Ἃγιος Νικόλαος ὁ Ἱεράρχης

2024-10-07 18:18

    Βορειοανατολικά τοῦ χωριοῦ μας, Ἁγίου Νικολάου Βονίτσης, στὴ θέση «Παλαιὸς Ἅγιος Νικόλαος», ὑπάρχει ἕνα μικρὸ ἐξωκλήσι, ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο Νικόλαο τὸν Ἱεράρχη. Τὸ ἐκκλησάκι αὐτό, εἶναι χτισμένο πάνω σὲ ἕνα μικρὸ λόφο καὶ περιβάλλεται ἀπὸ πεῦκα.

    Τὸ ἐξωκλήσι τοῦ Ἁγίου Νικολάου, τὸ ὁποῖο τὸ εὐλαβοῦνται ἰδιαίτερα ὅλοι οἱ ἐνορίτες μας, λειτουργεῖται σταθερὰ κάθε ἔτος στὴ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νικολάου, τὴν 6η Δεκεμβρίου καθὼς καὶ τὴν 20η Μαΐου, ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς τῶν Ἱερῶν Λειψάνων τοῦ Ἁγίου Νικολάου.

 

Ὁ βίος του[1].

    Ὁ Ἅγιος Νικόλαος γεννήθηκε τὸν 3ο αἰώνα μ.Χ. στὰ Πάταρα τῆς Λυκίας, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ πλουσίους καὶ ἔδρασε τὴν ἐποχὴ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 - 304 μ.Χ.), Μαξιμιανοὺ (286 - 305 μ.Χ.) καὶ Μεγάλου Κωνσταντίνου.

    Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἔμεινε ὀρφανὸς καὶ κληρονόμος μίας μεγάλης περιουσίας. Ἀλλὰ ὁ Νικόλαος, ἐμπνεόμενος ἀπὸ φιλάνθρωπα συναισθήματα, διέθετε τὴν περιουσία του γιὰ νὰ ἀνακουφίζει ἄπορα, ὀρφανά, φτωχούς, χῆρες, στενοχωρημένους οἰκογενειάρχες. Ἕνας μάλιστα, θὰ διέφθειρε τὶς τρεῖς κόρες του, προκειμένου νὰ ἐξασφαλίσει χρήματα. Ὅταν τὸ ἔμαθε αὐτὸ ὁ Νικόλαος, μυστικὰ σὲ τρεῖς νύκτες ἐξασφάλισε τὴν προίκα τῶν τριῶν κοριτσιῶν, ἀφήνοντας 100 χρυσὰ φλουριὰ στὴν κάθε μία. Ἔτσι, οἱ τρεῖς κόρες ἀποκαταστάθηκαν καὶ γλίτωσαν ἀπὸ βέβαιη διαφθορά.

    Στὴν συνέχεια ἀφιερώθηκε στὸν ἀσκητικὸ βίο, λόγῳ ὅμως τῆς ξεχωριστῆς ἀρετῆς του, τιμήθηκε, χωρὶς νὰ τὸ ἐπιδιώξει, ἀρχικὰ μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ Ἱερέα στὰ Πάταρα καὶ συνέχεια μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ ἀρχιεπισκόπου Μύρων. Ἀπὸ τὴ θέση αὐτὴ καθοδηγοῦσε μὲ ἀγάπη τὸ ποίμνιό του καὶ ὁμολογοῦσε μὲ παρρησία τὴν ἀλήθεια. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ συνελήφθη ἀπὸ τοὺς τοπικοὺς ἄρχοντες καὶ ρίχτηκε στὴ φυλακή.

    Ὅταν ὅμως ἀνῆλθε στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἐλευθερώθηκαν ὅλοι οἱ χριστιανοὶ καὶ ἔτσι ὁ Νικόλαος ἐπανῆλθε στὸ ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο. Μάλιστα ἔλαβε μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὅπου ξεχώρισε γιὰ τὴ σοφία καὶ τὴν ἠθική του τελειότητα[2].

    Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἦταν προικισμένος καὶ μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας μὲ τὸ ὁποῖο ἔσωσε πολλοὺς ἀνθρώπους καὶ ὅσο ἦταν ἐν ζωῇ ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του τὸ 330 μ.Χ.

    Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νικολάου τὴν 6η Δεκεμβρίου κάθε ἔτους.

 

πολυτκιον Ἁγίου Νικολάου τοῦ ἱεράρχου
χος δ’.

Κανόνα πίστεως καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας Διδάσκαλον, ἀνέδειξέ σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Νικόλαε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.              
 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἐν τοῖς Μύροις Ἅγιε, ἱερουργὸς ἀνεδείχθης· τοῦ Χριστοῦ γὰρ Ὅσιε, τὸ Εὐαγγέλιον πληρώσας, ἔθηκας, τὴν ψυχήν σου ὑπὲρ λαοῦ σου· ἔσωσας, τοὺς ἀθώους ἐκ τοῦ θανάτου· διὰ τοῦτο ἡγιάσθης, ὡς μέγας μύστης Θεοῦ τῆς χάριτος.

 

Μεγαλυνάριον.

Ὀρφανῶν προστάτην σε καὶ χηρῶν, πεινώντων τροφέα, πενομένων τε πλουτιστήν, αἰχμαλώτων ῥύστην, πλεόντων τε σωτῆρα, κεκτήμεθα παμμάκαρ, σοφέ Νικόλαε.

 

Θαυματα Ἁγίου Νικολάου τοῦ Ἱεράρχου

    1) Κάποτε στὴν Κωνσταντινούπολη ζοῦσε κάποιος χριστιανὸς εὐλαβὴς καὶ πιστός, ὁ ὁποῖος ὑπεραγαποῦσε τὸν Ἅγιο Νικόλαο, ὅπως καὶ ὁ Ἅγιος τὸν ἀγαποῦσε πολύ. Θέλησε κάποτε νὰ ταξιδέψει μὲ καράβι γιὰ ἀτομική του ὑπόθεση. Πῆγε πρῶτα στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου στὴν Κωνσταντινούπολη ποὺ τὸν εἶχε κτίσει ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανός, γιὰ νὰ προσκυνήσει προτοῦ ξεκινήσει γιὰ τὸ ταξίδι του. Ἔπειτα, ἀφοῦ ἀποχαιρέτησε τοὺς συγγενεῖς καὶ τοὺς φίλους του, μπῆκε στὸ καράβι. Κατὰ τὴ νύχτα οἱ ναῦτες ξύπνησαν γιὰ νὰ διορθώσουν τὰ πανιὰ γιατί εἶχε ἀλλάξει ἡ διεύθυνση τοῦ ἀνέμου. Τὴν ἴδια στιγμὴ ξύπνησε καὶ ὁ καλὸς αὐτὸς χριστιανὸς καὶ πήγαινε γιὰ φυσική του ἀνάγκη. Πέρασε ἀπ’ ἐκεῖ ποὺ κατεγίνοντο οἱ ναῦτες μὲ τὰ σύνεργά τους καὶ περιπλεχθεῖς μὲ τὰ πανιὰ ἔπεσε στὴ θάλασσα. Οἱ ναῦτες πρόσεξαν τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔπεσε στὴ θάλασσα, ἀλλὰ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν σώσουν, γιατί ὁ ἄνεμος ἦταν πολὺ δυνατός. Τὸ μόνο ποὺ ἔκαναν ἦταν νὰ τὸν κλαῖνε συνέχεια γιὰ τὸν τραγικὸ θάνατό του.

    Ὁ ἄνθρωπος αὐτός, καθὼς ἦταν ντυμένος, καταποντίστηκε στὸ βυθὸ τῆς θάλασσας, θυμήθηκε καὶ ἔλεγε νοερά: « Ἅγιε Νικόλαε, βοήθησε με».

    Οἱ συγγενεῖς του, ποὺ κοιμοῦνταν ἐκείνη τὴν ὥρα στὸ σπίτι, ξύπνησαν ἔντρομοι ἀκούοντας τὶς φωνές του. Ἐπίσης ξύπνησαν καὶ οἱ γείτονές του ἀπὸ τὸ θόρυβο καὶ ἔτρεξαν στὸ σπίτι του καὶ εἶδαν καὶ αὐτοὶ τὴ σκηνὴ καὶ πρόσεξαν ποὺ ἔτρεχε τὸν νερὸ τῆς θάλασσας ἀπὸ τὰ ροῦχα του. Ὅλοι ὅσοι ἦταν παρόντες καὶ εἶδαν τὰ συμβάντα ἔμειναν ἄφωνοι καὶ σιωπηλοὶ καὶ δὲν ἤξεραν τί νὰ ποῦν. Τότε ὁ χριστιανὸς ἄρχισε νὰ διηγεῖται αὐτὸ ποὺ τοῦ συνέβηκε καὶ νὰ τοὺς παρακαλεῖ νὰ τοῦ ποῦν πὼς βρέθηκε στὸ σπίτι του σὲ τέτοιες συνθῆκες. Ὅλοι τότε ἔκλαιγαν καὶ φώναζαν: «Κύριε, ἐλέησον».

Ἀφοῦ ὁ χριστιανὸς ἄλλαξε τὰ ροῦχα του καὶ φόρεσε στεγνὰ ξεκίνησε γιὰ νὰ πάει στὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Νικολάου νὰ προσκυνήσει καὶ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Ἅγιο γιὰ τὸ θαῦμα ποὺ ἔκανε.

    Ὁ ναὸς ἔγινε κατάφωτος καὶ εἶχε μαζευτεῖ ἀρκετὸς κόσμος ρωτώντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλο τί εἶχε γίνει καὶ ἀμέσως τὸ θαῦμα ἔγινε γνωστό. Μάλιστα δὲ ὅταν πλησίασαν τὸν διασωθέντα πρόσεξαν ὅτι εὐωδίαζε τὸ σῶμα του ἀπὸ διάφορα ἀρώματα, ἐξέστησαν ὅλοι καὶ δόξασαν τὸ Θεὸ εὐχαριστοῦντες τὸν μέγα Ἱεράρχη Νικόλαο.

    Αὐτὸ τὸ θαῦμα τοῦ Ἁγίου ἔγινε σὲ λίγες μέρες γνωστὸ σὲ ὅλη τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἔφτασε δὲ καὶ στὰ ἀφτιὰ τοῦ Βασιλιᾶ καὶ τοῦ Πατριάρχη. Ἀμέσως κάλεσαν Ἱερὰ Σύνοδο, καθὼς καὶ τὸν διασωθέντα χριστιανό, ὁ ὁποῖος στάθηκε μπροστὰ σὲ ὅλους τους συναθροισθέντες Συνοδικούς, ποὺ φώναζαν: «Μέγας εἰ Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα Σου καὶ οὐδεὶς λόγος ἑξαρκέσει πρὸς ὕμνον τῶν θαυμασίων σου!».

    Ὅλοι οἱ χριστιανοὶ ἔκαμαν λιτανεία καὶ ἀγρυπνία, δοξάζοντες καὶ εὐλογοῦντες τὸν Θεό, ἀπονέμοντες δὲ καὶ τὴν πρέπουσα εὐχαριστία στὸν Ἅγιο Νικόλαο[3].

 

    2) Κάποτε ἦρθε πολὺ μεγάλη πείνα στὴν περιοχὴ τῆς Λυκίας. Οἱ κάτοικοι τῆς γύρω περιοχῆς οὐδέποτε θυμοῦνται τέτοια μεγάλη πείνα. Τὰ δὲ Μύρα ἡ ἐπαρχία τοῦ Ἁγίου Νικολάου κινδύνεψε νὰ καταστραφεῖ. Ἀλλὰ ὁ Ἅγιος λυπήθηκε τὸ ποίμνιό του καὶ ἐνήργησε ὡς ἀκολούθως:

    Κάποιος πλοίαρχος φόρτωσε τὸ πλοῖο του μὲ σιτάρι μὲ προορισμὸ τὴ Γαλλία. Τὴ νύχτα στὸν ὕπνο του βλέπει τὸν Ἅγιο Νικόλαο νὰ τοῦ λέει: «Τὸ σιτάρι νὰ τὸ πάρεις στὰ Μύρα τῆς Λυκίας καὶ ὄχι στὴ Γαλλία, γιατί ἐκεῖ εἶναι μεγάλη πείνα καὶ θὰ τὸ πωλήσεις πολὺ ἀκριβὰ καὶ γρήγορα. Πάρε δὲ καὶ τρία φλωριὰ καὶ ὅταν φθάσεις στὰ Μύρα θὰ πάρεις καὶ τὰ ὑπόλοιπα χρήματα».

    Τὸ πρωὶ ἀφοῦ ξύπνησε ὁ πλοίαρχος βρῆκε στὰ χέρια του τὰ νομίσματα, διηγήθηκε στοὺς ναῦτες του τὰ ὅσα τοῦ συνέβησαν τὴ νύχτα καὶ τοὺς ἔδειξε καὶ τὰ νομίσματα. Ὅλοι συμφώνησαν ὅτι ἔπρεπε νὰ ὁδηγήσουν τὸ πλοῖο στὰ Μύρα γιατί ἤτανε θέλημα Θεοῦ. Πράγματι, ἀφοῦ ἔφθασαν στὰ Μύρα πώλησαν ἀμέσως ὅλο τὸ σιτάρι σὲ πολὺ καλὴ τιμή, οἱ δὲ κάτοικοι τῶν Μύρων δόξασαν τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος τοὺς φρόντισε γιὰ νὰ μὴν πεθάνουν ἀπὸ τὴν πείνα, ἀλλὰ πάντοτε φροντίζει αὐτοὺς ποὺ στηρίζουν τὴν ἐλπίδα τους στὸ πλούσιό του ἔλεος[4].



[1] https://www.saint.gr/3134/saint.aspx.

[2] Κατὰ τὴ Σύνοδο, ὅταν ὁ Ἄρειος ἄρχισε νὰ βλασφημεῖ τὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Θεοτόκου, ζήλῳ θείῳ κινούμενος ὁ ἅγιος, ράπισε ἰσχυρὰ τὸν ἄθεο Ἄρειο ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορος, γι’ αὐτὸ καὶ φυλακίσθηκε. Μά, τὸ ἴδιο βράδυ, ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Παναγία μας, γιὰ τοὺς ὁποίους τόσα ἔπασχε, ἐμφανίσθηκαν στὴ φυλακή, τὸν ἐλευθέρωσαν ἀπὸ τὰ δεσμὰ καὶ τοῦ ἔδωσαν ὠμοφόριο καὶ Εὐαγγέλιο, σημεῖο ὅτι τὸν ἀποκαθιστοῦσαν στὴν ἐπισκοπικὴ καὶ διδασκαλικὴ χάρη καὶ ἀξία, τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ συνοδικοὶ σκέφτονταν, γιὰ τὴ φαινομενική του ἐκείνη ἀταξία, νὰ τὸν καθαιρέσουν. Ὅταν πληροφορήθηκε τὸ θαυμαστὸ τοῦτο γεγονὸς ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, τὸν ἀποφυλάκισε, ζητώντας του συγγνώμη.

[3] https://www.vimaorthodoxias.gr/thavmata/agios-nikolaos-deka-thavmata-pou-sygklonizoun-2/.

[4] https://www.vimaorthodoxias.gr/thavmata/agios-nikolaos-deka-thavmata-pou-sygklonizoun-2/.