Ἅγιος Βλάσιος ὁ Ἀκαρνὰν καὶ οἱ σὺν αὐτῷ
Μετὰ τὴν ἔλευση τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου Μύρωνος τοῦ Θαυματουργοῦ, εἴχαμε τὴν εὐλογία νὰ ὑποδεχθοῦμε στὴν ἐνορία μας ἀπότμημα τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου, ἑνὸς ἀπὸ τοὺς συμμοναστὲς καὶ συνασκητὲς τοῦ Ἁγίου Βλασίου τοῦ Ἀκαρνάνος…
Τὸ ἀπότμημα τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου παραχώρησε στὴν ἐνορία μας ὁ ἄξιος ἀδελφὸς π. Κωνσταντῖνος Γατσούλης, ἐφημέριος της Παλαίρου Αἰτωλοακαρνανίας, πρὸς εὐλογία τῆς ἐνορίας μας… Τὸ Ἱερὸ Λείψανο ἐτέθη πρὸς προσκύνηση τῶν ἐνοριτῶν μας γιὰ πρώτη φορὰ τὴν Κυριακή 23 Ὀκτωβρίου 2016.
Ο βίος[1]
Ὁ Ἅγιος Βλάσιος ἦταν ἡγούμενος ἢ ἐφησυχάζων ἐπίσκοπος στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου ποῦ βρίσκονταν στὴν περιοχὴ τῶν Σκλαβαίνων – Ζαβέρδας νῦν Παλαίρου Αἰτωλοακαρνανίας. Ἐτελειώθει μὲ μαρτυρικὸ θάνατο ἀπὸ Ἀγαρηνοὺς πειρατὲς μαζὶ μὲ πέντε συμμοναστές του καὶ πλῆθος χριστιανῶν λαϊκῶν ἀντρῶν, γυναικὼν καὶ παιδιῶν ποῦ ἀποτελοῦσαν ποίμνιό του, γιὰ τὴν πίστη τους στὸ Χριστό. Τὸν ἀποκεφάλισαν ἀφοῦ προηγουμένως κάρφωσαν ἀργὰ στὸ σῶμα του πέντε καρφιά. Στὴν συνέχεια οἱ δήμιοί του προσπάθησαν νὰ κάψουν τὸ σῶμα του ἀλλὰ αὐτὸ δὲν κάηκε. Οἱ διασωθέντες χριστιανοὶ ποῦ ἔφτασαν στὸ σημεῖο ἔθαψαν τὸν Ἅγιο Βλάσιο χωριστὰ ἀπὸ τοὺς πέντε συμμαρτυρίσαντες συνασκητές του, τοὺς ὁποίους ἐνταφίασαν μαζὶ σὲ κοινὸ τάφο. Τοὺς ὑπόλοιπους χριστιανοὺς τοὺς ἔθαψαν ἀτάκτως σὲ μεγαλύτερο ὁμαδικό. Τὸ μαρτύριό τους ἔλαβε χώρα τὴν 19η Δεκεμβρίου ἡμέρα Κυριακή. Σὲ πέτρινη ἐπιγραφὴ ποῦ βρέθηκε στὸ σημεῖο τοῦ τάφου του ἀναφέρονταν τὸ ἔτος 1006 μ.Χ., ἡ ὁποία πιθανῶς νὰ προσδιορίζει καὶ τὸν χρόνο τοῦ μαρτυρίου του.
Σιγὰ σιγὰ χάνεται καὶ σκεπάζεται ἀπὸ τὴν λήθη τοῦ χρόνου τὸ μαρτύριο καὶ ἡ ἱστορικότητα τοῦ Ἁγίου Βλασίου καὶ τῶν σὺν αὐτῷ ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν γεγονότων τὰ ὁποία ἔλαβαν χώρα. Ἀγνοεῖται παντελῶς ἡ ὀντότητα τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἁγίου. Μόνο στὶς διηγήσεις τῆς προφορικῆς παραδόσεως ἀναφέρεται ἡ σφαγὴ ποῦ ἔλαβε χώρα, σὲ ἀπροσδιόριστο παρελθοντικὸ χρόνο. Ἐκεῖθε καὶ ἡ ὀνομασία τῆς περιοχῆς ἀπὸ Κιάφα σὲ «Σκλάβαινα» (περιοχὴ ποῦ ὑπέστη σκλαβιὰ - αἰχμαλωσία). Χάνεται κάθε ἱστορικὴ ἢ καὶ μορφολογικὴ ἔνδειξη τῆς ὕπαρξης τοῦ Ἁγίου γιὰ 900 καὶ πλέον χρόνια. Ὅλα τὰ σκέπασε τὸ σκότος τῆς λησμονιᾶς. Ἂν καὶ τὸ ὅλο ἱστορικὸ χάθηκε στὰ βάθη τῶν αἰώνων ἂν καὶ τίποτα δὲν καταμαρτυροῦσε γιὰ τὰ γεγονότα τῶν Σκλαβαίνων, ἂν καὶ ὁ τόπος εἶχε ἀλλάξει ριζικὰ ἀπὸ μορφολογικῆς ἀλλὰ καὶ πληθυσμιακῆς πλευρᾶς, τὸ θεῖο δῶρο τῆς Ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ σύγχρονο ἄνθρωπο ἀναδύεται ὡς θεῖο φῶς ἀπὸ τὸ φάσμα τῶν σκοτεινῶν 900 καὶ πλέον χρόνων.
Ἒτσι ἀπὸ τὸ ἔτος 1915 μ.Χ. καὶ ἑξῆς ἀρχίζουν νὰ συμβαίνουν ἀνεξήγητα ἀλλὰ καὶ θαυμαστὰ γεγονότα στὴν περιοχὴ τῶν Σκλαβαίνων. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς περιοχῆς ἀρχίζουν νὰ βλέπουν σὲ ὄνειρα κάποιον ἐπιβλητικὸ καὶ ἱεροπρεπῆ ρασοφόρο, ὁ ὁποῖος τοὺς ἔλεγε «Εἶμαι ὁ Ἅγιος Βλάσιος. Νὰ σκάψετε στὸ σημεῖο αὐτὸ καὶ νὰ βγάλετε τὰ λείψανά μου» καὶ τοὺς ἔδειχνε τὸ συγκεκριμένο τόπο. Σημειωτέων ὅτι ἐπὶ τοῦ σημείου τοῦ τάφου τίποτα δὲν δήλωνε τὴν ὕπαρξή του. Πάνω ἀπὸ αὐτὸ καὶ ἐν ἀγνοίᾳ, εἶχαν κατασκευαστεῖ ποιμνιοστάσια καὶ στάβλιζαν στὸ σημεῖο πρόβατα. Οἱ κάτοικοι μὴ μπορώντας νὰ ἐξηγήσουν τὸ γεγονὸς τῶν ἐμφανίσεων αὐτῶν τοῦ ἱερέα, κατασκεύασαν ἕνα πέτρινο εἰκονοστάσι ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο Βλάσιο ἐπίσκοπο Σεβαστείας, στὸ σημεῖο ποῦ τοὺς ἔδειχνε ὁ ἅγιος. Δὲν ἐπιχείρησαν ὅμως ποτὲ νὰ σκάψουν εἴτε ἀπὸ δυσπιστία εἴτε ἀπὸ τὸν φόβο τῆς ἀπογοήτευσης. Οἱ ἐμφανίσεις ὅμως τοῦ Ἁγίου ἄρχισαν νὰ γίνονται πιὸ ἐπίμονες καὶ ἐπιτακτικὲς μὲ ἀποδέκτες πολλοὺς περισσότερους κατοίκους τῆς περιοχῆς. Ἀλλὰ καὶ πάλι δὲν προχωροῦσαν στὸ ἔργο τῆς ἐκταφῆς τοῦ ἀγνώστου τάφου.
Κατὰ τὸ ἔτος 1923 μ.Χ. ὁ Πανάγαθος Θεὸς εὐδόκησε ὥστε νὰ δοξαστεῖ καὶ ἐπὶ τῆς γὴς ὁ ἔνδοξος ἱερομάρτυράς Του Βλάσιος. Καὶ αὐτὸ μὲ τὴν θαυμαστὴ διὰ ζώσης φανέρωσή του, στὴν μακαριστὴ πλέον γερόντισσα Εὐφροσύνη Κατσαρά[2]. Μία ἁπλή, γνήσια καὶ εὐσεβῆ πολύτεκνη γυναίκα χήρα ἡ ὁποία λάτρευε τὸν Θεὸ μὲ τὴν ἴδια τὴν ζωή της. Ἦταν ἡ νύκτα τῆς 23ης Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1923 μ.Χ. κατὰ τὴν ὁποία ἡ Εὐφροσύνη φρόντιζε τὴν ἑτοιμοθάνατη κόρη της ἡ ὁποία ἔπασχε ἀπὸ τυφοειδῆ πυρετό. Ξαφνικὰ ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτὸς ἀφοῦ ἀκούστηκε δυνατὸς κρότος ἄνοιξαν τὰ πορτοπαράθυρα τῆς οἰκίας καὶ ἐκτυφλωτικὸ φῶς εἰσῆλθε ἐντὸς αὐτῆς. Κάτω ἀπὸ ὑπερκόσμια λάμψη περιβάλλονταν κάποιος ἐπιβλητικὸς ἱερέας, ἐνδεδυμένος ἅπασα τὴν ἱερατικὴ στολὴ ὁ ὁποῖος κρατοῦσε στὸ χέρι ποιμαντικὴ ράβδο. Τὰ χαρακτηριστικά του τὰ διέκρινε μὲ κάθε λεπτομέρεια ἡ γερόντισσα Εὐφροσύνη ἐνῶ ἡ κόρη της ἀντιλαμβάνονταν μόνο τὴν ἐκτυφλωτικὴ λάμψη. Ὁ ἅγιος ἱερέας ἀπευθυνόμενος στὴν Εὐφροσύνη τῆς εἶπε ὅτι εἶναι ὁ Ἅγιος Βλάσιος καὶ τῆς ζήτησε νὰ τὸν ἀκολουθήσει γιὰ νὰ τῆς ὑποδείξει τὸ ἀκριβὲς σημεῖο τοῦ τάφου του προκειμένου νὰ ἐνεργήσει γιὰ τὴν ἐκταφή του. Σαστισμένη ἡ γερόντισσα ἀπὸ τὸ γεγονὸς ποῦ ζοῦσε προέβαλε στὸν Ἅγιο τὸν δισταγμὸ της λόγῳ τῆς ἀσθένειας τῆς κόρης της. Ὁ Ἅγιος τότε ἀφοῦ ἔβγαλε κάποιον ἐγκόλπιο σταυρὸ σταύρωσε τὴν ἑτοιμοθάνατη κόρη της καὶ τῆς ζήτησε ξανὰ νὰ τὸν ἀκολουθήσει. Ὅπως κι ἔγινε. Μέσα στὸ ἀποπνικτικὸ σκοτάδι ἡ Εὐφροσύνη ἀκολούθησε τὸ φωτοβόλο Ἅγιο Βλάσιο, ὁ ὁποῖος τὴν ὁδήγησε στὸ σημεῖο ποῦ εἶχαν χτίσει τὸ προσκυνητάρι. Ἐκεῖ μὲ τὴν ράβδο ποῦ κρατοῦσε χάραξε ἕνα κύκλο στὸ χῶμα, ὑποδεικνύοντας τὸ σημεῖο ποῦ θὰ ἔπρεπε νὰ σκάψουν γιὰ νὰ βγάλουν τὰ ἅγια καὶ χαριτόβρυτα λείψανά του. Στὴν συνέχεια ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ ἐπέστρεψε τὴν Εὐφροσύνη στὸ σπίτι τῆς ἐξαφανίστηκε. Ἐκεῖ ἡ γερόντισσα βρῆκε τὴν κόρη της πολὺ καλύτερα καὶ θεραπευμένη.
Ἀπὸ τὴν ἑπομένη ἡμέρα κιόλας ἄρχισε τὶς ἐνέργειες γιὰ νὰ γίνει ἡ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων. Ὅλοι ὅμως τὴν ἀντιμετώπιζαν μὲ κάποια δυσπιστία καὶ ἐπιφύλαξη. Ἀρωγὸς ὅμως τῶν προσπαθειῶν της αὐτῶν ἦταν ὁ Ἅγιος Βλάσιος ποῦ τὴν καθοδηγοῦσε, ἀλλὰ καὶ ποῦ ἐμφανίζονταν καὶ σὲ ἄλλα ἄτομα προκειμένου νὰ γίνει αὐτὴ πιστευτή. Πράγματι οἱ προσπάθειες της ἀπέδωσαν καὶ ἄρχισαν οἱ ἐργασίες τῆς ἀνακομιδῆς μὲ πολλὲς ἐπιφυλάξεις καὶ μεγάλη ἔνταση.
Τὴν τρίτη ἡμέρα τῶν ἐργασιῶν, κι ἐνῶ γιὰ πολλοστὴ φορὰ ἦταν ἕτοιμοι νὰ τὰ παρατήσουν, ἡ σκαπάνη χτύπησε σὲ μία πέτρινη πλάκα. Ρίγη συγκίνησης καὶ δέος κατέλαβαν τοὺς παρευρισκομένους, ὅταν ἔβγαλαν τὴν ἐπιτάφια πλάκα μία οὐράνια εὐωδία ξεχύθηκε καὶ ἁπλώθηκε στὴν ἀτμόσφαιρα. Ὅλοι βρίσκονταν ἐπὶ τοῦ τάφου, ἐντός του ὁποίου βρίσκονταν τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Βλασίου καὶ τὰ ὁποία τόσα χρόνια πρὶν σὲ ἐνύπνια τους ζητοῦσε νὰ βγάλουν ἀπὸ τὴν γῆ. Ἐντός τοῦ τάφου καὶ ἐπὶ τῶν ἱερῶν λειψάνων εὑρέθηκαν ἕνας ἐγκόλπιος βαρύτατος σιδερένιος σταυρὸς καὶ τὰ πέντε καρφιὰ τοῦ μαρτυρίου του.
Ἀφοῦ περισυνέλλεξε ἡ Εὐφροσύνη τὰ ἱερὰ λείψανα σύμφωνα μὲ τὶς ὁδηγίες τοῦ Ἁγίου, ἄρχισε νὰ ἐνεργεῖ τὰ δέοντα γιὰ τὴν ἀνέγερση τοῦ Ἱεροῦ του Ναοῦ καὶ τὴν ἁγιογράφηση τῆς ἱερᾶς του Εἰκόνας.
Ἐπίσης, ὁ Ἅγιος Βλάσιος ἔκανε δύο ἐμφανίσεις, μία σὲ ὅραμα στὸν εὐσεβέστατο ἀείμνηστο Ἀρχιμ. Ἀρσένιο Τσαταλιὸ τὴν 6-12-1978 μ.Χ. καὶ μία ἄλλη στὸν εὐλαβέστατο μοναχὸ Παΐσιο τὸν Ἁγιορείτη στὸ Ἅγιο Ὅρος τὸ 1980 μ.Χ[3].
Ἡ ἐπίσημη ἁγιοκατάταξη τοῦ Ἁγίου Βλασίου ἔγινε ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο στὶς 31 Αὐγούστου 2016 μ.Χ[4]. Κατὰ τὴν ἐπίσημη ἁγιοκατάταξη τοῦ Ἁγίου Βλασίου, ὡς ἡμέρα μνήμης του, ὁρίστηκε ἡ 7η Ἰουλίου κάθε ἔτους.
Ἀπολυτίκιον Ἁγίου Βλασίου τοῦ Ἀκαρνάνος καὶ τῶν σὺν αὐτῷ
Ἦχος α’ Τῆς ἐρήμου πολίτης
Ἀκαρνάνος Βλασίου ἡγουμένου δοξάσωμεν καὶ συναθλητῶν πενταρίθμων μοναζόντων τὰ τρόπαια˙ οὖς ξίφος ἐν ἡμέρᾳ Κυριακῇ ἀπέτεμεν δεινῶν Ἀγαρηνῶν˙ ἐν Σκλαβαίνοις ἔνθα ἄρτι ἐμφανισθεῖς τὸν τάφον τούτου ἔδειξεν˙ χαίροις ἱερομάρτυς τοῦ Χριστοῦ, χαίροις βλαστὲ τῆς πίστεως, χαίροις ὁ θαυμαστώσας ἐπὶ γὴς Θεοῦ τὸ μέγα ὄνομα.
Κοντάκιον. Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἀκαρνᾶς ὁ Βλάσιος, ἐν τοῖς Σκλαβαίνοις, καί οἱ Πέντε Ὅσιοι, πλῆθος Μαρτύρων τε ὁμοῦ, ξίφει τιμηθέντες προτρέπουσι∙ τούτων τιμῆσαι, λειψάνων τήν εὕρεσιν.
Μεγαλυνάριο
Χαίροις τῶν Ὁσίων κλέος σεπτόν˙ χαίροις ἱερέων καὶ Μαρτύρων ὁ κοινωνός˙ χαίροις τῶν Σκλαβαίνων, ὁ θείος πολιούχος, Ἱερομάρτυς χαίρε, Κυρίου Βλάσιε.
Θαύματα τοῦ Ἁγίου Βλασίου τοῦ Ἀκαρνάνος
1) Κατὰ τὴν Ἄνοιξη τοῦ ἔτους 1934 – 1935, ἡ περιοχὴ τῶν Σκλαβαίνων μαστίζονταν ἀπὸ τρομερὴ ἀνομβρία, σὲ τέτοιο σημεῖο ὥστε τὰ σπαρτὰ ἄρχισαν νὰ ξεραίνονται καὶ τὰ ζῶα νὰ κινδυνεύουν ἀπὸ τὴν πείνα. Ὁ τότε ἐφημέριος π. Ἰωάννης Παληογιάννης κάλεσε τοὺς κατοίκους τῶν Σκλαβαίνων νὰ νηστέψουν, γιὰ νὰ κάνουν λιτανεία γιὰ τὴν ἀνομβρία. Μετὰ ἀπὸ αὐτό, ἔκαναν λιτανεία καὶ βγῆκαν στὰ χωράφια μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Βλασίου, ἱκετεύοντας τὸν Ἅγιο νὰ εἰσακούσει τὴ δέησή τους καὶ νὰ βρέξει.
Ὁ Ἅγιος Βλάσιος δὲν ἄργησε νὰ κάνει τὸ θαῦμα του. Ὡς ἄλλος Προφήτης Ἠλίας ἄνοιξε τοὺς οὐρανοὺς διὰ τῶν πρεσβειῶν του πρὸς τὸ Θεὸ καὶ ἀμέσως ἔβρεξε ὁ Θεὸς, βροχὴ εὐεργετική γιὰ τὰ σπαρτὰ καὶ τὰ ζῶα… ἔτσι σώθηκαν τὰ πάντα ἀπὸ τὴν ἀνομβρία[5].
2) Κατὰ τὰ πρῶτα ἔτη τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Ἁγίου Βλασίου, μία ἡμέρα ἡ γερόντισσα Εὐφροσύνη (Κατσαρά), πήγαινε ἀπὸ τὰ Σκλάβαινα στὸ Μοναστηράκι, γιὰ νὰ ζητήσει ἀλεύρι ἀπὸ τὸ Μυλωνά.
Στὸ δρόμο ἐμφανίζεται ὁ Ἅγιος καὶ τῆς λέει: «Ποῦ πηγαίνεις Εὐφροσύνη»; καὶ αὐτὴ τοῦ λέει: «Ποὺ νὰ πάω πάτερ, πηγαίνω στὸ μύλο μήπως βρῶ ἀλεύρι γιὰ τὰ παιδιά μου (καὶ δὲν ἔχω χρήματα)». Τότε τῆς λέει ὁ Ἅγιος: «Μὴ στεναχωριέσαι, θὰ βρεῖς ἀλεύρι. Στὸ μύλο ποὺ θὰ πᾶς, νὰ πᾶς στὸ Μυλωνὰ Καραμπὰ καὶ αὐτὸς θὰ σοὺ πεῖ. Ἔχεις μπολοβήνα[6]; Φέρε τὸ νὰ σοὺ βάλω ὅσο ἀλεύρι θέλεις». Πράγματι, ὅταν ἔφθασε στὸ μύλο, συνέβη ὅπως ἀκριβῶς τῆς εἶπε ὁ Ἅγιος Βλάσιος καὶ γύρισε στὸ σπίτι της μὲ ἀλεύρι, χωρὶς νὰ δώσει χρήματα. Ὁ Μυλωνὰς τῆς εἶπε μόνος του: «Πάρε τὸ ἀλεύρι καὶ δὲν θέλω χρήματα»[7].
3) Τὴν περίοδο τῆς γερμανικῆς κατοχῆς, ἡ Αἰκατερίνη Μαρτίνη ἀπὸ τὴ Βόνιτσα εἶχε χτυπήσει κατὰ λάθος τὴν ἐγγονή της στὸ μάτι, ἡ ὁποία πονοῦσε φοβερά.
Πῆγε κατ’ ἐπανάληψη στοὺς γιατρούς, στὸ Ἀγρίνιο, ἀλλὰ τὸ μάτι τῆς μικρῆς χειροτέρευε, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ γιαγιά της νὰ κλαίει διαρκῶς. Ξαφνικὰ βλέπει στὸν ὕπνο της ἕναν ἱερέα καὶ τῆς λέει: «Γιατί παιδί μου κλαῖς; Ἐμένα δὲ μὲ γνωρίζεις; Ἐγὼ εἶμαι ὁ Ἅγιος Βλάσιος ἀπὸ τὰ Σκλάβαινα. Μὴν κλαῖς καὶ μὴ στενοχωριέσαι γιὰ τὸ κορίτσι, διότι δὲν θὰ πάθει τίποτε. Θὰ τὸ σταυρώσω ἐγὼ καὶ νὰ χρησιμοποιήσεις τὸ νερὸ πού σου ἔδωσε ὁ γιατρὸς καὶ θὰ γίνει καλά». Πράγματι, ἀφοῦ σταύρωσε τὸ κορίτσι ὁ Ἅγιος, τὸ πρωὶ βελτιώθηκε ἡ κατάστασή του καὶ ἔγινε τελείως καλά.
Ὅταν ἡ γιαγιὰ πῆγε στὰ Σκλάβαινα νὰ προσκυνήσει καὶ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Ἅγιο, στὴν εἰκόνα του, ἀναγνώρισε τὸν ἱερέα ποὺ εἶδε στὸν ὕπνο της[8].
[1] https://www.saint.gr/3641/saint.aspx.
[2] Εὐφροσύνη Κατσαρὰ (1886 – 1936). Πρόκειται περὶ ἁγίας γερόντισσας, μὲ πολλὰ θαυμαστὰ σημεῖα καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς της, διὰ τῆς ὁποίας ἀποφάσισε ὁ Ἅγιος Βλάσιος ὁ Ἀκαρνὰν νὰ κάνει γνωστὴ καὶ ζωντανὴ τὴν παρουσία του στοὺς σύγχρονους ἀνθρώπους, χίλια χρόνια περίπου μετὰ τὸ μαρτύριό του.
[3] Ἦταν ἡ 21η Ἰανουαρίου 1980, Κυριακή τοῦ Ἀσώτου, πρὸς Δευτέρα. Ὁ γέροντας ἐνῶ προσευχόταν τὸ βράδυ στὸ Κελλί του μὲ κομποσχοίνι, βλέπει νὰ παρουσιάζεται μπροστά του μέσα σὲ φῶς ἕνας Ἅγιος ἄγνωστος ποῦ φοροῦσε μανδύα καλογερικό. Δίπλα του στὸν τοῖχο τοῦ Κελλιοῦ του, πάνω ἀπὸ τὴν σόμπα φαίνονταν ἐρείπια Μοναστηριοῦ. Αἰσθανόταν ἀπερίγραπτη χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση καὶ σκεφτόταν «ποιὸς Ἅγιος εἶναι;». Τότε ἄκουσε φωνὴ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία: «Εἶναι ὁ Ἅγιος Βλάσιος ἀπὸ τὰ Σκλάβαινα».
Ἀπὸ εὐγνωμοσύνη, γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Ἅγιο γιὰ τὴν τιμὴ ποῦ τοῦ ἔκανε, μετέβη στὰ Σκλάβαινα καὶ προσκύνησε τὰ χαριτόβρυτα Λείψανά του. Ἀνταπέδωσε τρόπον τινὰ τὴν ἐπίσκεψη. Ὁ Γέροντας ἔδειξε μάλιστα ἀπὸ μακριὰ καὶ τὸ μέρος ὅπου παλιότερα ἦταν κτισμένο τὸ Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου, ἐπειδὴ νύχτωνε καὶ δὲν εἶχε χρόνο νὰ πάει ἐπὶ τόπου.
Ἀναφέρει ὁ μακαριστὸς Ἀπόστολος Παπαχρήστου (κατὰ σάρκα ἀδελφός του Σεβασμιωτάτου ποιμενάρχου μας κ. Κοσμᾶ): «Τὴν εἰκοστὴ Μαΐου 1980 ὁ Γέροντας ἦρθε στὸ σπίτι μου στὸ Ἀγρίνιο, μὲ σκοπὸ νὰ μεταβεῖ στὰ Σκλάβαινα Ξηρομέρου καὶ νὰ προσκυνήσει τὰ ἱερὰ Λείψανα τοῦ Ἁγίου Βλασίου τοῦ ἐν Σκλαβαίνοις, μετὰ ἀπὸ ἀποκάλυψη τοῦ Ἁγίου στὸ Κελλί του. Ἔμεινε ἕνα βράδυ στὸ σπίτι μας καὶ παρ’ ὅτι τοῦ στρώσαμε καθαρὰ λευκὰ σεντόνια, ὁ Γέροντας τὰ ἄφησε τελείως ἄθικτα. Ὅταν πῆγε στὰ Σκλάβαινα, προσκύνησε μὲ στρωτὲς μετάνοιες τὸν Ἅγιο καὶ δίδαξε ὅλους γύρω του». https://www.saint.gr/222/texts.aspx.
[4] π. Αὐγουστίνος Κατσαμπίρης (1926 – 2017). Ὁ μακαριστὸς Ἀρχιμανδρίτης π. Αὐγουστίνος Κατσαμπίρης, συνέβαλε τὰ μέγιστα γιὰ τὴν ἀνάδειξη τοῦ Ἱερομάρτυρος Βλασίου καὶ τῶν συμμαρτυρησάντων του. Ὁ Θεός, πρὶν τὸν καλέσει κοντά του, τὸν ἀξίωσε νὰ δεῖ ἐν ζωὴ τὴν ἐπίσημη ἁγιοκατάταξη τοῦ Ἁγίου Βλασίου τοῦ Ἀκαρνάνος.
[5] π. Αὐγουστίνος Κατσαμπίρης, «Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βλάσιος ὁ Ἀκαρνάν, ὁ ἐν Σκλαβαίνοις Ἀκαρνανίας», ἔκδοσις τετάρτη, Ἀθῆναι 2006, σέλ. 49.
[6] Μπολοβήνα = Μεγάλο τσουβάλι.
[7] π. Αὐγουστίνος Κατσαμπίρης, «Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βλάσιος ὁ Ἀκαρνάν, ὁ ἐν Σκλαβαίνοις Ἀκαρνανίας», ἔκδοσις τετάρτη, Ἀθῆναι 2006, σέλ. 49 - 50.
[8] π. Αὐγουστίνος Κατσαμπίρης, «Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βλάσιος ὁ Ἀκαρνάν, ὁ ἐν Σκλαβαίνοις Ἀκαρνανίας», ἔκδοσις τετάρτη, Ἀθῆναι 2006, σέλ. 53 - 54.