυ προσπάθησα νὰ αὐτοκτονήσω ἀλλὰ τὸ σκοινὶ ἔσπασε κι ἔτσι βγῆκα νὰ ἀγοράσω ἄλλο. Ὅταν βγῆκα στὸ δρόμο, εἶδα τὴν ἐκκλησία ἀνοιχτή, ἀποφάσισα νὰ μπῶ μέσα παρ' ὅλο ποὺ ἤμουν πολὺ βρώμικος καὶ εἶχα ἕνα σκοινὶ στὸ χέρι. Ἐκεῖνο τὸ βράδυ, ἡ ὁμιλία σου διαπέρασε τὴν καρδιά μου καὶ ἔφυγα ἀπὸ ἐδῶ ἕνας ἀλλαγμένος ἄνθρωπος. Σήμερα ἔχω σταματήσει τὰ ναρκωτικά, ἡ οἰκογένειά μου ἦρθε σπίτι καὶ ἔγινα ὁ πιὸ ἐπιτυχημένος ἐπιχειρηματίας στὴν πόλη».
Στὴν πύλη τῆς εἰσόδου τότε ὁ Διάκονος φώναξε: «Πάτερ μου νὰ ἐξομολογηθῶ κι ἐγὼ δημόσια, ἤμουν ἕνας ἀπὸ ἐκείνους τοὺς κλέφτες ποὺ ἔκλεψαν τὰ ὑπάρχοντά σου. Ὁ ἄλλος πέθανε τὸ ἴδιο βράδυ ἐνῷ κάναμε τὴ δεύτερη ληστεία. Στὸν χαρτοφύλακά σου ὑπῆρχε τὸ Εὐαγγέλιο . Τὸ διάβαζα κάθε φορὰ ποὺ ξυπνοῦσα τὸ πρωί. Μετὰ ἀπὸ ὅλο αὐτὸ τὸ διάβασμα, ἀποφάσισα νὰ τὸ ἐφαρμόσω στὴ ζωή μου καὶ νὰ συμμετάσχω σὲ αὐτὴ τὴν ἐκκλησία».
Ὁ ἱερέας σοκαρίστηκε καὶ ἄρχισε νὰ κλαίει μαζὶ μὲ τοὺς πιστούς. Ἄλλωστε, ἡ νύχτα ποὺ θεώρησε ὡς νύχτα ἀποτυχίας ἦταν ἡ πιὸ γόνιμη τῆς διακονίας του.
Ἀσκῆστε τὸ κάλεσμα τοῦ Θεοῦ στὴν ἐργασία σας ἢ σὲ ὅποια ἀποστολὴ ἐργάζεστε μὲ πίστη, ἀφοσίωση καὶ ζῆλο.
Δῶσε τὸ καλύτερο κάθε μέρα, γιατί μπορεῖ νὰ εἶσαι ὄργανο καλοῦ γιὰ τὴ ζωὴ κάποιου.
Στὶς χειρότερες μέρες τῆς ζωῆς σας μπορεῖτε νὰ εἶστε εὐλογία γιὰ κάποιον ἄλλο.
Ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ χρησιμοποιήσει τὶς «κακὲς συνθῆκες» μιᾶς ζωῆς γιὰ νὰ παράγει τὸ καλύτερο γιὰ τοὺς ἄλλους. Δόξα τῷ Θεῷ
Δὲν γνωρίζουμε τὸν Θεὸ ἀπὸ τὴν οὐσία Του, ἀλλὰ ἀπὸ τὰ θαυμαστὰἔργα Τοῦ καὶ τὴν Πρόνοια Τοῦ γιὰ τὰ ὄντα!
Ἀπὸ αὐτά, σὰν μέσα σὲ καθρέπτη βλέπουμε τὴν ἄπειρη ἀγαθότητα καὶ δύναμή Του!!