Περί γαστριμαργίας

2014-08-01 14:31

Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου

        1. Προκειμένου τώρα νά ὁμιλήσωμε περί κοιλίας, ἀπεφασίσαμε πάλι, ὅπως καί σέ ὅλα τά ἄλλα θέματα, νά στρέψωμε τήν φιλοσοφία μας ἐναντίον μας. Διότι εἶναι ἀξιοθαύμαστο ἐάν ἀπηλλάγη κανείς ἀπό αὐτήν, πρίν κατοικήση τόν τάφο.

        2. Γαστριμαργία εἶναι ἡ ὑποκριτική συμπεριφορά τῆς κοιλίας, ἡ ὁποία, ἐνῶ εἶναι χορτασμένη, φωνάζει πῶς εἶναι ἐνδεής καί ἐνῶ εἶναι παραφορτωμένη μέχρι διαρρήξεως, ἀνακράζει ὅτι πεινᾶ. Γαστριμαργία εἶναι ἡ δημιουργός τῶν καρυκευμάτων, ἡ πηγή τῶν τέρψεων τοῦ λάρυγγος. Ἐσύ ἔκλεισες τήν φλέβα  (τῶν ἡδονικῶν ἀπαιτήσεών της), ἀλλά αὐτή ξεπρόβαλε ἀπό ἄλλος μέρος. Τήν ἔφραξες καί τούτη, ἀλλά καινούργια ἀνοίχθηκε. Γαστριμαργία εἶναι μία ἀπάτη τῶν ὀφθαλμῶν. Κάθ΄ ἤν στιγμήν κάποιος τρώγει τό μέτριο σέ ποσότητα φαγητό του, ἡ γαστριμαργία τόν κάνει νά σκέπτεται, πῶς νά ἦταν δυνατό νά καταβροχθίση διά μίας τά σύμπαντα.

        3. Ὁ χορτασμός ἀπό φαγητά εἶναι πατήρ τῆς πορνείας ἡ θλίψις δέ τῆς κοιλίας εἶναι πρόξενος τῆς ἁγνότητος. Ἐκεῖνος ποῦ ἐκολάκευσε τόν λέοντα, πολλές φορές τόν ἡμέρωσε. Ἐκεῖνος ὅμως ποῦ περιποιήθηκε τήν σάρκα, περισσότερο τήν ἐξαγρίωσε.

        4. Χαίρεται ὁ Ἰουδαῖος τό Σάββατο ἤ τίς ἑορτές, καί ὁ γαστρίμαργος μοναχός τό Σάββατο καί τήν Κυριακή. Ἀπό καιρό ὑπολογίζει τό Πάσχα καί ἀπό πολλές ἡμέρες ἑτοιμάζει τά φαγητά. Ὁ δοῦλος τῆς κοιλίας σκέπτεται μέ τί εἴδους φαγητά θά ἑορτάση, ὁ δέ δοῦλος τοῦ Θεοῦ μέ τί χαρίσματα θά πλουτήση. Ὁ κοιλιόδουλος, ὅταν ἔλθη κάποιος ξένος, συνέχεται ὁλόκληρος ἀπό τήν ἀγάπη -ἀγάπη ποῦ προέρχεται ἀπό τήν γαστριμαργία- καί θεωρεῖ ὡς ἀναψυχή τοῦ ἀδελφοῦ τήν ἰδική τοῦ κατάλυσι! Ἐπί παρουσία ὠρισμένων ἄλλων ἀπεφάσισε τήν κατάλυσι οἴνου, καί νομίζοντας πῶς κρύβει τήν ἀρετή του, ὑποδουλώθηκε στό πάθος του.

        5. Ἐχθρεύεται πολλές φορές ἡ κενοδοξία πρός τήν γαστριμαργία καί ἀντιμάχονται γιά τήν κατοχή τοῦ ἀθλίου μοναχοῦ σάν νά πρόκειται γιά ἀγοραστό δοῦλο. Ἡ μέν γαστριμαργία τόν ὠθεῖ στήν κατάλυσι, ἡ δέ κενοδοξία τοῦ συνιστᾶ τήν ἐπίδειξι τῆς ἀρετῆς του, ἀλλά ὁ σοφός μοναχός θά τίς ἀποφύγη  καί τίς δύο διώχνοντας στήν κατάλληλη ὥρα τήν μία μέ τήν βοήθεια τῆς ἄλλης.

        6. Ὅταν ἡ σάρκα σφριγά, ἄς φυλάξωμε τήν ἐγκράτεια παντοῦ καί πάντοτε. Ὅταν δέ ἠρεμῆ -πράγμα ποῦ δέν πιστεύω ὅτι κατορθώνεται πρό τοῦ τάφου-, ἄς ἀποκρύψωμε τήν ἐργασία μας.

        7. Εἶδα ἡλικιωμένους ἱερεῖς νά ἐμπαίζωνται ἀπό τούς δαίμονες καί νά δίνουν εὐλογία σέ νέους, ποῦ δέν ἐξηρτῶντο πνευματικῶς ἀπό αὐτούς, νά καταλύσουν σέ ἐπίσημο τραπέζι κρασί καί ὅ,τι ἄλλο. Ἐάν μέν οἱ ἱερεῖς αὐτοί ἔχουν ἕν Κυρίω καλή μαρτυρία, ἄς κάνωμε μετρία κατάλυσι. Ἐάν ὅμως εἶναι ἀμελεῖς, ἄς μή λάβωμε καθόλου ὕπ΄ ὄψιν μας τήν εὐλογία τους, καί μάλιστα ἐάν τύχη καί μαχώμεθα ἐναντίον σαρκικῆς πυρώσεως.

        8. Ἐνόμισε ὁ θεήλατος Εὐάγριος ὅτι ἔγινε σοφώτερος τῶν σοφῶν καί στήν μορφή καί στό περιεχόμενο τῶν λόγων του. Ἀπατήθηκε ὅμως ὁ ταλαίπωρος καί φάνηκε ἀνοητότερος τῶν ἀνοήτων καί σέ πολλά ἄλλα ζητήματα καί σ΄ αὐτό. Ἐδίδαξε: «Ὁσάκις ἡ ψυχή ἐπιθυμεῖ ποικίλα φαγητά, ἄς θλίβεται μέ ἄρτον μόνο καί ὕδωρ». Εἶναι δέ ἡ προσταγή τοῦ αὐτή σάν νά προτρέπης ἕνα παιδί ν΄ ἀνεβῆ μέ ἕνα βῆμα ὅλη τήν σκάλα. Ἐμεῖς ὅμως, ἀντικρούοντες τόν ὁρισμό του, ὡς ἑξῆς ὁρίζουμε: Ὅταν ἐπιθυμοῦμε τά διάφορα φαγητά, ζητοῦμε κάτι ποῦ εἶναι μέσα στήν φύσι μας. Γί΄ αὐτόν τόν λόγο ἄς χρησιμοποιήσωμε ἕνα τέχνασμα πρός τήν πολυμήχανη κοιλία, καί μάλιστα ἄν δέν μᾶς ἀπειλῆ βαρύτατος πόλεμος ἤ δέν ὑπάρχη πένθος ἤ κανών γιά προηγούμενες σοβαρές πτώσεις. Ἄς κόψωμε πρῶτα τά λιπαρά, ἔπειτα τά ἐρεθιστικά καί ἔπειτα τά εὔγευστα.

        9. Ἄν σου εἶναι εὔκολο, δίδε στήν κοιλία σου τροφή χορταστική καί εὐκολοχώνευτη, ὥστε μέ τόν χορτασμό νά ἱκανοποιήσουμε τήν ἀχόρταστη ὄρεξί της, ἐνῶ μέ τήν σύντομη χώνευσι νά σωθοῦμε ἀπό τήν σαρκική πύρωσι σάν ἀπό μάστιγα. Ἄς ἐξετάσωμε, καί θά βροῦμε πῶς τά περισσότερα ἀπό τά φαγητά ποῦ «φουσκώνουν» ἐρεθίζουν τήν σάρκα.

        10. Νά γελᾶς μέ τόν δαίμονα ποῦ σου ὑποβάλλει μετά τό δεῖπνο νά ἀφήσης γιά τήν ἑπόμενη ἡμέρα τούς κανόνες τῶν προσευχῶν σου, διότι θά ἔλθη ἡ ἐνάτη ὥρα τῆς ἑπομένης, καί δέν θά ἔχη τηρηθῆ ἡ συμφωνία τῆς προηγουμένης.

        11. Ἄλλη εἶναι ἡ ἐγκράτεια ποῦ  ἁρμόζει  σε  ὅσους  δέν ἔχουν  δοκιμάσει μεγάλες πτώσεις καί ἄλλη σέ ὅσους ἔχουν ὑποπέσει σ΄ αὐτές. Οἱ μέν πρῶτοι ἔχουν ὡς γνώμονα τήν σαρκική κίνησι, οἱ δέ δεύτεροι ἀντιμετωπίζουν τό θέμα μέ σκληρότητα καί ἀδιαλλαξία μέχρι θανάτου. Καί οἱ μέν προσπαθοῦν νά διαφυλάττουν πάντοτε τήν σωφροσύνη τοῦ νοῦ, ἐνῶ οἱ δέ ἐξευμενίζουν τόν Θεόν μέ τήν σκυθρωπότητα τῆς ψυχῆς καί μέ τήν θλίψι τῆς σαρκός.

        12. Ὁ καιρός τῆς εὐφροσύνης καί τῆς «παρακλήσεως» στόν τέλειο μοναχό εἶναι καιρός ἀμεριμνίας, στόν ἀγωνιστή καιρός πάλης καί στόν ἐμπαθῆ «ἑορτῶν ἑορτή καί πανήγυρις πανηγύρεων».

        13. Ὄνειρα γύρω ἀπό τροφές καί φαγητά συναντῶνται στήν καρδία τῶν γαστριμάργων, καί ὄνειρα γύρω ἀπό τήν κόλασι καί τήν Κρίσι συναντῶνται στήν καρδία τῶν μετανοούντων.

        14. Κυριάρχησε στήν κοιλία σου, πρίν κυριαρχήση αὐτή πάνω σου, καί τότε θά ἀναγκασθῆς νά νηστεύης γεμάτος καταισχύνη. Αὐτό πού εἶπα τό καταλαβαίνουν ἐκεῖνοι ποῦ ἔπεσαν στόν ἀκατανόμαστο βόθρο. Ὅσοι εἶναι εὐνοῦχοι - (κατά πνεῦμα εὐνοῦχοι) (πρβλ. Ματθ. ιθ΄12) δέν ἐγνώρισαν τό ἁμάρτημα αὐτό.

        15. Ἄς περικόψωμε τίς ἀπαιτήσεις τῆς κοιλίας μέ τήν σκέψι τοῦ αἰωνίου πυρός. Μερικοί ποῦ ὑπετάγησαν σ΄ αὐτήν ἔφθασαν στήν ἀνάγκη στό τέλος νά ἀποκόψουν τά μέλη τοῦ σώματός τους, καί ἀπέθαναν ἔτσι σωματικά καί ψυχικά. Ἄς ἐρευνήσωμε, καί ὁπωσδήποτε θά διαπιστώσωμε πῶς τά ἠθικά μας ναυάγια προέρχονται μόνο ἀπό τήν γαστριμαργία.

        16. Ὁ νοῦς τοῦ νηστευτοῦ προσεύχεται καθαρά καί προσεκτικά, τοῦ δέ ἀκρατοῦς εἶναι γεμάτος ἀπό ἀκάθαρτες εἰκόνες. Ὁ χορτασμός τῆς κοιλίας ἐξήρανε τίς πηγές τῶν δακρύων. Ὅταν ὅμως αὐτή ἀπεξηράνθη, ἐδημιούργησε τά ὕδατα τῶν δακρύων.  

        17. Ἐκεῖνος πού περιποιεῖται τήν κοιλία του καί ἀγωνίζεται νά νικήση τό πνεῦμα τῆς πορνείας, ὁμοιάζει μέ ἐκεῖνον ποῦ προσπαθεῖ νά σβήση μεγάλη φωτιά μέ λάδι. Ὅταν θλίβεται ἡ κοιλία ταπεινοῦται ἡ καρδία. Ὅταν ὅμως δέχεται περιποιήσεις, θεριεύουν καί ἀλαζονεύονται οἱ λογισμοί.

        18. Ἐξέταζε τόν ἑαυτόν σου τήν πρώτη ὥρα τῆς ἡμέρας καί τό μεσημέρι καί τήν τελευταία πρό τοῦ φαγητοῦ, καί θά κατανοήσης ἔτσι τήν ὠφέλεια τῆς νηστείας. Τό πρωί  (πού δέν πεινᾶς) οἱ λογισμοί σκιρτοῦν καί περιπλανῶνται ἐδῶ κι ἐκεῖ, κατά τήν ἕκτη ὥρα ἀτονοῦν κάπως, καί κατά τό ἡλιοβασίλεμα ἔχουν ἐντελῶς ταπεινωθῆ.

        19. Θλίβε τήν κοιλία καί ὁπωσδήποτε θά κλείσης καί τό στόμα διότι ἡ γλώσσα ἰσχυροποιεῖται ἀπό τά πολλά φαγητά. Νά πυγμαχῆς συνεχῶς ἐναντίον της καί νά ἐπαγρυπνής συνεχῶς ἐπάνω της. Ἐάν ἐσύ κοπιάσης ὀλίγο, ἀμέσως καί ὁ Κύριος σέ βοηθεῖ.

        20. Ὅσο χρησιμοποιοῦνται καί μαλακώνουν οἱ ἀσκοί, τόσο αὐξάνουν στήν χωρητικότητα. Ὅταν ὅμως μείνουν περιφρονημένοι καί ἀχρησιμοποίητοι, θά μαζέψουν καί δέν θά χωροῦν τόσο πολύ.

        21. Ἐκεῖνος πού καταπιέζει τήν κοιλία μέ πολλά φαγητά, ἐπλάτυνε τά ἔντερα, ἐνῶ ἐκεῖνος ποῦ τῆς ἐναντιώνεται, τά ἐστένευσε. Καί ὅταν αὐτά ἐστένευσαν, δέν χρειάζονται πολλά φαγητά, ὅποτε κατά φυσικό τρόπο μαθαίνομε νά νηστεύωμε.

        22. Ἡ δίψα πολλές φορές ἐσταμάτησε τήν δίψα. Εἶναι ὅμως δυσχερές καί ἀκατόρθωτο μέ τήν πείνα νά περικοπῆ ἡ πείνα. Ὅταν σέ νικήση ἡ κοιλία, δάμαζε τήν μέ σωματικούς κόπους. Καί ἄν αὐτό σου εἶναι ἀδύνατο διά λόγους ἀσθενείας, πάλαιψε ἐναντίον τῆς μέ τήν ἀγρυπνία.

        23. Ὅταν βαραίνουν οἱ ὀφθαλμοί, πιάσε τό ἐργόχειρο. Ἐάν ὅμως ὁ ὕπνος ἔχη φύγει, μή τό πιάνης, διότι δέν εἶναι δυνατόν νά προσηλώσης τόν νοῦ σου στόν Θεόν καί στόν μαμωνά (Μάτθ. στ΄24), δηλαδή στόν Θεό καί στό ἐργόχειρο.

        24. Γνώριζε ὅτι πολλές φορές ὁ δαίμων τῆς γαστριμαργίας ἔρχεται καί κάθεται ἐπάνω στό στομάχι, καί κάνει ὥστε νά μή χορταίνει ὁ ἄνθρωπος, ἔστω καί ἄν φάγη ὁλόκληρη τήν Αἴγυπτο καί πιῆ ὁλόκληρο τόν Νεῖλο. Μετά τό φαγητό φεύγει ὁ ἀνόσιος καί μᾶς στέλνει τόν δαίμονα τῆς πορνείας, ἀφοῦ τοῦ περιέγραψε τό συμβάν. «Νά τόν συλλάβης, τοῦ λέγει, νά τόν συλλάβης, νά τόν ζαλίσης. Καθώς ἡ κοιλία τοῦ εἶναι παραφορτωμένη, δέν θά κουρασθῆς πολύ». Καί ἐκεῖνος μόλις ἦλθε χαμογέλασε. Καί ἀφοῦ μᾶς ἔδεσε «χειροπόδαρα» μέ τόν ὕπνο, ἔπραξε ὅλα ὅσα θέλησε καταλερώνοντας σῶμα καί ψυχή μέ μολυσμούς  και  φαντασίες  καί ἐκκρίσεις. Θαυμαστό πράγμα! Νά βλέπης ἀσώματο νοῦ νά μολύνεται καί νά σκοτίζεται ἀπό τό σῶμα καί πάλι διά μέσου του πηλίνου σώματος τόν ἄϋλο νοῦ νά καθαρίζεται καί νά λεπτύνεται!

        25. Ἐάν ὑποσχέθηκες στόν Χριστόν νά βαδίζης τήν στενή καί τεθλιμμένη ὁδό, στενοχώρησε τήν κοιλία. Διότι ὅταν αὐτή δέχεται περιποιήσεις καί πλατύνεται, τότε ἐσύ ἀθέτησες τίς ὑποσχέσεις.

        26. Συνελθε! Καί θά ἀκούσης τόν Χριστόν νά λέγη: «Πλατεία καί εὐρύχωρος ἡ ὁδός τῆς κοιλίας, ἡ ἀπάγουσα εἷς τήν ἀπώλειαν τῆς πορνείας καί πολλοί εἰσίν οἱ εἰσπορευόμενοι ἐν αὐτή. Τί στενή ἡ πύλη καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός τῆς νηστείας, ἡ εἰσάγουσα εἷς τήν ζωήν τῆς ἁγνείας καί ὀλίγοι εἰσίν οἱ εἰσερχόμενοι δί΄αὐτῆς» (πρβλ. Ματθ. ζ΄ 13-14).

        27. Ἀρχηγός τῶν δαιμόνων εἶναι ὁ πεσῶν Ἑωσφόρος, καί ἀρχηγός τῶν παθῶν ὁ λαιμός τῆς κοιλίας.

        28. Ὅταν λάβης θέσι σέ πλούσιο τραπέζι, φέρε ἐμπρός σου τήν μνήμη τοῦ θανάτου καί τῆς Κρίσεως ἴσως ἔτσι νά συγκρατήσης ὀλίγο τό πάθος. Καί ἐνῶ πίνεις, μή παύσης νά θυμᾶσαι τό ὄξεος καί τήν χολή τοῦ Δεσπότου σου. Ἔτσι ἤ θά ἐγκρατευθῆς ἤ τουλάχιστον, ἄν δέν ἐγκρατευθῆς, θά ταπεινωθῆς ἀναστενάζοντας  (συγκρίνοντας τήν πολυφαγία σου μέ τό πάθος τοῦ Χριστοῦ).

        29. Μή πλανᾶσαι! Οὔτε ἀπό τήν δουλεία τοῦ Φαραώ πρόκειται νά ἐλευθερωθῆς οὔτε τό ἄνω Πάσχα θά ἀντικρύσης, ἐάν δέν γευθῆς παντοτεινᾶ πικρίδες καί ἄζυμα. Πικρίδες εἶναι ἡ βία καί κακοπάθεια τῆς νηστείας, καί ἄζυμα τό χωρίς φυσίωσι φρόνημα.

        30. Ἄς ἑνωθῆ μέ τήν ἀναπνοή σου ὁ λόγος τοῦ Ψαλμωδοῦ: «Ὅταν μέ ἐνωχλοῦσαν οἱ δαίμονες, ἐφοροῦσα πένθιμο ἔνδυμα καί ἐταπείνωνα μέ νηστεία τήν ψυχή μου καί ἡ προσευχή μου εἶχε κολληθῆ στούς κόλπους τῆς ψυχῆς μου» (πρβλ. Ψαλμ. λδ΄ 13).

        31. Ἡ νηστεία εἶναι βία φύσεως καί περιτομή τῶν ἡδονῶν τοῦ λάρυγγος, ἐκτομή τῆς σαρκικῆς πυρώσεως, ἐκκοπῆ τῶν πονηρῶν λογισμῶν, ἀπελευθέρωσις ἀπό μολυσμούς ὀνείρων, καθαρότης προσευχῆς, φωτισμός τῆς ψυχῆς, διαφύλαξις τοῦ νοῦ, διάλυσις τῆς πωρώσεως, θύρα τῆς κατανύξεως, ταπεινός στεναγμός, χαρούμενη συντριβή, σταμάτημα τῆς πολυλογίας, ἀφορμή ἡσυχίας, φρουρός τῆς ὑπακοῆς, ἐλαφρότης  τοῦ  ὕπνου, ὑγεία τοῦ σώματος,  πρόξενος τῆς ἀπαθείας, ἄφεσις τῶν ἁμαρτημάτων, θύρα καί ἀπόλαυσις τοῦ παραδείσου.

        32. Ἄς συλλάβωμε καί ἄς ἀνακρίνωμε καί αὐτόν τόν ἐχθρόν -προπαντός αὐτόν- ποῦ εὑρίσκεται ἐπικεφαλῆς ὅλων τῶν ἐπικινδύνων ἐχθρῶν μας. Αὐτόν ποῦ εἶναι ἡ θύρα τῶν παθῶν, ἡ πτῶσις τοῦ Ἀδάμ, ἡ ἀπώλεια τοῦ Ἠσαύ, ὁ ὄλεθρος τῶν Ἰσραηλιτῶν, ἡ ἀσχημοσύνη τοῦ Νῶε, ἡ προδοσία τῶν Γομόρρων, ἡ κατηγορία τοῦ Λώτ, ἡ ἐξολόθρευσις τῶν υἱῶν τοῦ ἱερέως Ἠλεῖ, ὁ καθοδηγητής πρός τούς μολυσμούς. Ἄς τήν ἀνακρίνωμε -τήν γαστριμαργία- ἀπό ποῦ γεννᾶται, ποιοί εἶναι οἱ ἀπόγονοί της, ποιός εἶναι αὐτός ποῦ τήν συντρίβει καί ποιός αὐτός ποῦ τήν ἐξολοθρεύει τελείως.

        "Λέγε μας, ὤ τύραννε ὅλων τῶν ἀνθρώπων, σύ ποῦ τούς ἐξαγοράζεις ὅλους μέ τό χρυσάφι τῆς ἀπληστίας, ἀπό ποῦ εἰσέρχεσαι μέσα μας; Καί τί ἐν συνέχεια συνηθίζεις νά γεννᾶς ἐκεῖ; Καί πῶς μποροῦμε νά ἐπιτύχωμε τήν ἔξοδό σου καί ἀπομάκρυνσι ἀπό ἐμᾶς"; Ἐκείνη δέ ταλαιπωρημένη ἀπό τίς ὕβρεις αὐτές, γεμάτη μανία καί ἀγριότητα μᾶς ἀποκρίθηκε τυραννικά:

        "Γιατί μέ ὀνειδίζετε σεῖς ποῦ εἶσθε ὑπόλογοι ἀπέναντί μου; Καί πῶς φροντίζετε νά μέ ἀποχωρισθῆτε, ἐνῶ ἐγώ εἶμαι ἐκ φύσεως συνδεδεμένη μαζί σας; Θύρα γιά μένα εἶναι ἡ φύσις τῶν φαγητῶν. Αἰτίας τῆς ἀπληστίας μου εἶναι ἡ συνεχής χρῆσις. Ἀφορμή δέ τῆς ἐπικρατήσεως τοῦ πάθους μου εἶναι ἡ προϋπάρχουσα συνήθεια, ἡ ἀναισθησία τῆς ψυχῆς καί ἡ λησμοσύνη τοῦ θανάτου."

        "Καί πῶς ζητεῖτε νά μάθετε τά ὀνόματα τῶν ἀπογόνων μου; Θά τούς ἀπαριθμήσω καί θά πληθυνθοῦν περισσότερο ἀπό τήν ἄμμο. Ἀκοῦστε ὅμως ποιοί θεωροῦνται ὡς υἱοί μου πρωτότοκοι καί ἀγαπητοί: Πρωτότοκός μου υἱός εἶναι ὁ ὑπηρέτης τῆς πορνείας. Δεύτερος ἡ σκληροκαρδία. Τρίτος ὁ ὕπνος. Ἀπό ἐμένα ἐπίσης γεννῶνται ἡ θάλασσα τῶν λογισμῶν, τά κύματα τῶν μολυσμῶν, ὁ βυθός τῶν κρυπτῶν καί ἀνεκφράστων ἀκαθαρσιῶν."

        "Ἰδικές μου θυγατέρες εἶναι ἡ ὀκνηρία, ἡ πολυλογία, ἡ «παρρησία», τά γέλια, τά ἀστεία καί τά εὐτράπελα, ἡ ἀντιλογία, ἡ σκληροτράχηλη διαγωγή καί συμπεριφορά, ἡ ἀνυπακοή, ἡ ἀναισθησία, ἡ αἰχμαλωσία καί ὑποδούλωσις (στά πάθη), ἡ καύχησις, ἡ θρασύτης. Ἐπίσης καί ἡ ἀγάπη  τοῦ  καλλωπισμοῦ,  την ὁποία διαδέχονται ἡ ρυπαρά προσευχή, ὁ ρεμβασμός τῶν λογισμῶν καί πολλές φορές συμφορές ἀνέλπιστες καί ἀπροσδόκητες, στίς ὁποῖες μάλιστα ἀκολουθεῖ ἡ ἀπελπισία ποῦ εἶναι ἡ πιό φοβερή ἀπό ὅλες."

        "Ἐμένα μέ πολεμεῖ, ἀλλά δέν μέ νικᾶ, ἡ μνήμη τῶν ἁμαρτημάτων. Ὑπερβολικά μέ ἐχθρεύεται ἡ σκέψις τοῦ θανάτου. Ἐκεῖνο δέ ποῦ μέ καταστρέφει τελειωτικά δέν ὑπάρχει στούς ἀνθρώπους. Ὅποιος ἀπέκτησε μέσα τοῦ Τόν Παράκλητο, Τόν παρακαλεῖ ἐναντίον μου. Καί Ἐκεῖνος καμφθεῖς ἀπό τίς ἱκεσίες δέν μέ ἀφίνει νά ἐνεργῶ μέ ἐμπάθεια. Αὐτοί ποῦ δέν ἐγεύθηκαν τήν χάρι τοῦ Παρακλήτου, ἐπιζητοῦν ὁπωσδήποτε νά γλυκαίνωνται ἀπό τήν ἰδική μου ἡδονή."

        Πρόκειται γιά ἀνδρεία νίκη! Ὅποιος τήν ἐκέρδησε, προχωρεῖ σύντομα πρός τήν ἀπάθεια καί τήν κορυφή τῆς σωφροσύνης.

Ἀπὸ τὴν «Κλίμακα» τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, Λόγος 14ος