Ἡ «μεγάλη θλίψη» καί ἡ κακομοιριά τῶν πεντηκοστιανῶν
+Ἀρχιμ. Δανιήλ Γούβαλη
Οἱ πλανεμένες δοξασίες τῶν Πεντηκοστιανῶν στό θέμα τῆς Μεγάλης Θλίψεως χρωματίζονται μέ τό χρῶμα τῆς δειλίας. Ἔτσι ἀλλοιώνεται τό Πνεῦμα τοῦ Χριστιανισμοῦ. Μά, ὁ Θεός τούς θέλει τούς δικούς του ἄνανδρους καί κακομοίρηδες; Θέλει, μόλις ἐδῶ κάτω πέσουν τά δεινά, νά δειλιάσουν καί νά τραποῦν σέ φυγή;
Τώρα θυμήθηκα ἕνα στιχάκι πού ἀναφέρεται σέ μερικούς δειλούς Κρητικούς. «Ἐμεῖς τά Κρητικόπουλα εἴμαστε παλληκάρια, κι ὅταν ἰδοῦμε πόλεμο κρυβόμαστε στ' ἀμπάρια»! Τά τερτίπια τῶν Πεντηκοστιανῶν δέν συμπλέουν μέ τά μηνύματα πού δίνει ἡ Ἁγία Γραφή.
Συνηγορεῖ ἡ Γραφή μέ τήν δειλία καί τήν ἀποφυγή τῶν δοκιμασιῶν; Ἔτσι ἔγινε μέ τόν Ναβουχοδονόσορα καί τούς Τρεῖς Παῖδες; Ὄχι δέν ἔγινε ἔτσι. Ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά ρίχτουν μέσα στό φοβερό καμίνι, καί φανέρωσε ἐκεῖ τήν προστασία του, μετατρέποντας τήν φλόγα σέ δροσιά. Οἱ Πεντηκοστιανοί δέν θά τό ἤθελαν ἔτσι. Κατ' αὐτούς ἔπρεπε ὁ Θεός νά τούς πάη κάπου μακρυά, ὅπου νά μή μπορῆ νά τούς συλλάβη ὁ Ναβουχοδονόσορ, καί ἀργότερα, ὅταν θά ἔφευγε ἐκεῖνος ἀπό τήν μέση, νά τούς ἐπαναφέρη.
Μποροῦσε βέβαια ὁ Θεός νά τούς ἄφηνε νά καοῦν. Δέν τό ἔκανε ὅμως, γιατί ἤθελε νά καταλάβη ὁ Ναβουχοδονόσορ ποιός Θεός εἶναι ἀληθινός. Τό κατάλαβε καί μέ βασιλικό διάγγελμα πρός ὅλη τήν αὐτοκρατορία τοῦ ἐξύμνησε τόν θεό πού λάτρευαν οἱ τρεῖς Παῖδες.
Πάντως οἱ Τρεῖς Παῖδες δέν ἦταν δειλοί. Εἶχαν πεῖ στόν βασιλέα: «Ὑπάρχει Θεός στούς οὐρανούς, τόν ὁποῖο ἐμεῖς λατρεύουμε, πού μπορεῖ νά μᾶς γλυτώση ἀπό τήν φωτιά τῆς καμίνου καί ἀπό τά χέρια σου, ὤ βασιλέα. Ἀλλά κι ἄν πάλι δέν μᾶς σώση, ἐμεῖς, νά τό ξέρης, ὤ βασιλέα, δέν λατρεύουμε τούς θεούς σου οὔτε προσκυνοῦμε τό ἄγαλμα πού ἔστησες» (Δανιήλ γ' 17-18).
Οἱ Τρεῖς Παῖδες δέν ἐδειλίασαν. Οὔτε οἱ Μακκαβαῖοι ἐδειλίασαν στούς φοβερούς διωγμούς τοῦ Ἀντιόχου τοῦ Δ'. Οὔτε ὁ Πρωτομάρτυς Στέφανος ἐδειλίασε. Οὔτε ἐκεῖνοι πού ἐπαινοῦνται ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο, στό δέκατο κεφάλαιό της πρός Ἑβραίους ἐπιστολῆς: «Νά ἐνθυμεῖσθε τίς παλαιές ἡμέρες πού βαπτισθήκατε, τότε πού ἀγωνισθήκατε καί ὑπομείνατε πολλά παθήματα˙ τότε πού σᾶς ἐθεάτριζαν, σᾶς ἐχλεύαζαν καί σᾶς ἔθλιβαν τότε πού δείχνατε συμπαράστασι σ' ἐκείνους πού διώκονταν ἔτσι˙ τότε πού μου συμπαρασταθήκατε στήν φυλάκισί μου.Τότε δεχθήκατε μέ χαρά τήν ἁρπαγή τῶν περιουσιῶν σας, γνωρίζοντας ὅτι ἔχετε καλύτερη, ἀνώτερη καί ἀναφαίρετη περιουσία στούς οὐρανούς». (Ἑβρ. ἰ 32-34).
Ἐρωτοῦμε τούς Πεντηκοστιανούς: Στούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες, ὁ Νέρων, ὁ Δέκιος, ὁ Διοκλητιανός καί οἱ ἄλλοι Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες ἐδίωξαν μέ μανία τήν Ἐκκλησία καί ἔρριξαν τούς Χριστιανούς σέ μεγάλη θλίψι. Τότε, τί ἔκανε ὁ Θεός; Τούς ἀνέβασε σέ κάποιο μεσουράνημα, σέ ἀπυρόβλητη περιοχή; Ὄχι. Τούς ἄφησε νά ὑποστοῦν τούς διωγμούς. Ἄλλους μέ θαυματουργικό τρόπο τούς προστάτεψε καί ἄλλους τούς ἄφησε νά μαρτυρήσουν. Συγχρόνως μερικοί χλιαροί καί μεσοβέζικοι χριστιανοί ἀρνήθηκαν τήν πίστι τους, καί ἔτσι ξεχώρισε τό χρυσάφι ἀπό τό χῶμα, ξεχώρισε τό ἀσήμι ἀπό τήν σκουριά καί καθάρισε ἀπό τά ἀγριόχορτα ὁ ἀγρός τῆς Ἐκκλησίας.
Αὐτό, εἶναι πράγμα μικρῆς σημασίας;
https://www.egolpion.com/kakomoiria_pentikostianwn.el.aspx