Μάιος – Ἰούνιος 2013, Ἔτος 3ο, Φύλλο 14ο.

2014-07-30 16:24

«Φῶς Χριστοῦ»

ΔΙΜΗΝΙΑΙΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ

Ι . Ν. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΒΟΥΝΕΝΟΙΣ

ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΟΝΙΤΣΗΣ,

Τ.Κ. 30002, ΒΟΝΙΤΣΑ

Μάιος - Ἰούνιος 2013, Ἔτος 3ο, Φύλλο 14ο.

·       Ἡ σημασία τῆς Θυσίας τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου 

     Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου

     Ὁ Κύριος Ἰησοῦς καὶ Θεός μας χωρὶς νὰ φταίει σὲ τίποτε ραπίσθηκε, ὥστε οἱ ἁμαρτωλοὶ ποὺ θὰ τὸν μιμηθοῦν, ὄχι μόνον νὰ λάβουν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τους, ἀλλὰ καὶ νὰ γίνουν συγκοινωνοὶ στὴ θεότητά του μὲ τὴν ὑπακοή τους.

     Ἐκεῖνος ἦταν Θεὸς κι ἔγινε γιὰ μᾶς ἄνθρωπος. Ραπίσθηκε, φτύστηκε καὶ σταυρώθηκε, καὶ μὲ ὅσα ἔπαθε ὁ ἀπαθὴς κατὰ τὴ θεότητα εἶναι σὰν νὰ μᾶς διδάσκει καὶ νὰ λέει στὸν καθένα μας:

     Αν θέλεις, άνθρωπε, να γίνεις Θεός, να κερδίσεις την αιώνια ζωή καὶ νὰ ζήσεις μαζί μου, πράγμα ποὺ ὁ προπάτοράς σου, ἐπειδὴ τὸ ἐπεδίωξε μὲ κακὸ τρόπο, δὲν τὸ πέτυχε, ταπεινώσου, καθὼς ταπεινώθηκα κι ἐγὼ γιὰ σένα - ἀπόφυγε τὴν ἀλαζονεία καὶ τὴν ὑπερηφάνεια τοῦ δαιμονικοῦ φρονήματος, δέξου ραπίσματα, φτυσίματα, κολαφίσματα, ὑπόμεινε τὰ μέχρι θανάτου καὶ μὴν ντραπεῖς.

     Ἂν ὅμως ἐσὺ ντραπεῖς νὰ πάθεις κάτι χάρη τῶν ἐντολῶν μου, καθὼς ἐγὼ ὁ Θεὸς ἔπαθα γιὰ σένα, θὰ θεωρήσω κι ἐγὼ ντροπή μου τὸ νὰ εἶσαι μαζί μου κατὰ τὴν ἔνδοξη ἔλευσή μου καὶ θὰ πῶ στοὺς ἀγγέλους μου:

     Αὐτὸς κατὰ τὴν ταπείνωσή μου ντράπηκε νὰ μὲ ὁμολογήσει καὶ δὲν καταδέχθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν κόσμο καὶ  νὰ  γίνει  ὅμοιός  μου.  Τώρα  λοιπὸν ποὺ  ἀπογυμνώθηκε ἀπὸ τὴ φθαρτὴ δόξα τοῦ Πατέρα μου, θεωρῶ ντροπή μου ἀκόμη καὶ νὰ τὸν βλέπω. Πετάξτε τὸν λοιπὸν ἔξω: «ἀρθήτω ὁ ἀσεβής, ἴνα μὴ ἴδη τὴν δόξαν Κυρίου» (Ἤσ. 26:10) (διῶξτε τὸν ἀσεβῆ γιὰ νὰ μὴ δεῖ τὴ δόξα τοῦ Κυρίου).

     Φρίξετε, ἄνθρωποι, καὶ τρομάξετε, καὶ ὑπομείνετε μὲ χαρὰ τὶς ὕβρεις ποὺ ὁ Θεὸς ὑπέμεινε γιὰ τὴ σωτηρία μας... Ὁ Θεὸς ραπίζεται ἀπὸ ἕναν τιποτένιο δοῦλο... καὶ ἐσὺ δὲν καταδέχεσαι νὰ τὸ πάθεις αὐτὸ ἀπὸ τὸν ὁμοιοπαθῆ σου ἄνθρωπο; Ντρέπεσαι νὰ γίνεις μιμητὴς τοῦ Θεοῦ, καὶ πῶς θὰ συμβασιλεύσεις μ' αὐτὸν καὶ θὰ συνδοξασθεῖς στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἂν δὲν ὑπομείνεις τὸν ἀδελφό σου; Ἂν καὶ ἐκεῖνος δὲν καταδεχόταν νὰ γίνει ἄνθρωπος γιὰ σένα καὶ σ' ἄφηνε νὰ κείτεσαι μέχρι τώρα στὴν πτώση τῆς παραβάσεως, δὲν θὰ βρισκόσουν τώρα στὸν πυθμένα τοῦ Ἅδη, ἄθλιε, μὲ τοὺς ἄπιστους καὶ τοὺς ἀσεβεῖς;

     Ἀλλὰ τί θὰ ποῦμε πρὸς αὐτοὺς ποῦ δῆθεν ἐγκατέλειψαν τὰ πάντα κι ἔγιναν φτωχοὶ γιὰ τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν;

     Ἀδελφέ, φτώχυνες καὶ μιμήθηκες τὸ Δεσπότη Χριστὸ καὶ Θεό σου. Βλέπεις λοιπὸν ὅτι τώρα ζεῖ καὶ συναναστρέφεται μαζί σου, αὐτὸς ποὺ βρίσκεται ὑπεράνω ὅλων τῶν οὐρανῶν. Νά, βαδίζετε τώρα οἱ δύο μαζὶ - κάποιος σᾶς συναντάει στὸ δρόμο τῆς ζωῆς, δίνει ράπισμα στὸν Δεσπότη σου, δίνει καὶ σὲ σένα. Ὁ Δεσπότης δὲν ἀντιλέγει καὶ σὺ ἀντεπιτίθεσαι; «Ναί», λέει, γιατί εἶπε σὲ ἐκεῖνον ποῦ τὸν ράπισε: «εἰ κακῶς ἐλάλησα, μαρτύρησον περὶ τοῦ κακοῦ - εἰ δὲ καλῶς, τί μὲ δέρεις;» (Ἰω. 18,23). (Ἂν εἶπα κάτι κακό, πὲς ποιὸ ἦταν - ἂν ὅμως μίλησα σωστά, γιατί μὲ χτυπᾶς;).

     Αὐτὸ ὅμως δὲν τὸ εἶπε ἀντιμιλώντας, ὅπως φαντάστηκες, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἐκεῖνος «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (δὲν ἔκανε ἁμαρτία, οὔτε βρέθηκε δόλος στὸ στόμα του).

     Καὶ γιὰ νὰ μὴ νομισθεῖ, ὅτι, ἐπειδὴ τάχα ἁμάρτησε, δίκαια τὸν χτύπησε ὁ δοῦλος λέγοντάς του: «οὕτως ἀποκρίνει τῷ ἀρχιερεῖ;» (Ἰω. 18,22) - (ἔτσι ἀποκρίνεσαι στὸν ἀρχιερέα;), γιὰ νὰ ἀποδείξει λοιπὸν ἀνεύθυνο τὸν ἑαυτό του, εἶπε τὸν παραπάνω λόγο. Δὲν εἴμαστε ὅμως ὅμοιοί του ἐμεῖς οἱ ὑπεύθυνοι γιὰ πολλὲς ἁμαρτίες.

     Ἔπειτα, μολονότι ὑπέμεινε πολὺ χειρότερα ἀπ' αὐτό, δὲν μίλησε καθόλου, ἀλλὰ μᾶλλον προσευχήθηκε γιὰ τοὺς σταυρωτές Του.

     Ἐκεῖνος, ἂν καὶ τὸν περιέπαιζαν, δὲν ἀγανακτοῦσε, καὶ σὺ γογγύζεις;

     Ἐκεῖνος ἀνέχεται φτυσίματα, κολαφίσματα καὶ φραγγελώσεις, καὶ σὺ δὲν ἀνέχεσαι οὔτε ἕνα σκληρὸ λόγο;

     Ἐκεῖνος δέχεται σταυρὸ καὶ τὴν ὀδύνη τῶν καρφιῶν κι ἀτιμωτικὸ θάνατο, καὶ σὺ δὲν καταδέχεσαι νὰ ἐκτελέσεις τὰ ταπεινὰ διακονήματα;

     Πῶς λοιπὸν θὰ γίνεις συγκοινωνὸς στὴ δόξα, ἀφοῦ δὲν καταδέχεσαι νὰ γίνεις συγκοινωνὸς στὸν ἀτιμωτικό του θάνατο; Μάταια στ' ἀλήθεια ἐγκατέλειψες τὸν πλοῦτο, ἀφοῦ δὲν δέχθηκες νὰ σηκώσεις τὸν σταυρό, δήλ. νὰ ὑπομείνεις πρόθυμα τὴν ἐπίθεση ὅλων τῶν πειρασμῶν - ἔτσι ἀπόμεινες μόνος στὸν δρόμο τῆς ζωῆς καὶ χωρίσθηκες δυστυχῶς ἀπὸ τὸν γλυκύτατο Δεσπότη καὶ Θεό σου!». 

·      Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, νέκρωση τοῦ Θανάτου

     Τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ

     Τὸ μεγαλύτερο γεγονὸς τῆς Ἱστορίας: Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ μεγαλύτερο γεγονὸς μέσα στὴν Ἱστορία. Εἶναι αὐτὸ ποὺ διαφοροποιεῖ τὸν Χριστιανισμὸ ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἄλλη θρησκεία. Οἱ ἄλλες θρησκεῖες ἔχουν ἀρχηγοὺς θνητούς, ἐνῶ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Ἀναστημένος   Χριστός.   «Ἀνάσταση  τοῦ  Χριστοῦ» σημαίνει θέωση καὶ ἀνάσταση τῆς ἀνθρώπινης φύσεως καὶ ἐλπίδα τῆς θέωσης καὶ ἀνάστασης τῆς δικῆς μας ὑποστάσεως. Ἀφοῦ βρέθηκε τὸ φάρμακο, ὑπάρχει ἐλπίδα ζωῆς.  

     Δία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ἀποκτᾶ ἄλλο νόημα καὶ ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος. Ζωὴ σημαίνει κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Δὲν εἶναι πλέον θάνατος τὸ τέλος τῆς παρούσας ζωῆς, ἀλλὰ ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Χριστό. Ὁ χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα δὲν εἶναι θάνατος, ἀλλὰ προσωρινὸς ὕπνος.

     Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δικαιώνει τὴ μοναδικότητα καὶ ἀποκλειστικότητά Του ὡς Σωτήρα, ἱκανοῦ νὰ ζωοποιήσει ἀληθινά, νὰ μεταγγίσει τὴν καταλύτρια τοῦ θανάτου Ζωή Του στὴ φθαρτὴ ζωή μας. Ἕνας ὁ Χριστός, μία ἡ Ἀνάσταση, μία καὶ ἡ δυνατότητα σωτηρίας-θέωσης. Γι' αὐτὸ καὶ προσανατολίζεται στὸν Χριστὸ ἡ προσδοκία γιὰ τὴν ὑπέρβαση τῶν ἀδιεξόδων ποὺ συμμίγουν τὴ ζωή μας. Στὸν Χριστὸ τῶν Ἁγίων, τὸν Χριστὸ τῆς Ἱστορίας.

     Ὁ ἀλλοιωμένος «Χριστὸς» τῶν αἱρέσεων ἢ ὁ «σχετικοποιημένος» Χριστὸς τοῦ θρησκειακοῦ συγκρητισμοῦ τῆς νεοεποχικῆς πανθρησκείας συνιστᾶ ἀπόρριψη τοῦ ἀληθινοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς προσφερόμενης ἀπὸ Αὐτὸν Σωτηρίας. Ὁ Χριστὸς τῶν Ἁγίων μας εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ τῆς Ἱστορίας καὶ ἀποκλείει κάθε σύγχυσή Του μὲ ὁποιαδήποτε λυτρωτικὰ ὑποκατάστατα ποὺ ἐπινοοῦνται γιὰ τὴν παραπλάνηση τῶν μαζῶν. Διότι μόνο ἔτσι μπορεῖ ἡ πλάνη νὰ συντηρεῖ τὴν ἀπάτη, διευκολύνοντας τὴν κυριαρχία ἀντίχριστων δυνάμεων (μπορεῖ νὰ ἔχουν εἰσχωρήσει ἀκόμα καὶ στὴν Ἐκκλησία) ποὺ σκορπίζουν μὲν τὸν θάνατο, ἀλλὰ ἐμφανίζονται ὡς «ἄγγελοι φωτὸς» καὶ «διάκονοι δικαιοσύνης».

     Μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων μας συνειδητοποιοῦμε ὅτι δὲν ὑπάρχουν τραγικότερες ὑπάρξεις ἀπὸ τοὺς   «μὴ ἔχοντας ἐλπίδα» - ἐλπίδα ἀνάστασης, βλέποντας τὸν βιολογικὸ θάνατο ὡς καταστροφὴ καὶ τέλος. Σ' αὐτὴ τὴν τραγικότητα ὑποκύπτει δυστυχῶς καὶ ἡ ἐπιστήμη, ἀναζητώντας ἀπεγνωσμένη μεθόδους γιὰ παράταση τῆς ζωῆς καὶ μεταδίδοντας τὴν ψευδαίσθηση ὑπερνίκησης τοῦ φυσικοῦ θανάτου. Ἐξίσου ὅμως τραγικοὶ εἶναι καὶ ὅσοι - ἀκόμη καὶ Χριστιανοὶ - παγιδεύονται στὰ στεγανὰ χιλιαστικῶν ὁραμάτων καθολικῆς εὐημερίας καὶ ἐνδοκοσμικῆς ἐσχατολογίας, χάνοντας τὸ ἀληθινὸ νόημα τῆς Ἀνάστασης καὶ θυσιάζοντας τὸ ὑπερκόσμιο στὸ ἐνδοκομικὸ καὶ τὸ αἰώνιο στὸ πρόσκαιρο.

     Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ὡς ἀνάσταση καὶ τοῦ ἀνθρώπου καὶ συνόλης της κτίσης ἀποκτᾶ νόημα μόνο στὸ πλαίσιο τῆς Ἁγιοπατερικῆς σωτηριολογίας. Στὴ συσταύρωση δηλαδὴ καὶ συνανάσταση μὲ τὸν Χριστό. Ἔτσι βιώνει τὴν Ἀνάσταση καὶ ὁ Ἑλληνισμὸς στὴν ἱστορική του πορεία. Πιστὴ στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἡ Ὀρθοδοξία, ἔχει χαρακτηριστεῖ «Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως», διότι οἰκοδομεῖ ἐκεῖ ὅλη τὴν ἱστορική της παρουσία, ἐμβολιάζοντας στὴ συνείδηση τῶν Λαῶν τῆς τὴν ἀναστάσιμη ἐλπίδα, κάτι ποὺ φανερώνεται στὴν πολιτιστική της συνέχεια. Ἀνάμεσά τους καὶ ὁ Ἑλληνικὸς Λαὸς ἔμαθε νὰ διαλύει στὸ Φῶς τῆς Ἀνάστασης τὰ σκοτάδια τῆς δουλείας του, ὅπως στὴν Τουρκοκρατία, ὅταν στὸ «Χριστὸς Ἀνέστη» δὲν ἀπόσταινε νὰ προσθέτει: «καὶ Ἑλλὰς ἀνέστη!» Καὶ αὐτὸ γιὰ τετρακόσια χρόνια....

     Σὲ αὐτὸ τὸ νοηματικὸ πλαίσιο κινεῖται ἡ ἐλπιδοφόρα ἐκείνη πρόσκληση: «Δεῦτε λάβετε Φῶς!». Εἶναι ἡ πρόσκληση στὸ ἀναστάσιμο ἄκτιστο Φῶς, ποὺ τὸ δέχονται ὅσοι ἔχουν καθαρίσει τὴν καρδιά τους ἀπὸ τὶς κακίες καὶ τὰ πάθη. Χωρὶς τὴν «κάθαρση» τῆς καρδιᾶς, δηλαδή, τὴ μετάνοια, δὲν μπορεῖ νὰ κοινωνήσει κάποιος τὸ Ἀναστάσιμο Φῶς. Μετάνοια εἶναι ἡ ὑπέρβαση τῆς ἁμαρτίας,  τῆς αἰτίας  κάθε  θανάτου μας. Αὐτὸ μας ὑπενθυμίζει διαρκῶς ὁ περίεργος στὰ ὦτα τῶν ἀμύητων μοναστηριακὸς λόγος: «Ε, ἂν πεθάνεις πρὶν πεθάνεις,
δὲν θὰ πεθάνεις ὅταν πεθάνεις»! Χριστὸς Ἀνέστη !!

  •  Ἡ σημασία τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Χριστοῦ

     Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου 

     Ποιὰ εἶναι λοιπὸν ἡ σημερινὴ ἑορτή; Εἶναι μεγάλη καὶ ἀξιοσέβαστη, ἀγαπητέ μου, καὶ ὑπερβαίνει τὴν ἀνθρώπινη λογική, καὶ εἶναι ἀντάξια της γενναιοδωρίας τοῦ Θεοῦ ποὺ τὴν καθιέρωσε. Γιατί σήμερα συμφιλιώθηκε τὸ ἀνθρώπινο γένος μὲ τὸ Θεό. Σήμερα διαλύθηκε ἡ παλιὰ ἐχθρότητα καὶ τερματίστηκε ὁ μακροχρόνιος πόλεμος. Σήμερα ἐπανῆλθε στοὺς ἀνθρώπους μία ἀξιοθαύμαστη εἰρήνη, τὴν ὁποία ποτὲ στὸ παρελθὸν δὲν περίμεναν οἱ ἄνθρωποι.

     Γιατί ποιὸς ἤλπιζε πὼς ἐπρόκειτο νὰ συμφιλιωθεῖ ὁ Θεὸς μὲ τὸν ἄνθρωπο, ὄχι γιατί θὰ ἦταν ποτὲ δυνατὸν ὁ Κύριος νὰ μισήσει τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ γιατί ὁ ἄνθρωπος, ὁ δοῦλος, ἦταν ἀπρόθυμος. Ὄχι γιατί ὁ Κύριος ἦταν ἄσπλαχνος, ἀλλὰ γιατί ὁ δοῦλος ἦταν ἀχάριστος. Θέλεις νὰ μάθεις μὲ ποιὸν τρόπο ἐξοργίσαμε τὸν φιλάνθρωπο καὶ ἀγαθὸ Κύριό μας; Γιατί εἶναι σωστὸ νὰ μάθεις τὴν αἰτία τῆς παλιᾶς ἔχθρας μας, γιὰ νὰ θαυμάσεις τὴ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ὅταν δεῖς πὼς μᾶς τίμησε ἐνῶ ἤμασταν ἐχθροὶ καὶ ἀντίπαλοί Του, καὶ γιὰ νὰ μὴ νομίσεις πὼς ἡ ἀλλαγὴ αὐτὴ ὀφείλεται σὲ δικά μας κατορθώματα, καὶ γιὰ νὰ μάθεις τὸ μέγεθος τῆς χάρης καὶ τῆς εὐεργεσίας Του καὶ νὰ μὴν πάψεις ποτὲ νὰ Τὸν εὐχαριστεῖς γιὰ τὶς ἄπειρες δωρεές Του.[...]

     Καὶ γιὰ νὰ καταλάβεις πὼς δὲν μισοῦσε τὸ ἀνθρώπινο γένος, ἀλλὰ ἀπεχθανόταν τὴν ἀνθρώπινη κακία. Ἐκεῖνος ποὺ εἶπε: «Θὰ ἐξαφανίσω τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔπλασα, ἀπ' τὸ πρόσωπο τὴ γής», λέει στὸν ἄνθρωπο: «Εἶναι καιρὸς ὁ κάθε ἄνθρωπος νὰ ἔλθει σὲ Μένα». Ἐὰν μισοῦσε τὸν ἄνθρωπο, δὲ θὰ συζητοῦσε μαζί του. Τώρα ὅμως βλέπεις ὅτι ὁ Κύριος ὄχι μόνο δὲν θέλει νὰ κάνει ἐκεῖνο ποὺ ἀπείλησε νὰ κάνει, ἀλλὰ καὶ ὅτι δίνει ἐξηγήσεις στὸν δοῦλο Του καὶ συζητᾶ μαζί του σᾶ νὰ εἶναι ἰσότιμος φίλος Του καὶ τοῦ λέει ποιὲς εἶναι οἱ αἰτίες τῆς καταστροφῆς ποὺ πρόκειται νὰ γίνει, ὄχι γιὰ νὰ μάθει ὁ ἄνθρωπος τὶς αἰτίες, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὶς κάνεις γνωστὲς στοὺς συνανθρώπους του κι ἔτσι νὰ τοὺς κάνει πιὸ προσεκτικούς. Ἀλλὰ ὅπως εἴπαμε καὶ προηγουμένως, τόσο κακὴ διαγωγὴ δείξαμε οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ παλιά, ὥστε λίγο ἔλειψε νὰ μᾶς ἐκδιώξει ὁ Θεὸς κι ἀπ' τὴ γῆ.

     Ἀλλὰ ἐμεῖς ποὺ τότε ἀποδειχθήκαμε ἀνάξιοι νὰ κατοικοῦμε στὴ γῆ, σήμερα ἀνεβήκαμε στοὺς οὐρανούς. Ἐμεῖς ποὺ ἀποδειχθήκαμε ἀνάξιοι νὰ ἐξουσιάσουμε τὴ γῆ, ἀνεβήκαμε στὴν οὐράνια Βασιλεία, περάσαμε πάνω ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, ἀγγίξαμε τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὸ γένος ἐκεῖνο, ποὺ φύλαγαν τὰ Χερουβὶμ τὸν παράδεισο γιὰ νὰ μὴν μπεῖ μέσα, αὐτὸ τὸ γένος σήμερα βρίσκεται πιὸ ψηλὰ ἀπὸ τὰ Χερουβίμ. Ἀλλὰ πῶς ἔγινε αὐτὸ τὸ ἀξιοθαύμαστο καὶ μεγαλειῶδες γεγονός; Πῶς ἀνεβήκαμε τόσο ψηλὰ ἐμεῖς ποὺ ἤμασταν τόσο ἁμαρτωλοί, ἐμεῖς ποὺ ἀποδειχθήκαμε ἀνάξιοι γιὰ νὰ κατοικοῦμε τὴ γῆ καὶ νὰ τὴν ἐξουσιάζουμε; Πῶς σταμάτησε ὁ πόλεμος; Πῶς ἔπαψε ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ; Πῶς; Γιατί αὐτὸ εἶναι τὸ πλέον ἀξιοθαύμαστο, ὅτι δηλαδὴ δὲν ζητήσαμε τὴν εἰρήνη ἐμεῖς ποὺ περιφρονούσαμε ἄδικα τὸν Θεό, ἀλλὰ μᾶς κάλεσε ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ποὺ δίκαια ἦταν ἀγανακτισμένος ἐναντίον μας, καὶ ἔτσι μᾶς ἔφερε τὴν εἰρήνη. «Εἴμαστε ἀντιπρόσωποι τοῦ Χριστοῦ, καὶ ὁ Θεὸς μ' ἐμᾶς ὡς ἀντιπροσώπους Τοῦ σᾶς παρακαλεῖ». Καὶ γιατί αὐτό; Ἐκεῖνος περιφρονήθηκε ἄδικα ἀπὸ ἐμᾶς, καὶ ὁ Ἴδιος μας παρακαλεῖ; Ναί, γιατί εἶναι Θεὸς καὶ παρακαλεῖ ὡς φιλόστοργος Πατέρας ποὺ εἶναι.

     Καὶ πρόσεξε τί γίνεται, Μεσίτης εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς παρακαλεῖ, κι ὄχι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, οὔτε ἄγγελος, οὔτε ἀρχάγγελος, οὔτε κάποιος ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτες Του. Καὶ τί κάνει ὁ Μεσίτης; Αὐτὸ ποὺ κάνει κάθε μεσίτης. Ὅπως ἀκριβῶς ὅταν δύο ἄνθρωποι μισοῦνται μεταξύ τους καὶ δὲ θέλουν νὰ συμφιλιωθοῦν, πηγαίνει κάποιος καὶ μπαίνει στὴ μέση καὶ δίνει τέλος στὴν ἔχθρα τους, ἔτσι ἐνήργησε καὶ ὁ Χριστός. Ὁ Θεὸς ἦταν θυμωμένος ἐναντίον μας, ἐμεῖς ἀποστρεφόμασταν τὸν Θεό, τὸν φιλάνθρωπο Κύριό μας, καὶ ὁ Χριστὸς μπῆκε στὴ μέση καὶ μᾶς συμφιλίωσε. Ἀλλὰ μὲ ποιὸν τρόπο μπῆκε στὴ μέση ὁ Χριστός; Πῆρε ἐπάνω του Ἐκεῖνος τὴν τιμωρία ποὺ μᾶς ἐπέβαλε ὁ Πατέρας καὶ ὑπόμεινε καὶ τὴν τιμωρία καὶ τὶς προσβολὲς ποὺ τοῦ ἔκαναν οἱ ἄνθρωποι στὴ γῆ. Θέλεις νὰ μάθεις μὲ ποιὸν τρόπο τὰ δέχτηκε καὶ τὰ δύο; «Ὁ Χριστὸς -λέει ὁ Παῦλος- μᾶς ἐξαγόρασε ἀπὸ τὴν κατάρα τοῦ νόμου μὲ τὸ νὰ γίνει ὁ Ἴδιος κατάρα, γιὰ τὴ σωτηρία μας». Εἶδες πῶς δέχτηκε τὴν τιμωρία ποὺ ἐπιβλήθηκε ἀπὸ τὸν οὐρανό, δὲς καὶ πῶς ὑπέμεινε τὶς προσβολὲς τῶν ἀνθρώπων, «Οἱ βρισιὲς ἐκείνων ποὺ σὲ βρίζαμε - λέει- ἔπεσαν σ' ἐμένα». Εἶδες μὲ ποιὸν τρόπο διέλυσε τὴν ἔχθρα, πῶς δὲν ἔπαψε νὰ κάνει τὰ πάντα, καὶ νὰ πάσχει καὶ νὰ ἐνδιαφέρεται πρὶν ἀνεβάσει τὸν ἐχθρὸ καὶ ἀντίπαλο (τὸν ἄνθρωπο) κοντὰ στὸν Θεὸ καὶ νὰ τὸν καταστήσει φίλο Του; Γιὰ ὅλα αὐτὰ τὰ ἀγαθὰ ἀφετηρία εἶναι ἡ σημερινὴ ἡμέρα.

·      H ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς

Anthony (Bloom), Metropolitan of Sourozh

     "Το Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ χύθηκε ἐπάνω τους, Τὸ πνεῦμα του νὰ εἶναι υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅπως ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἔγιναν κι ἐκεῖνοι υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ὁ Σωτήρ, ὁ Χριστός, ἦρθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ σώσει τοὺς ἀνθρώπους μὲ τίμημα τὴ δική Του ζωή,  καὶ  οἱ  ἀπόστολοι  χάρισαν  τὴ  ζωὴ  καὶ  τὸ θάνατό τους στοὺς ἀνθρώπους γιὰ νὰ ἀκούσουν ἐκεῖνοι, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη, ὅτι ὑπάρχει ἕνα νόημα στὴ ζωή, ὅτι ὅλοι ἐμεῖς εἴμαστε πολύτιμοι στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ ..." - ἀπὸ μία ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτη Ἀντωνίου Σοῦροζ (Μπλοὺμ) γιὰ τὴ γιορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς Τὴν πεντηκοστὴ ἡμέρα μετὰ τὴν Ἀνάσταση ὁ Χριστὸς ἔστειλε στοὺς μαθητὲς Τοῦ Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα Του, Τὸ Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα, ἀλλὰ στέλνεται στὸν κόσμο ἀπὸ τὸ Σωτήρα, τὸν Χριστό.

     Οἱ μαθητὲς μαζεύτηκαν γιὰ νὰ προσευχηθοῦν καὶ νὰ θυμηθοῦν τὸν σκοτωμένο καὶ ἀναστημένο Δάσκαλο. Καὶ ξαφνικὰ παρουσιάστηκαν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ σ΄αὐτοὺς γλῶσσες σὰν φλόγες φωτιᾶς. Σὰν φλόγα κατέβηκε σ΄αὐτοὺς τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐμπνεύστηκαν καὶ δὲν ἤτανε πιὰ ἐκεῖνοι οἱ ἀπόστολοι, ὅπως ἤτανε πρὶν πενήντα μέρες. Τότε ἤτανε φρικιασμένοι καὶ γεμάτοι μὲ φόβο, ὅτι νικήθηκε καὶ σκοτώθηκε ὁ Δάσκαλός τους. Τώρα αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι, ἐμπνευσμένοι ἀπὸ τὴ πνοὴ τῆς Αἰώνιας ζωῆς καὶ γεμάτοι ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, βγῆκαν στοὺς ἀνθρώπους γύρω τους καὶ ἄρχισαν - χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουν γιατί - νὰ μιλᾶνε γιὰ τὸ Χριστὸ σὰν γιὰ τὸ Θεό, ὁ ὁποῖος ἔγινε ἄνθρωπος. Ἔλεγαν χωρὶς φόβο καὶ μὲ θάρρος, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ δὲν ξέρει μέτρα, ποὺ ἀγκαλιάζει καὶ περιλαμβάνει τοὺς πάντες καὶ τὰ πάντα. Ἐκείνη ἡ ἔμπνευση τοὺς γέμισε μὲ τέτοιο θάρρος πού, χάρη σ΄αὐτό, πήγανε ὄχι μόνο γιὰ νὰ διακηρύξουν τὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ πάθουν, νὰ χτυπηθοῦν, νὰ βασανιστοῦν καὶ τέλος νὰ σκοτωθοῦν. Τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ χύθηκε ἐπάνω τους, Τὸ πνεῦμα του νὰ εἶναι υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅπως ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἔγιναν κι ἐκεῖνοι υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ὁ Σωτήρ, ὁ Χριστός, ἦρθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ σώσει τοὺς ἀνθρώπους μὲ τίμημα τὴ δική Του ζωή, καὶ οἱ ἀπόστολοι χάρισαν τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατό τους στοὺς ἀνθρώπους  γιὰ  νὰ ἀκούσουν ἐκεῖνοι, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη, ὅτι ὑπάρχει ἕνα νόημα στὴ ζωή, ὅτι ὅλοι ἐμεῖς εἴμαστε πολύτιμοι στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι πρέπει νὰ βασίσουμε τὴν ἀνθρώπινη κοινότητα σὲ καινούργιες ἀρχὲς - ὄχι πιὰ στὴ βία, τὸ ψέμα καὶ τὸν ἀνταγωνισμό, ἀλλὰ στὴν ἀγάπη, τὸν ἀμοιβαῖο σεβασμὸ καὶ τὴν προθυμία νὰ κάνουν θυσίες ἐκεῖνοι ποὺ ξέρουν χάριν τῶν ἄλλων, ποὺ δὲν τὸ ξέρουν ἀκόμα. Ὁ Χριστὸς εἶπε στοὺς μαθητές Τους: Ὅπως Μὲ ἔστειλε ὁ Πατέρας, στέλνω κι ἐσᾶς. Σᾶς στέλνω στὸ θάνατο, στὴ Ζώη, στὴ νίκη!

·       ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΟΦΙΑ

     Ἁγίου Θεόδωρου τοῦ Στουδίτου    
     «Τί εἶναι αὐτό, ἀδελφοὶ ἀγαπητοὶ καὶ φιλέορτοι καὶ φιλοχριστοι; Τί εἶναι αὐτὴ ἡ μεγάλη λαμπροφορία; Τί εἶναι αὐτὴ ἡ τόση φωταγωγία καὶ χαρά; Τί εἶναι αὐτὸ ποῦ ἔκανε τὴν Ἐκκλησία νὰ στράφτει τόσο πολύ; Τί εἶναι αὐτὸ ποῦ λάμπρυνε τὴν οἰκουμένη; Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔκανε νὰ δημιουργηθεῖ τόσο μεγάλη χαρὰ καὶ εὐχαρίστηση; Χθὲς ἤμασταν σὲ λύπη καὶ σήμερα σὲ χαρά. Χθὲς σὲ κατήφεια καὶ σήμερα σὲ εὐθυμία. Χθὲς σὲ θρήνους καὶ σήμερα σὲ ἀλαλαγμούς. Ρωτᾶς ποιὰ εἶναι ἡ αἰτία αὐτῶν καὶ τί εἶναι ἐκεῖνο ποὺ προκάλεσε αὐτὴ τὴν τόσο μεγάλη χαρὰ καὶ λαμπρότητα; Ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκροὺς καὶ ὅλος ὁ κόσμος γέμισε ἀπὸ ἀγαλλίαση. Κατάργησε μὲ τὸ ζωοποιό του θάνατο τὸ θάνατο καὶ ὅλοι ὅσοι βρίσκονταν στὸν Ἅδη ἐλευθερώθηκαν ἀπ' τὰ δεσμά του. Ἄνοιξε τὸν Παράδεισο καὶ τὸν ἔκανε προσιτὸ σὲ ὅλους. Πόσο, ἀλήθεια, μεγάλο βάθος, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ κατανοηθεῖ! Πόσο μεγάλο ὕψος, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ μετρηθεῖ! Πόσο φρικτὸ μυστήριο, ποὺ ὑπερβαίνει τὴ δύναμη τοῦ νοῦ! Ὑμνοῦν οἱ ἄγγελοι, ἐπειδὴ εὐφραίνονται γιὰ τὴ σωτηρία μας. Χαίρονται οἱ προφῆτες βλέποντας  νὰ  ἐκπληρώνονται οἱ προφητεῖες τους. Ὅλη ἡ κτίση ἑορτάζει μαζί μας γιατί ξημέρωσε γι' αὐτὴν ἡμέρα σωτήρια, ἔλαμψε πάλι ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης».

·       ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ

     Εἶπε κάποιος Γέροντας: "Ἐὰν δεῖς ἀδελφὸ νὰ ἁμαρτάνει, μὴ ρίξεις τὴν αἰτία σ΄ αὐτὸν ἀλλὰ στὸν πολέμιό του, καὶ πές: Ὅπως αὐτὸς νικήθηκε, ἔτσι κι ἐγώ. Κλαῖε καὶ ζήτα τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ δεῖχνε συμπόνια σ΄ αὐτὸν ποὺ ἄθελά του πάσχει. Γιατί κανεὶς δὲν θέλει νὰ ἁμαρτήσει στὸν Θεό, ἀλλὰ ὅλοι σφάλλουμε".

·      ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ

     Τοῦ π. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν

     ... Ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ὥρα τῆς ἔσχατης Ἀγάπης εἶναι ἐπίσης καὶ ἡ ὥρα τῆς ἔσχατης προδοσίας. Ὁ Ἰούδας ἐγκαταλείπει τὸ φῶς ποὺ πλημύριζε τὸ «Μέγα Ἀνώγαιον» καὶ μπαίνει στὸ σκοτάδι. «Λαβῶν οὒν τὸ ψωμίον ἐκεῖνος εὐθέως ἐξῆλθεν˙ ἢν δὲ νὺξ» (Ἰω. 13, 30). Γιατί ἔφυγε; Διότι ἀγαποῦσε, ἀπαντάει τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ αὐτὴ ἡ μοιραία (θανατηφόρα) ἀγάπη τονίζεται ἐπαναληπτικὰ στοὺς ὕμνους τῆς Μεγάλης Πέμπτης. «Ὁ τρόπος σου δολιότητος γέμει, παράνομε Ἰούδα˙ νοσῶν γὰρ φιλαργυρίαν, ἐκέρδησας μισανθρωπίαν˙ εἰ γὰρ πλοῦτον ἠγάπας, τί τῷ περὶ πτωχείας διδάσκοντι ἐφοίτας; Εἰ δὲ καὶ ἐφίλεις, ἴνα τί ἐπώλεις τὸν ἀτίμητον;...». Δὲν ἔχει σημασία τὸ γεγονὸς ὅτι ἀντικείμενο τῆς ἀγάπης τοῦ Ἰούδα ἦταν ὁ «χρυσός». Ὁ χρυσός, τὸ χρῆμα ἐδῶ ἀντιπροσωπεύει ὅλες τὶς διεστραμμένες καὶ καταστρεπτικὲς ἀγάπες ποὺ ὁδηγοῦν τὸν ἄνθρωπο στὴν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ. Εἶναι, στὴν πραγματικότητα ἀγάπη κλεμμένη ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ἀκριβῶς γι' αὐτὸ ὁ Ἰούδας εἶναι ὁ κλέφτης. Καὶ ὅταν κάποιος δὲν ἀγαπάει τὸ Θεὸ καὶ γενικὰ ἡ ἀγάπη του δὲν προέρχεται ἀπὸ τὸ Θεό, ἀκόμα  καὶ  τότε ὁ  ἄνθρωπος  ἀγαπάει καὶ  ἐπιθυμεῖ -  γιατί εἶναι δημιουργημένος ν' ἀγαπάει καὶ ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ φύση τοῦ - ἀλλὰ ἕνα σκοτεινὸ καὶ αὐτοκαταστροφικὸ πάθος τὸν ὁδηγεῖ στὸ θάνατο.

     Κάθε χρόνο καθὼς γιορτάζουμε τὴ μεγάλη αὐτὴ ἡμέρα τῆς Ἁγίας Πέμπτης καὶ βυθιζόμαστε στὸ ἀτέρμονο φῶς της καὶ στὰ ἀπύθμενα βάθη τῶν νοημάτων τῆς ἡμέρας αὐτῆς, ἡ ἴδια ἀποφασιστικὴ ἐρώτηση ἀπευθύνεται στὸν καθένα ἀπό μας: ἐγὼ ἀνταποκρίνομαι στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀποδέχομαι σὰν ζωή μου, ἢ ἀκολουθῶ τὸν Ἰούδα μέσα στὸ σκοτάδι τῆς νύχτας του;

·      ΕΝΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΓΙΟΣ

Ὁ Ὅσιοςσίδωροςμωρός

     Ὁ Ὅσιος Ἰσίδωρος γεννήθηκε τὸ 319 μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἦταν μαθητὴς τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου καὶ συνασκητὴς τοῦ Ὁσίου Μακαρίου. Μετέβη μετὰ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου στὴ Ρώμη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀναχώρησε μὲ τὴν Ὁσία Μελανία γιὰ τὴν ἔρημό τῆς Αἰγύπτου.

     Ὁ Ὅσιος διακρινόταν γιὰ τὴν πραότητά του καί, ἐκτὸς τοῦ δώρου τῶν δακρύων, γιὰ τὴν εὐκολία μὲ τὴν ὁποία περιέπιπτε σὲ ἔκσταση, ἐνῷ ἔτρωγε. Μὲ τοὺς Πατέρες τῆς ἐρήμου Μακάριο καὶ Παμβὼ ἔπληττε τὸν μὴ ἀκτήμονα μοναχό: «Τὸ ἀργύριόν σου σὺν σοὶ εἴη εἰς ἀπώλειαν».

     Ὑπέφερε πολλὰ ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Θεόφιλο, ὁ ὁποῖος ἀρχικὰ ἤθελε νὰ τὸν κάνει Ἐπίσκοπο καὶ κατόπιν τὸν ἀπέλασε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας καὶ ἀπὸ τὴν ἔρημο ποὺ ἀσκήτευε. Ὁ Ὅσιος, μὲ τοὺς μοναχοὺς μαθητές του, ζήτησε τὴν προστασία τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου.

     Ὁ Ὅσιος Ἰσίδωρος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 404 μ.Χ. Ἡ  μνήμη τοῦ τιμᾶται στὶς 10 Μαΐου.