Ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ καί ὁ πόλεμος τῶν ἡδονῶν
Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
Συλλογίσου ἀδελφέ, ὅτι ὁ Χριστός μέ τή γέννησή του ἦρθε νά πολεμήσει τόν ἄτακτο ἔρωτα τῶν ἡδονῶν μέ τίς ὀδύνες καί τούς πόνους πού δοκίμασε. Ὁ σαρκικός ἄνθρωπος δέν πιστεύει πώς ὑπάρχει ἄλλη ἀπόλαυση, ἐκτός ἀπό ἐκείνη τῶν αἰσθήσεων. Γι' αὐτό δέν τίς ἐξουσιάζει, ὅπως πρέπει σέ ἕνα λογικό πλάσμα, ἀλλά ἀφήνει τόν ἑαυτό του νά φέρεται σάν ἄλογο ζῶο καί νά πλανᾶται ἀπό αὐτές, καί γιά νά χαίρεται, τρέχει χωρίς χαλινάρι σέ ὅλες τίς παρανομίες. Ζητάει σάν σκοπό τήν ἡδονή καί τήν νομίζει δικαίωμά του, ἄν καί τήν βρίσκει στίς μεγαλύτερες ἀτιμίες καί ἀκαθαρσίες. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ συμπαθώντας αὐτή τήν τυφλότητα ἦρθε γιά νά νικήσει καί νά γιατρέψει αὐτό τό μεγάλο σφάλμα. Γι' αὐτό καί ἐνῶ μποροῦσε νά γεννηθεῖ μέ ἕνα τραχύ σῶμα ὥριμου ἄνδρα, θέλησε νά γεννηθεῖ μέ ἕνα ἁπαλό σῶμα βρέφους γιά νά αἰσθανθεῖ τήν ὀδύνη, καί ἀκολούθως γιά νά πάθει περισσότερο. Καί ὕστερα ἀπό τή βασανιστική φυλακή, πού ὑπέμεινε ἐννιά μῆνες μέσα στήν κοιλιά τῆς Παρθένου, θέλησε νά ὑποφέρει ὅλα τά βάσανα καί τίς ὀδύνες τῆς νηπιότητας, σάν νά μήν εἶχε τή χρήση τοῦ λογικοῦ.
Τοῦ ἄξιζε ἐξ ἀρχῆς νά λάβει ἕνα σῶμα, ὄχι μόνο τελειότερο ἀπό τό σῶμα τοῦ Ἀδάμ, ἀλλά ἕνα σῶμα ἀπαθές, ἀνώδυνο, μακάριο καί ἄξιο κατοικητήριο τῆς ἐπίσης μακάριας ψυχῆς του. Ὡστόσο, ἀντί γιά αὐτό λαμβάνει ἕνα σῶμα πολύ ἁπαλό, πολύ λεπτό καί τρυφερότατο, πού νιώθει κάθε βάσανο καί ἔχει φτιαχτεῖ ἐπί τούτου γιά νά μπορεῖ νά δέχεται ἀπό ὅλες τίς αἰσθήσεις ὅλους τους πόνους, καθώς καί τό πέλαγος δέχεται ὅλους τους ποταμούς. Γι' αὐτό καί παρομοιάζει ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του μέ τό σκουλήκι, ὄχι μόνο ἐπειδή γεννήθηκε χωρίς σπέρμα ὅπως γεννιοῦνται κάποια εἴδη σκουληκιῶν, ἀλλά καί ἐπειδή τό σῶμα τοῦ εἶχε τήν αἴσθηση καί τήν τρυφερότητα τῶν σκουληκιῶν: "ἐγώ δέ εἴμι σκώληξ καί οὐκ ἀνθρωπος" (Ψάλμ. κά΄ 6). Γι' αὐτό καί μόλις γεννήθηκε, μέ τήν ἁφή δέχθηκε τήν προσβολή τῆς ψυχρότητας τοῦ ἀέρα καί τοῦ νοτισμένου σπηλαίου, μέ τή φωνή κλαυθμυρίζει, μέ τήν ὄσφρηση αἰσθάνεται τή βρῶμα τῆς φάτνης καί τῶν ἄλογων ζώων, μέ τήν ὅραση βλέπει ἕνα σκοτεινό ἀκαλλές καί ἄχαρο σπήλαιο, καί μέ τήν ἀκοή δέν ἀκούει τίποτε ἄλλο παρά τραχιές φωνές ζώων. Δηλαδή, μόλις γεννήθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἀφιερώνει τίς ἀπαρχές τῆς ζωῆς του σέ μία ἀκραία στεναχώρια καί ἔνδεια ὅλων τῶν ἀναπαύσεων καί σέ κάθε λογής ὀδύνη καί βάσανο, στό ὁποῖο ἦταν δεκτική ἡ ἡλικία του.
Ἄχ! ἀφῆστε μέ νά πάω κοντά στή φάτνη καί νά πῶ στόν Ἰησοῦ: "τί εἶναι αὐτή ἡ ἄκρα συγκατάβασή σου, γλυκύτατε Ἰησοῦ μου; Ἐσύ εἶσαι ἐκεῖνος ὁ ἐπιθυμητός ἀπό ὅλα τά ἔθνη Μεσσίας καί εὐθύς γεννήθηκες μέ τέτοια βάσανα;". "Ναι", μοῦ ἀποκρίνεται. "Αυτό ἦταν ἀπ' ἀρχῆς τό θέλημα τοῦ οὐράνιου Πατέρα μου, νά ἀναιρεθεῖ ἡ ἡδονή μέ τήν ὀδύνη καί αὐτό τό πατρικό θέλημα ἦρθα νά ἐκπληρώσω ἐγώ ἀμέσως μόλις γεννήθηκα στόν κόσμο, ὅπως εἶχε προείπει ἐκ μέρους μου ὁ Δαβίδ καί μέ τόν Δαβίδ ὁ Ἀπόστολος. Γιατί λέει, εἰσερχόμενος στόν κόσμο "θυσίαν καί προσφοράν οὐκ ἠθέλησας, σῶμα δέ κατηρτίσω μοί· τότε εἶπον· ἰδού ἤκω, τοῦ ποιῆσαι ὁ Θεός τό θέλημα σού" (Ἑβρ. ι΄ 5).
Τώρα ἐσύ ἀγαπητέ ἀναγνώστη, γίνε κριτής ἀνάμεσα στό Χριστό καί τόν κόσμο, καί ἀποφάσισε ποιός πρόκειται νά σέ ἐξουσιάζει, ὁ Χριστός ἤ ὁ κόσμος; Ποιόν πρέπει νά ἀκολουθεῖς; Ἐκεῖνον ποῦ θέλει τή σωτηρία σου μέ τήν ὀδύνη, ἤ ἐκεῖνον ποῦ ζητᾶ τήν ἀπώλειά σου μέ τήν ἡδονή; Προφανῶς τό πρῶτο. Ἐπειδή ὁ "Χριστός ἐπαθεν ὑπέρ ὑμῶν, ὑμίν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν, ἴνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτού" (Α΄ Πετρ. β΄ 21). Καί λοιπόν ἐπειδή ὁ κόσμος εἶναι τόσο τυφλός, πού ὄχι μόνο δέ γνωρίζει τήν ἀλήθεια, ἀλλά οὔτε μπορεῖ νά τή γνωρίσει, ὅπως λέει ἡ ἴδια ἡ αὐτοαλήθεια -"τό πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὅ ὁ κόσμος οὐ δύναται λαβεῖν, ὅτι οὐ θεωρεῖ αὐτό, οὐδέ γινώσκει αὐτό" (Ἰωάν. ιδ΄ 17)-, ἐάν ἐσύ θελήσεις νά ὑπηρετεῖς αὐτόν τόν τυφλό, καί ἀντέξεις νά κυβερνᾶς τή ζωή σου μέ τά διατάγματά του, πού φυσικά εἶναι ψευδῆ, τί ταλαίπωρος πού θά 'σαί! Ἐπειδή παραδόθηκες μονάχος σου στά χέρια τοῦ θανατηφόρου ἐχθροῦ σου, ὅπως ὁ Σαμψῶν στά χέρια τῶν ἀλλοφύλων, καί ἔγινες φανερός ἀποστάτης τοῦ Κυρίου, τοῦ μεγάλου εὐεργέτη σου, θέλοντας νά ὑπηρετεῖς τίς αἰσθήσεις σου μέ τίς ἡδονές καί προτιμώντας μία ζωή τρυφηλή, μαλθακή καί ἡδονική, τήν ὁποία τόσο μίσησε ὁ Ἰησοῦς, ἀκόμη ἀπό τή γέννησή του, ἄν καί αὐτή θεωρεῖται ἀπό τούς ἄφρονες ὅτι εἶναι ἄμεμπτη καί ἀθώα.
Ἄχ ἀδελφέ! καί τό πιστεύεις ἐσύ ποτέ, ὅτι ἡ ἄπειρη σοφία τοῦ Θεοῦ θά βασάνιζε τόσο πολύ τό πανάγιο σῶμα της, ὄχι μόνο στή γέννησή του, ἀλλά καί σέ ὅλη τή ζωή του καί στό θάνατό του, ἄν δέν ἦταν ἀναγκαῖο γιά σένα νά ἀποφεύγεις τίς ἡδονές καί νά σκληραγωγεῖς τό σῶμα σου; Καί τί θά σέ ὠφελήσει αὐτή ἡ μάταιη πρόφαση πού λές, ὅτι ὁ Χριστός δέ σέ προστάζει μέ συγκεκριμένη ἐντολή νά ἀπέχεις ἀπό τίς ἡδονές καί τίς ἀναπαύσεις τῶν αἰσθήσεων καί τοῦ σώματος, ἀλλά μόνο μέ τή συμβουλή του, πού λέει "ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοί" (Μάρκ. η΄ 35); Ἔτσι μετρᾶς ἐσύ τίς συμβουλές τῆς ἄκτιστης σοφίας, προφασιζόμενος προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις καί θέλοντας νά ζεῖς τήν τρυφηλή ζωή σου; Μάθε ὅτι πρέπει νά μιμεῖσαι τόν Ἰησοῦ Χριστό, ἄν θέλεις νά εἶσαι προορισμένος γιά τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἐπειδή δέν εἶναι δυνατόν μία ζωή γεμάτη ἀπό ἡδονές νά συμφωνήσει μέ τό παράδειγμα τῆς βασανισμένης ζωῆς τοῦ λυτρωτῆ. Καί ἄκουσε ἐκεῖνες τίς φοβερές ἀποφάσεις πού φωνάζει μέ δυνατή φωνή μέσα ἀπό τή φάτνη τό βρέφος Ἰησοῦς: "οὐαί ὑμίν τοῖς πλουσίοις, ὅτι ἀπέχετε τήν παράκλησιν ὑμῶν· οὐαί ὑμίν οἱ ἐμπεπλησμένοι, ὅτι πεινάσετε· οὐαί ὑμίν οἱ γελῶντες νῦν, ὅτι πενθήσετε καί κλαύσετε· οὐαί ὑμίν ὅταν καλῶς ὑμᾶς εἴπωσι πάντες οἱ ἄνθρωποι (Λουκ. στ΄ 24). Τί ἀποκρίνεσαι σ' αὐτά ἐσύ, πού θέλεις νά περνᾶς τή ζωή σου μέ ἀναπαύσεις καί ζητᾶς νά βρίσκεις καί προφάσεις; Νομίζεις πώς αὐτά πού λέει ὁ Κύριος εἶναι κούφιες φωνές καί πῶς ὁ Θεός μίλησε χωρίς νά πρόκειται νά πραγματοποιηθοῦν τά λόγια του; Βγάλ' τό ἀπό τό νοῦ σου. "Ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσεται, οἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλθωσι" (Ματθ. κδ΄ 35).
Ντροπή, λοιπόν, νιῶσε ντροπή γιά ὅλες τίς ἡδονές πού ἀπόλαυσες καί νά θεωρεῖς τόν ἑαυτό σου ἀνάξιό του χριστιανικοῦ ὀνόματος, ἐπειδή μέ τή ζωή καί μέ τά ἔργα σου καταντροπίασες τό ὄνομα τοῦ Χριστιανοῦ καί τόσες φορές προτίμησες νά ὑπηρετεῖς τή σάρκα σου παρά τό Θεό. Ἔτσι ἔγινες αἰτία νά βλασφημηθεῖ ἀπό τά ἔθνη ὁ χριστιανισμός καί τό ὑπερύμνητο ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ὅπως παραπονιέται καί ὁ ἴδιος λέγοντας "δί' ὑμᾶς διά παντός τό ὄνομά μου βλασφημεῖται ἐν τοῖς ἔθνεσιν" (Ἠσ. νβ΄ 5). Γι' αὐτό πάρε τήν ἀπόφαση νά ἀπαρνηθεῖς ὅλες τίς ἡδονές πού ἀποδεδειγμένα δέν εἶναι ἀναγκαῖες γιά τήν ἐπιβίωσή σου καί νά δεχθεῖς στό ἑξῆς εὐχαρίστως ὅλους τους σταυρούς καί τίς θλίψεις πού θά σού στείλει ὁ Θεός καί νά ἐναγκαλισθεῖς θεληματικά τή σκληραγωγία πού περιέχει ἡ ἀληθινή μετάνοια, μή θέλοντας ἄλλη ἀνταπόδοση γιά νά τόν ἀγαπᾶς παρά μόνο τήν ἀγάπη πού ἔδειξε ὁ Χριστός στή γέννησή του. Εὐχαρίστησε τόν Κύριο πού γιά τήν ἀγάπη σου θέλησε νά γεννηθεῖ μέ τέτοια βάσανα, καί παρακάλεσε τόν νά σού δώσει χάρη γιά νά καταλάβεις καλά αὐτή τήν ἀλήθεια ἀπό τό παράδειγμά του, ὅτι δηλαδή ἡ παροῦσα ζωή εἶναι καιρός γιά νά κλαῖς καί νά θλίβεσαι καί ὄχι γιά νά γελᾶς καί νά ξεφαντώνεις, ὅπως λέει ὁ Ἐκκλησιαστῆς "καιρός τοῦ κλαίειν" (γ΄ 4) καί μαζί μέ τόν Ἐκκλησιαστῆ καί ὁ Ἀπόστολος: "ὁ καιρός συνεσταλμένος ἐστίν, ἴνα καί οἱ χαίροντες ὡς μή χαίροντες ὦσι· παράγει γάρ τό σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου" (Α΄ Κόρ. ζ΄ 29).
Ἀπό τά "Πνευματικά Γυμνάσματα" τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτη
Ἀπό τό https://www.xfd.gr