Ἡ ὥρα τῆς κρίσεως
Ὁ Παράδεισος
Ἡ ὥρα εἶναι μοναδικὴ καὶ συγκλονιστική. Ὁ Θεάνθρωπος Κύριος ἔρχεται μέσα στὴ θεϊκή του δόξα γιὰ νὰ κρίνει τὴν ἀνθρωπότητα. Τὸν συνοδεύουν οἱ ἀμέτρητες στρατιὲς τῶν ἁγίων ἀγγέλων. Μπροστὰ στὸν ἔνδοξο θεϊκό του θρόνο ἔχουν συγκεντρωθεῖ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ὅλων τῶν αἰώνων. Κι ὁ μέγας Κριτὴς χωρίζει τοὺς ἀνθρώπους, ὅπως ὁ βοσκὸς χωρίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ γίδια. Στὰ δεξιὰ τοῦ βάζει τοὺς δίκαιους καὶ στὰ ἀριστερά του τοὺς ἀμετανόητους ἁμαρτωλούς. Ἐκείνη τὴ φοβερὴ ὥρα ἀκούγεται ἡ θεϊκὴ φωνὴ τοῦ οὐρανίου Κριτοῦ πρὸς τοὺς δικαίους: Ἐλᾶτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου, νὰ κληρονομήσετε τὴ Βασιλεία ποὺ εἶναι ἑτοιμασμένη γιὰ ἐσᾶς ἀπὸ τότε ποὺ δημιουργήθηκε ὁ κόσμος. Διότι πείνασα καὶ μοῦ δώσατε τροφή, δίψασα καὶ μοῦ δώσατε νερό, ἤμουν ξένος καὶ μὲ φιλοξενήσατε, γυμνὸς καὶ μὲ ντύσατε, ἄρρωστος καὶ μὲ ἐπισκεφθήκατε, φυλακισμένος καὶ ἤλθατε νὰ μὲ παρηγορήσετε.
Καὶ οἱ δίκαιοι μὲ ἔκπληξη καὶ ἀπορία θὰ ποῦν: Κύριε, πότε Σὲ εἴδαμε πεινασμένο, διψασμένο, ξενιτεμένο, γυμνό, ἄρρωστο, φυλακισμένο καὶ Σοὺ δείξαμε ἀγάπη; Καὶ θὰ ἀποκριθεῖ ὁ Κριτής: Ἐφόσον τὸ κάνατε στοὺς ἄσημους ἀδελφούς μου, εἶναι σὰν νὰ τὸ κάνατε σὲ μένα. Ἐλᾶτε λοιπὸν στὴ Βασιλεία μου.
Πῶς ὅμως θὰ εἶναι αὐτὴ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ὅποιες λέξεις κι ἂν χρησιμοποιήσουμε δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ περιγράψουμε τὴν ἀσύλληπτη ὡραιότητα τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ὅπως ἀκριβῶς ἕνας ἐκ γενετῆς τυφλὸς δὲν μπορεῖ νὰ περιγράψει τὴν ὡραιότητα τῆς φύσεως. Ἡ Ἁγία Γραφὴ βέβαια παρουσιάζει συμβολικὲς εἰκόνες τοῦ Παραδείσου, ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει ὅτι σὰν αὐτὰ ποὺ ἑτοίμασε ὁ Θεὸς γι' αὐτοὺς ποὺ Τὸν ἀγαποῦν, «ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη» (Α' Κόρ. β' 9). Ἡ ζωὴ τοῦ Παραδείσου ὄχι μόνο ἐν μπορεῖ νὰ περιγραφεῖ, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ συγκριθεῖ μὲ καμιὰ ἅγια χαρὰ τοῦ κόσμου αὐτοῦ. Ἀπὸ τὴ ζωὴ ἐκείνη θὰ ἀπουσιάζει κάθε «ὀδύνη, λύπη καὶ στεναγμός». Ἐκεῖ δὲν θὰ ὑπάρχουν ἀδικίες, ἀρρώστιες, θάνατος. Ἐκεῖ θὰ ἔχουν σβήσει ὅλα τὰ πάθη. Ἐκεῖ ὅλα θὰ εἶναι γεμάτα χαρά. Ὅλα θὰ εἶναι φῶς. Ἡ μεγαλύτερη ὅμως χαρὰ καὶ εὐτυχία μας θὰ εἶναι ὅτι θὰ βλέπουμε διαρκῶς «πρόσωπον πρὸς πρόσωπον» τὸ ἀπαστράπτον πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.
Τὰ μάτια μας δὲν θὰ χορταίνουν νὰ βλέπουν τὴ δόξα του· τὰ αὐτιά μας νὰ ἀκοῦν τὴ φωνή του καὶ τὶς γλυκύτατες ψαλμωδίες τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν ἁγίων, τὸ στόμα μας νὰ δοξολογεῖ ἀκατάπαυστα τὸν βασιλέα μας· τὰ χέρια μας νὰ ὑψώνονται πρὸς Αὐτόν. Ἐκεῖ θὰ λάμπουμε ὅλοι ὅπως ὁ ἥλιος καὶ θὰ μοιάζουμε στὴ μορφὴ καὶ τὴ δόξα μὲ τὸν Χριστό μας. Ἐκεῖ θὰ γίνουμε κατὰ χάριν θεοί. Ἐκεῖ... Ἀλλὰ μέχρι νὰ φθάσουμε ἐκεῖ, ἂς στραφοῦμε πρὸς τὰ ἐκεῖ κάθε μέρα τὸ νοῦ μας κι ἂς πλημμυρίσει τὴν καρδιά μας ὁ πόθος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἡ κόλαση
Κατόπιν ὁ Κύριος θὰ στρέψει τὸ βλέμμα Τοῦ ἀριστερὰ στοὺς ἀμετανόητους ἁμαρτωλοὺς καὶ θὰ τοὺς πεῖ: Φύγετε ἀπὸ κοντά μου στὸ πῦρ τὸ αἰώνιο, ποὺ ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιὰ τὸν διάβολο καὶ τοὺς δαίμονες. Διότι ἐπείνασα, καὶ δὲν μοῦ δώσατε τροφή, δίψασα, καὶ δὲν μοῦ δώσατε νερό, ἤμουν ξένος, καὶ δὲν μὲ φιλοξενήσατε, γυμνὸς καὶ δὲν μὲ ντύσατε, ἄρρωστος, καὶ δὲν μὲ ἐπισκεφθήκατε, φυλακισμένος, καὶ δὲν ἤλθατε νὰ μὲ παρηγορήσετε.
Τότε αὐτοὶ θὰ Τοῦ ἀποκριθοῦν: Πότε Σὲ εἶδα, Κύριε, πεινασμένο, διαψασμένο, ξενιτεμένο, γυμνό, ἄρρωστο, φυλακισμένο καὶ δὲν Σὲ ὑπηρετήσαμε; Καὶ ὁ Κριτὴς θὰ τοὺς ἀπαντήσει: Καθετὶ ποὺ δὲν κάνατε στοὺς ἄσημους ἀδελφούς μου, οὔτε σὲ μένα τὸ κάνατε. Τότε θὰ φύγουν αὐτοὶ στὴν αἰώνια κόλαση.
Πῶς θὰ ζοῦν ἀλήθεια οἱ ἄνθρωποι στὴν αἰώνια κόλαση; Ὅ,τι καὶ νὰ πεῖ κανείς, ἐλάχιστα μπορεῖ νὰ περιγράψει τὴ φρίκη τῆς κολάσεως. Ἐκεῖ οἱ κολασμένοι θὰ ὑποφέρουν φρικτά. Θὰ δοκιμάζουν ὀδυνηροὺς πόνους, ἀκατάπαυστη δίψα, ἀφόρητη ἀγωνία, τύψεις βασανιστικές, ἀπελπισία καὶ θάνατο. Διότι θὰ εἶναι περικυκλωμένοι ἀπὸ τοὺς μισάνθρωπους δαίμονες καὶ ἀπὸ ὅλους τους κολασμένους ἀνθρώπους. Ἐπιπλέον θὰ βλέπουν αἰωνίως μέσα τοὺς τὰ ἀποτυπώματα τῶν ἁμαρτιῶν τους, καὶ ἡ ντροπὴ ποὺ θὰ δοκιμάζουν θὰ εἶναι φοβερή. Θὰ ὑποφέρουν ἀκόμη, διότι θὰ στεροῦνται ὅλα ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἀπήλαυσαν στὴν ἐπίγεια ζωή τους.
Τὸ μεγαλύτερο ὅμως μαρτύριο τῶν κολασμένων θὰ εἶναι ὅτι θὰ ζοῦν χωρὶς Θεό. Καὶ μία μόνο ἀκτίνα τῆς δόξας τοῦ ἂν εἶχαν, ἀμέσως ὁ ἅδης θὰ γινόταν Παράδεισος! Οἱ κολασμένοι θὰ ὑποφέρουν μακριὰ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καὶ δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη φρίκη ἀπὸ τὴν αἰωνιότητα νωρὶς τὸν Χριστό! Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη κόλαση ἀπὸ τὸ νὰ χάσουμε τὴν Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ὅλος φῶς, ὅλος ζωή, ὅλος ὡραιότητα.
Ἐκεῖνο λοιπὸν τὸ ὁποῖο πρέπει κυρίως νὰ φοβόμαστε ὡς πρὸς τὴν κόλαση εἶναι ἡ αἰώνια στέρηση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Γι' αὐτὸ ἂς ἀγαπήσουμε ἀπὸ τώρα τὸν Κύριο καὶ τὶς ἅγιες καὶ σωτήριες ἐντολές του κι ἂς ἀγωνιζόμαστε καθημερινὰ νὰ ζοῦμε ὅπως θέλει Ἐκεῖνος. Γιὰ νὰ ἀντικρίσουμε κι ἐμεῖς τὸ ὁλοφώτεινο πρόσωπό του καὶ νὰ ἀκούσουμε τὴ γλυκύτατη φωνή του νὰ μᾶς καλεῖ κοντά του.
Χριστιανική Φοιτητική Δράση