Λόγοι τοῦ γέροντος Παϊσίου περί τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς.
Ὁ Μακαριστός Γέροντας Παϊσιος ἀπό νωρίς τοποθετήθηκε ἐνεργῶς μέσα στή μεγάλη οἰκογένεια τῆς Ἐκκλησίας. Αἰσθανόταν ὅτι δέν ἀνῆκε πλέον στή μικρή οἰκογένειά του. Ἀπέκτησε θεϊκή δύναμη καί ἔγινε παιδί τοῦ Θεοῦ. Γιά αὐτό ἐνίωθε ὅλους τους ἀνθρώπους ἀδέλφια του καί ἀγαποῦσε τόν καθένα «ἐν σπλάγχνοις Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Φίλ. 1,8). Ἡ ἀγάπη τοῦ αὐτή γιά τό συνάνθρωπο τόν ὤθησε νά ἀσχοληθεῖ πολύ μέ τό θέμα τῆς οἰκογένειας καί τῆς κρίσης τοῦ θεσμοῦ τῆς οἰκογένειας.
Ὁρίζει ὡς θεμέλια της οἰκογένειας τήν ἀρχοντική ἀγάπη καί τό σεβασμό μεταξύ τῶν συζύγων. Ἡ ὑπομονή στίς δυσκολίες τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς, ὅταν συνοδεύεται ἀπό προσευχή, σώζει τήν οἰκογένεια ἀπό τή διάλυση. Ἀναφέρεται στίς ὑποχρεώσεις καί τήν εὐθύνη τῶν γονέων γιά τή σωστή ἀνατροφή τῶν παιδιῶν καί τονίζει τή σπουδαιότητα πού ἔχει τό παράδειγμα, «ἡ σιωπώσα παραίνεσις» τῶν γονέων πρός τά παιδιά καί ὁ ρόλος τῆς μητέρας. Ὑπογραμμίζει ὅτι ἡ στοργή καί ἡ ἀγάπη πρός τά παιδιά εἶναι βασικές προϋποθέσεις γιά τή φυσιολογική ἀνάπτυξή τους.
Ἀναφέρεται στά ἴδια τά παιδιά, στίς χαρές καί τίς δυσκολίες τους ἀπό τή βρεφική ἡλικία ὡς τήν ἐνηλικίωσή τους, καθώς καί στίς ὑποχρεώσεις τους πρός τούς γονεῖς. Ὁ σεβασμός καί ἡ ἀγάπη πρός τούς γονεῖς, ὄχι μόνο κατά τήν παιδική ἡλικία ἀλλά καί κατά τήν ὥριμη ἡλικία, τούς ἐξασφαλίζουν τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.
Ἐπιπλέον δίνονται ἁπλές καί πρακτικές συμβουλές γιά τήν πνευματική ζωή μέσα στήν οἰκογένεια. Ἔτσι παιδιά καί γονεῖς βοηθιοῦνται νά βιώνουν καθημερινά τό Εὐαγγέλιο, εἴτε βρίσκονται στό σπίτι εἴτε στήν ἐργασία, ἡ ὁποία πρέπει, ὅσο γίνεται, νά συντελεῖ στήν κατά Θεόν τελείωσή τους καί ὄχι νά τούς πνίγει μέ τό συνεχές ἄγχος.
Ἀναφέρεται στίς διάφορες δοκιμασίες πού ἀντιμετωπίζουν οἱ ἄνθρωποι στή ζωή τους, τονίζεται πόση παρηγοριά καί δύναμη δίνει ὁ Θεός σέ ὅσους τίς ἀντιμετωπίζουν ὄχι μόνο σέ ὑπομονή ἀλλά καί μέ δοξολογία. Ἡ ἀρρώστια, ἡ ἀναπηρία, οἱ συκοφαντίες εἶναι εὐλογία γιά τόν ἄνθρωπο πού ἔχει συλλάβει τό βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς. Μέ τίς ταλαιπωρίες πού περνάει ἐξοφλεῖ ἁμαρτίες ἤ ἀποταμιεύει οὐράνιο μισθό.
Τέλος ἀναφέρεται στή σωστή ἀντιμετώπιση τοῦ θανάτου καί στήν προετοιμασία γιά αὐτόν. Ὁ Γέροντας διευκρινίζει ποιά εἶναι ἡ ἀληθινή παρηγοριά τῶν πενθούντων γιά τά θάνατο προσφιλῶν προσώπων τους καί ὑπογραμμίζει πόσο βοηθοῦν τά μνημόσυνα, οἱ προσευχές καί οἱ ἐλεημοσύνες πού γίνονται γιά τούς κεκοιμημένους. Ἁπλά καί παραστατικά δίνει μία εἰκόνα τῆς μέλλουσας Κρίσεως καί τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Μέ τούς Λόγους τοῦ ὁ Γέροντας Παϊσιος ἐπιδιώκει νά βοηθήσει ὅσους ἀγωνίζονται μέσα στόν κόσμο νά συνεχίσουν «τόν καλόν ἀγώνα» (Α΄ Τίμ.6,12) μέ περισσότερο ζῆλο καί ἀφετέρου νά ξυπνήσει συνειδήσεις ἀνθρώπων πού ταλαιπωροῦνται μακριά ἀπό τό Θεό, ὥστε νά θελήσουν νά γίνουν συνειδητά μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί νά χαίρονται μέσα στή μικρή κοινωνία τῆς οἰκογένειάς τους τήν εἰρήνη καί τήν ἀνάπαυση πού δίνει ἡ πνευματική ζωή. Παράλληλα ὑπογραμμίζει ὅτι μέσα στό γάμο εἶναι ἀπαραίτητη ἡ τήρηση ὅλων τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖες «βαρεῖαι οὐκ εἰσίν» (Α΄ Ἰω. 5,3). Ἄν ὁ καθένας ἀπό τούς συζύγους θυσιάζει τό δικό του θέλημα καί κάνει ὑπακοή, δέ νιώθει καταπιεσμένος, γιατί τό κάνει ἀπό ἀγάπη καί αἰσθάνεται μέσα τοῦ μία γλυκεία παρηγοριά.
Ὁ Γέροντας ἀποβλέπει πάντοτε στήν κατά Χριστόν τελειότητα. Μέ τή φωτισμένη τοῦ ποιμαντική μακροθυμεῖ μπροστά στήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία καί κάνει χρήση τῆς θείας οἰκονομίας, προκειμένου μέ παραδείγματα καί ἀναφορές στή ζωή τῶν παλαιοτέρων χρόνων νά διδάξει τό σύγχρονο ἄνθρωπο ὅτι ὁ Θεός εἶναι ζῶν καί «ἐνεργῶν τά πάντα ἐν πάσι» (Ἅ΄ Κόρ. 12,6). Ἡ πνευματική ὠφέλεια ἐντάσσει τούς γονεῖς καί τά παιδιά στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά βροῦν τόν πραγματικό προορισμό τους καί νά ζοῦν ἀπό αὐτή τή ζωή τόν Παράδεισο.
Οἱ γονεῖς πού γεννοῦν τά παιδιά καί τούς δίνουν τό σῶμα πρέπει νά συντελέσουν, ὅσο μποροῦν, καί στήν πνευματική τους ἀναγέννηση. Ὕστερα, ὅ,τι δέν μποροῦν νά κάνουν οἱ ἴδιοι γιά τά παιδιά τους, θά τό ἀναθέσουν στούς δασκάλους. Γιά αὐτό λέει καί ἡ Ἐκκλησία μας «τούς γονεῖς ἠμῶν καί διδασκάλους». Ὑπάρχουν ὅμως καί οἱ πνευματικοί Πατέρες, πού ἐργάζονται γιά τήν πνευματική ἀναγέννηση τῶν ἀνθρώπων καί βοηθοῦν πιό θετικά στήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν. Ἡ πνευματική ζωή ἀποτελεῖ βασική προϋπόθεση γιά τήν καλή ἀποκατάσταση τῶν νέων. Οἱ νέοι καλοῦνται νά ἐπιλέξουν ἕναν ἀπό τούς δύο δρόμους τῆς ζωῆς, τήν ἔγγαμη ἤ τήν ἄγαμη καί μοναχική ζωή. Στήν ἐπιλογή τούς αὐτή θά τούς βοηθήσει ἡ ἀντίληψη τοῦ πραγματικοῦ προορισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς. Θά πρέπει νά ξέρουν ὅμως ὅτι καί οἱ δύο δρόμοι πού ἔχει χαράξει ἡ Ἐκκλησία μᾶς εἶναι εὐλογημένοι, γιατί καί οἱ δύο μποροῦν νά τούς ὁδηγήσουν στόν Παράδεισο, ἄν ζήσουν κατά Θεόν. Ὡστόσο κάθε ἄνθρωπος ἔχει τήν κλίση του καί ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο ἐλεύθερο. Αὐτή ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου τοῦ ἐπιτρέπει νά ἀκολουθεῖ τό δρόμο πού τόν ἀναπαύει καί τήν κλίση του. Καί πρέπει οἱ γονεῖς, οἱ Πνευματικοί, οἱ δάσκαλοι νά βοηθοῦν τούς νέους νά διαλέγουν ὅποια ζωή εἶναι στά μέτρα τους καί νά ἀκολουθοῦν τήν πραγματική τους κλίση, χωρίς νά ἐπηρεάζουν ἤ νά στραγγαλίζουν τήν κλίση τους.
Μιλώντας γιά μία ἁρμονική οἰκογένεια δηλώνει: «ὅσο μποροῦν οἱ σύζυγοι, νά καλλιεργήσουν τήν ἀρετή τῆς ἀγάπης, γιά νά μένουν ἑνωμένοι πάντοτε οἱ δύο καί νά μένη μαζί τους καί ὁ Τρίτος, ὁ Γλυκύτατος Χριστός μας». Ὅταν ἀποφασίζει ὁ νέος νά ἀκολουθήσει τήν ἔγγαμη ζωή, τότε ἡ ἐπιλογή τῆς συντρόφου τοῦ πρέπει νά γίνει μέ πνευματικά κριτήρια. Ἄν ἔχουν καί οἱ δύο φόβο Θεοῦ καί ταπείνωση, τότε μποροῦν νά πορευθοῦν μαζί καί νά περάσουν τό κακό ρεῦμα τοῦ κόσμου. Σχετικά μέ τή διαφορά τῶν χαρακτήρων μεταξύ τῶν ἀνδρογύνων ὁ Γέροντας δηλώνει ὅτι σέ αὐτή κρύβεται ἡ ἁρμονία τοῦ Θεοῦ, καθώς οἱ διαφορετικοί χαρακτῆρες δημιουργοῦν ἁρμονία. Οἱ μικροδιαφορές τῶν χαρακτήρων τῶν συζύγων βοηθοῦν νά δημιουργηθεῖ μία ἁρμονική οἰκογένεια, γιατί ὁ ἕνας συμπληρώνει τόν ἄλλο. Καί στήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν, ὅταν οἱ σύζυγοι εἶναι διαφορετικοί χαρακτῆρες, μποροῦν περισσότερο νά βοηθήσουν τά παιδιά νά βρίσκουν μία ἰσορροπία.
Ὁ Θεός τά ρύθμισε ὅλα μέ σοφία. Μέ ἄλλα χαρίσματα προίκισε τόν ἄνδρα, μέ ἄλλα τή γυναίκα. Ἡ ἀγάπη ὅμως τούς ἐνώνει. Μέσα στήν ἀγάπη εἶναι ὁ σεβασμός. Μέσα στό σεβασμό εἶναι ἡ ἀγάπη. Τό ἕνα εἶναι συνυφασμένο μέ τό ἄλλο. Καί ὁ φόβος πού ἀναφέρεται στό Εὐαγγέλιο δέν πρέπει νά παρερμηνεύεται. Αὐτός ὁ φόβος σημαίνει νά αἰσθάνεσαι δέος. Εἶναι κάτι τό ἱερό. Αὐτό ὅμως πού ἑνώνει περισσότερό τους συζύγους εἶναι ἡ εὐγνωμοσύνη. Ὁ ἕνας ἀγαπάει τόν ἄλλο γιά αὐτό πού τοῦ χαρίζει. Ἡ γυναίκα δίνει στόν ἄνδρα τήν ἐμπιστοσύνη, τήν ἀφοσίωση, τήν ὑπακοή. Ὁ ἄνδρας δίνει στή γυναίκα τή σιγουριά ὅτι μπορεῖ νά τήν προστατέψει. Μεταξύ τους τά ἀνδρόγυνα πρέπει νά ἔχουν τήν ἐξαγνισμένη ἀγάπη, γιά νά ἔχουν ἀλληλοπαρηγοριά καί νά μποροῦν νά ἀσκοῦν τά πνευματικά τους καθήκοντα. Γιά νά ζήσουν ἁρμονικά χρειάζεται νά βάλουν ἐξαρχῆς ὡς θεμέλιό της ζωῆς τούς τήν ἀγάπη, τήν ἀκριβῆ ἀγάπη, πού βρίσκεται μέσα στήν πνευματική ἀρχοντιά, στή θυσία καί ὄχι τήν ψεύτικη, τήν κοσμική, τή σαρκική. Ὅταν ὑπάρχει ἀγάπη καί μακριά νά βρεθεῖ ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο, θά βρίσκονται κοντά, γιατί τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ δέν τή χωρίζουν ἀποστάσεις. Ἐπιπλέον ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ προσφέρει σέ κάποιους ἀνθρώπους θεοπτία, ὅταν αὐτοί εἶναι πλημμυρισμένοι ἀπό ἀγάπη, ἀνεξικακία καί ὑπομονή.
Μέ τήν ὑπομονή σώζεται ἡ οἰκογένεια καί χαριτώνεται ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Θεός κρέμασε τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων στήν ὑπομονή. «Ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, σωθήσεται» (Μάτθ. 10,22). Γιά αὐτό καί δίνει δυσκολίες καί διάφορες δοκιμασίες, γιά νά ἀσκοῦνται οἱ ἄνθρωποι στήν ὑπομονή. Ἡ ὑπομονή ξεκινᾶ ἀπό τήν ἀγάπη. Καί ἔτσι διασώζεται ἡ οἰκογένεια. Γιατί μέ τήν ὑπομονή, τήν καρτερία, τήν καλοσύνη καί τήν ἀρχοντιά τῆς ψυχῆς ἀντιμετωπίζονται ὅλα. Καί κερδισμένος βγαίνει ὅποιος δείχνει ὑπακοή καί ταπείνωση.
Γιά τήν ἐγκράτεια στήν ἔγγαμη ζωή ὁ Γέροντας Παϊσιος κάνει ἀναφορά στό γεγονός ὅτι δέν δικαιολογοῦνται οἱ ἔγγαμοι νά ξεχνοῦν ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι μόνο σάρκα, ἀλλά καί πνεῦμα καί νά ἀφήνουν τόν ἑαυτό τούς ἀχαλίνωτο. Πρέπει νά ἀγωνίζονται ν ὑποτάξουν τή σάρκα στό πνεῦμα. Ἄν προσπαθήσουν νά ζοῦν πνευματικά, μέ τήν καθοδήγηση τοῦ Πνευματικοῦ τους, θά ἀρχίσουν νά γεύονται σταδιακά καί ἀνώτερες χαρές, πνευματικές, οὐράνιες. Ὡς πρός τήν ἀνθρώπινη λογική στό θέλημα τοῦ Θεοῦ γιά τήν τεκνογονία ὁ Γέροντας ἀναφέρει ὅτι τό θέμα τῆς τεκνοποιίας πρέπει νά ἀφήνεται στό Θεό. Τά ἀνδρόγυνα νά ἐμπιστεύονται τή ζωή τους στή θεία πρόνοια καί νά μή βάζουν προγράμματα. Οἱ πιστοί, πού τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, δέχονται τή θεία Χάρη καί ὁ Θεός τούς ἀποζημιώνει. Ὅσοι ἔχουν δυσκολία στήν τεκνοποιία πρέπει νά εἶναι ἕτοιμοι νά δεχτοῦν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στή ζωή τους. Ὅποιος ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του στό Θεό, Ἐκεῖνος δέν τόν ἀφήνει. Μερικές φορές ὁ Θεός σκόπιμα ἀργεῖ νά δώσει παιδί σέ κάποιο ἀνδρόγυνο. Ὅπως συνέβη στούς Ἁγίους Ἰωακείμ καί Ἄννα, τούς Θεοπάτορες καί στόν προφήτη Ζαχαρία καί τήν Ἁγία Ἐλισάβετ, στά γεράματα τούς ἔδωσε παιδί, γιά νά ἐκπληρωθεῖ καί στίς δύο περιπτώσεις τό προαιώνιο σχέδιό Του γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Τό θέμα τῆς τεκνοποιίας δέν ἐξαρτᾶται μόνο ἀπό τόν ἄνθρωπο, ἀλλά καί ἀπό τό Θεό. Διότι ὅταν λέμε «Γεννηθήτω τό θέλημά Σου» ἀφηνόμαστε μέ ἐμπιστοσύνη στό Θεό.
Ὅσον ἀφορᾶ στίς ἐκτρώσεις, ὁ Γέροντας τίς θεωρεῖ ὕψιστη ἁμαρτία καί ἐκφράζει τήν δυσφορία του, καθώς ὑφίσταται νόμος περί τῶν ἐκτρώσεων πού πρέπει νά ἀρθεῖ. Ἡ ἔκτρωση ἀποτελεῖ ἐγκληματική πράξη καί ὅμως καλύπτεται νομικά. Οἱ ἱερεῖς πρέπει νά ἐξηγήσουν ὅτι ὁ νόμος γιά τίς ἐκτρώσεις εἶναι ἀντίθετος πρός τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου. Οἱ γιατροί ἀπό τήν πλευρά τους νά μιλήσουν γιά τούς κινδύνους πού διατρέχει ἡ γυναίκα ὅταν κάνει ἔκτρωση. Χωρίς φόβο Θεοῦ ἐνεργεῖ ἡ Πολιτεία καί ἡ νομοθεσία. Διότι ὅταν παραβαίνει ἕνας ἄνθρωπος μία ἐντολή τοῦ εὐαγγελίου, εὐθύνεται μόνο αὐτός. Ὅταν ὅμως κάτι πού ἀντίκειται στίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου γίνεται ἀπό τό Κράτος νόμος, τότε ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ σέ ὅλο τό ἔθνος, γιά νά παιδαγωγηθεῖ.
Μιλώντας γιά τό ρόλο τῆς μητέρας στήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν, ὁ Γέροντας ἑστιάζεται στήν ἀγάπη τῆς μάνας. Μέ τήν ἀγάπη ὁ ἄνθρωπος μεγαλώνει καί ὡριμάζει. Δέ φτάνει νά ἀγαπάει κανείς τόν ἄλλο, ἀλλά νά τόν ἀγαπάει περισσότερο ἀπό τόν ἑαυτό του. Καί ἡ μάνα ἀγαπάει τά παιδιά τῆς περισσότερο ἀπό τόν ἑαυτό της. Ἡ μητέρα φτάνει νά ἔχει περισσότερη ἀγάπη καί θυσία ἀπό τόν πατέρα, γιατί στόν πατέρα δέ δίνονται πολλές εὐκαιρίες, γιά νά θυσιάζεται. Βασανίζεται, κοπιάζει περισσότερο μέ τά παιδιά, ἀλλά παράλληλα φορτίζεται ἀπό τά παιδιά. Δίνει συνέχεια καί γιά αὐτό λαμβάνει. Τό παιδί ἀγαπᾶ καί σέβεται τόν πατέρα του, ἀλλά μέ τή στοργή καί τήν τρυφερότητα τῆς μητέρας αὐξάνει πιό πολύ ἡ ἀγάπη του καί πρός τόν πατέρα. Ἡ καρδιά τῆς γυναίκας πού δέν διοχετεύει τήν ἀγάπη πού ἔχει στή φύση τῆς ἀχρηστεύεται. Καί αὐτό γιατί δέν ἐπῆλθε ἡ ἀλλαγή μέσα της, γιατί δέν ἔγινε μητέρα καί οὔτε ἀξιοποίησε τήν ἀγάπη πού ὑπάρχει στή γυναικεία φύση, βοηθώντας ὅσους ἔχουν ἀνάγκη. Ἡ θυσία εἶναι ἀπαραίτητη στή γυναίκα. Ἡ γυναίκα, μέ τήν ἀγάπη πού ἔχει, ἄν δέν τήν διοχετεύσει σωστά, εἶναι σάν μία μηχανή πού δουλεύει, ἀλλά δέν ἔχει ὑλικό νά δουλέψει καί τραντάζεται καί τραντάζει καί τούς ἄλλους. Ἡ ἀντοχή τῆς μητέρας εἶναι τεράστια. Ἡ μάνα πονάει, κουράζεται, ἀλλά δέν αἰσθάνεται οὔτε τόν πόνο, οὔτε τήν κούραση. Ζορίζει τόν ἑαυτό της, ἀλλά, ἐπειδή ἀγαπάει τά παιδιά της, ἀγαπάει τό σπίτι της καί ὅλα τά κάνει μέ χαρά.
Ἡ ἀνατροφή τοῦ παιδιοῦ ἀρχίζει ἀπό τήν ἐγκυμοσύνη. Ὅταν ἡ μάνα προσεύχεται καί ζεῖ πνευματικά, τό παιδάκι στήν κοιλιά τῆς ἁγιάζεται. Ὅταν γεννηθεῖ τό παιδί, πρέπει νά τό θηλάσει ὅσο πιό πολύ μπορεῖ, καθώς τό μητρικό γάλα δίνει ὑγεία στά παιδιά. Μέ τό θηλασμό τά παιδιά δέ θηλάζουν μόνο γάλα, ἀλλά καί ἀγάπη, στοργή, παρηγοριά, ἀσφάλεια καί ἀποκτοῦν ἔτσι δυνατό χαρακτήρα. Ὅμως ἡ εὐλάβεια τῆς μητέρας ἔχει μεγάλη σημασία. Ἄν ἡ μητέρα ἔχει ταπείνωση, φόβο Θεοῦ, τά πράγματα στό σπίτι κυλοῦν ὁμαλά καί τά παιδιά μεγαλώνουν σέ ὑγιές περιβάλλον.
Σχετικά μέ τήν εὐθύνη τῶν γονέων γιά τήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν, ὁ Γέροντας συμβουλεύει τούς γονεῖς νά ἐμπιστευθοῦν τά παιδιά τους στό Θεό. Ὁ Θεός ἔδωσε στούς Πρωτόπλαστους, στόν Ἀδάμ καί τήν Εὕα, τή μεγάλη εὐλογία νά γίνονται συνδημιουργοί Του. Ὁ Θεός ἑπομένως εἶναι κατά κάποιο τρόπο ὑποχρεωμένος νά νοιαστεῖ γιά τά παιδιά. Οἱ γονεῖς ὅμως πρέπει νά βοηθοῦν πνευματικά τά παιδιά, ὅταν εἶναι μικρά, γιατί τότε καί τά ἐλαττώματά τους εἶναι μικρά καί εὔκολα μποροῦν νά κοποῦν. Ἄν τά παιδιά βοηθηθοῦν ἀπό μικρά καί γεμίσουν Χριστό, θά εἶναι κοντά Του γιά πάντα. Γιατί ὁ φόβος Θεοῦ καί ἡ εὐλάβεια, πού πότισαν τίς καρδιές τους στή μικτή ἡλικία, δέν εἶναι δυνατόν νά ἐξαλειφθοῦν ποτέ.
Γιά τήν πνευματική ἀνατροφή τῶν παιδιῶν εὐθύνονται κυρίως οἱ γονεῖς. Ἡ μητέρα μάλιστα ἔχει τή μεγαλύτερη εὐθύνη γιά τήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν. Οἱ γονεῖς πού γεννοῦν τά παιδιά καί τοῦ δίνουν σῶμα, πρέπει νά συντελέσουν καί στήν πνευματική ἀναγέννησή τους. Ὅλοι, οἱ γονεῖς, ἡ Ἐκκλησία καί οἱ Πνευματικοί, οἱ διδάσκαλοι, καθένας μέ τόν τρόπο του καί τό παράδειγμά του, πρέπει νά βοηθοῦν, ὥστε νά ἀναγεννηθοῦν τά παιδιά καί νά ζήσουν εἰρηνικά σέ αὐτή τή ζωή καί νά πᾶνε στόν Παράδεισο. Ὅταν τά παιδιά γίνουν πνευματικοί ἄνθρωποι, οὔτε νόμους χρειάζονται, οὔτε τίποτα. «Δικαίοις νόμος οὐ κεῖται» (Ἅ΄ Τίμ 1,9). Ὁ νόμος εἶναι γιά τούς παράνομους. Ἡ πνευματική ἐξουσία εἶναι ἀνώτερη ἀπό τίς ἀνθρώπινες ἐξουσίες. Οἱ γονεῖς μέ τό παράδειγμά τους μποροῦν νά βοηθήσουν τά παιδιά στά πνευματικά θέματα. Κυρίως ἡ μητέρα μέ τήν ὑπακοή καί τό σεβασμό πρός τόν πατέρα ἀποτελεῖ παράδειγμα πρός μίμηση γιά τά παιδιά της. Ὅταν τά παιδιά βλέπουν τούς γονεῖς τους νά ἔχουν ἀγάπη μεταξύ τους καί σεβασμό, νά φέρονται μέ σύνεση, νά προσεύχονται, τότε αὐτά τά τυπώνουν στήν ψυχή τους. Καί αὐτή εἶναι ἡ καλύτερη κληρονομιά πού μποροῦν νά ἀφήσουν στά παιδιά οἱ γονεῖς, ἡ μετάδοση τῆς δικῆς τους εὐλάβειας.
Τό παιδί ἔχει ἀνάγκη ἀπό πολλή ἀγάπη καί στοργή καί ἀπό πολλή καθοδήγηση. Ἄν χορτάσει στοργή καί ἀγάπη, ὅταν εἶναι μικρό, ὕστερα ἔχει δύναμη νά ἀντιμετωπίσει τά προβλήματα τῆς ζωῆς. Πολλές φορές τά παιδιά ταλαιπωροῦνται ἐξαιτίας τῶν γονέων. Δυστυχῶς τά σφάλματα τῶν γονέων τά πληρώνουν τά παιδιά. Μερικοί γονεῖς καταστρέφουν τά παιδιά τους, ἀλλά ὁ Θεός δέν εἶναι ἄδικος. Ἔχει μεγάλη καί ἰδιαίτερη ἀγάπη γιά τά παιδιά πού ἔχουν ἀδικηθεῖ στόν κόσμο αὐτό εἴτε ἀπό τούς γονεῖς του, εἴτε ἀπό ἄλλους ἀνθρώπους. Ὅταν οἱ γονεῖς γίνονται αἰτία νά ἀδικηθεῖ τό παιδί, ὁ Θεός οἰκονομεῖ, ὥστε τό παιδί νά βοηθηθεῖ.
Ὅσον ἀφορᾶ στό θέμα τῶν ὑποχρεώσεων τῶν παιδιῶν πρός τούς γονεῖς τους, ὁ Γέροντας ἀναφέρει ὅτι ἡ εὐχή τῶν γονέων εἶναι ἡ μεγαλύτερη κληρονομιά γιά τά παιδιά. Γιά αὐτό νά φροντίζουν νά ἔχουν τήν εὐχή τους. Καί ὁ Θεός δίνει σέ κάθε ἄνθρωπο ἕνα Φύλακα Ἄγγελο, διότι αὐτό ἀποτελεῖ οἰκονομία Θεοῦ καί φροντίδα γιά τά πλάσματά Του. Ὡς πρός τόν περιορισμό τῶν παιδιῶν ὡς τήν ἐνηλικίωσή τους ὁ Γέροντας θεωρεῖ ὅτι αὐτός εἶναι ἀναγκαῖος. Τά παιδιά καί κυρίως οἱ ἔφηβοι πρέπει νά μάθουν νά ὑπακούουν. Νά καταλάβουν ὅτι στήν ὑπακοή πρός τούς γονεῖς κρύβεται τό δικό τους συμφέρον, ὥστε νά ὑπακούουν μέ χαρά καί νά κινοῦνται ἐλεύθερα στόν πνευματικό χῶρο. Πρέπει νά αἰσθανθοῦν τόν περιορισμό ὡς ἀνάγκη, ὡς εὐλογία Θεοῦ. Νά εὐγνωμονοῦν τούς γονεῖς τους πού τούς περιορίζουν. Ἐπιπλέον τά παιδιά πρέπει νά συζητοῦν μέ τούς γονεῖς τους, νά τούς λένε τούς λογισμούς τους. Κανονικά τό παιδί πρέπει νά ἐξομολογεῖται πρῶτα στή μητέρα καί μετά στόν Πνευματικό. Μόνο ἔτσι θά μπορεῖ νά βοηθηθεῖ στά προβλήματα καί τίς δυσκολίες.
Πολλές φορές τά παιδιά πού ἔχουν κρίση καί ἐξυπνάδα ἔχουν προβλήματα καί βασανίζονται. Θέλουν νά τακτοποιήσουν ὅλα μέ τό μυαλό τους καί ζητοῦν νά κάνουν πράγματα πάνω ἀπό τίς δυνάμεις τους. Ἄν ταπεινωθοῦν, ἡ κρίση τούς τά βοηθάει νά προκόψουν. Μέ ταπείνωση ὅμως θά δέχονται τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τό θεῖο φωτισμό. Ὅσοι ζοῦν στό Ὀρθόδοξο Ἔθνος τῆς Ἑλλάδας βρίσκουν βοήθεια πνευματική καί μέ λίγη ὑπομονή καί προσοχή ξεπερνοῦν τίς δυσκολίες. Καί ἡ προσπάθεια αὐτή πού θά καταβάλλουν θά τούς ἀποξενώσει ἀπό κάθε κακό ἤ νεανικό πειρασμό.
Γιά τά ὀρφανά παιδιά ὁ Γέροντας κάνει ἀναφορά λέγοντας ὅτι θά παρηγορηθοῦν στόν Παράδεισο. Τά ὀρφανά τά πιάνει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ καί μέ λιγότερο κόπο θά μποῦν στόν Παράδεισο, ἐνῶ οἱ ἄλλοι χρειάζεται νά ἀγωνισθοῦν πολύ. Μάλιστα μακαρίζει τά παιδιά πού στερήθηκαν τή μεγάλη στοργή τῶν γονέων τους, γιατί κατόρθωσαν νά κάνουν Πατέρα τούς τό Θεό ἀπό αὐτή τή ζωή καί ἔχουν ἀποταμιεύσει παράλληλα στό Ταμιευτήριο τοῦ Θεοῦ καί τή στοργή τῶν γονέων τους πού στερήθηκαν, ἡ ὁποία τοκίζεται. Τό ὀρφανό, ἰδίως ἀπό μάνα, πρέπει νά τό ἀγκαλιάζουμε μέ πόνο καί θερμή ἀγάπη, γιά νά ζεσταθεῖ, νά ξεθαρρέψει, ὥστε νά ἀνοίξει τήν καρδιά του. Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης μεγάλωσε ὀρφανός καί ἀπό μητέρα καί ἀπό πατέρα. Ἄν δέν τό ἀντιμετώπιζε πνευματικά, μέ λεβεντιά, θά ἦταν βασανισμένος καί μέ ψυχολογικά προβλήματα. Ἀντίθετα ὅμως ἦταν γεμάτος δύναμη, λεβεντιά καί παλικαριά.
Σχετικά μέ τήν ἀγάπη καί τό σεβασμό τῶν παιδιῶν πρός τούς γονεῖς, ὁ Γέροντας λέει ὅτι ὁ Θεός οἰκονόμησε, ὥστε τό ἀνδρόγυνο νά συνδέεται μέ τέτοιου εἴδους ἀγάπη, πού νά ἐγκαταλείπουν ἀκόμη καί τούς γονεῖς τους καί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα. Ἄν δέν ὑπῆρχε αὐτή ἡ ἀγάπη, δέ θ μποροῦσαν νά κάνουν δική τους οἰκογένεια. Ὁ σκοπός τῶν γονέων λήγει μετά τήν ἀποκατάσταση τῶν παιδιῶν. Στή συνέχεια τά παιδιά τούς ὀφείλουν μόνο πολύ σεβασμό καί τόση ἀγάπη, ὅση χρειάζεται πρός τούς γονεῖς. Νά εἶναι τόσο ἀγαπημένοι, ὥστε ἀπό τήν ἄφθονη ἀγάπη πού θά ἔχουν, νά δίνουν καί στούς γονεῖς τούς τήν ὑπερχείλιση τῆς ἀγάπης τους καί ὅλο τό σεβασμό τους καί τήν εὐγνωμοσύνη τους. Ἡ ἀγάπη νά εἶναι ἀρχοντική, γιά νά φροντίζει ὁ ἕνας γιά τούς γονεῖς τοῦ ἄλλου, ὅσο μπορεῖ περισσότερο.
Ὁ Γέροντας συνεχίζει λέγοντας ὅτι θεωρεῖ εὐλογία τή γηροκόμηση τῶν γονέων. Πολλά ἀνδρόγυνα δυσανασχετοῦν γιά τίς δυσκολίες πού ἀντιμετωπίζουν στήν οἰκογένειά τους ἀπό τίς ἰδιοτροπίες καί τήν γκρίνια τῶν παππούδων πού γηροκομοῦν. Ὅσοι δέν νιώθουν αὐτό τό χρέος πρός τούς γονεῖς τους, θά κριθοῦν ἀπό τό Θεό ὡς ἄδικοι καί ἀχάριστοι.
Ὁ Γέροντας τονίζει τή μεγάλη σημασία τῆς πνευματικῆς ζωῆς μέσα στήν οἰκογένεια. Λέει ὅτι ἄν κανείς ἀγαπήσει τό Θεό, ἄν ἀναγνωρίσει τή μεγάλη Του θυσία καί τίς εὐεργεσίες Του καί στριμώξει τόν ἑαυτό του μέ διάκριση στή μίμηση τῶν Ἁγίων, γρήγορα ἁγιάζει. Φθάνει νά ταπεινώνεται, νά συναισθάνεται τήν ἀθλιότητά του καί τή μεγάλη του ἀχαριστία πρός τό Θεό. Ἡ γκρίνια πρέπει νά καταπολεμᾶται μέ τή δοξολογία, διαφορετικά ρημάζει τόν ἄνθρωπο καί τό οἰκογενειακό περιβάλλον του. Ἡ δοξολογία προσφέρει εὐτυχία καί ἡ εὐτυχία εἶναι στήν αἰωνιότητα καί ὄχι στή ματαιότητα. Συμβουλεύει νά βάλουμε στή ζωή μᾶς κυβερνήτη τό Θεό. Διότι τότε ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά κάνει τή ζωή τοῦ παραδεισένια, ἐάν δέχεται νά τόν κυβερνᾶ ὁ Θεός σάν καλός Πατέρας. Πρέπει νά ἔχει ἐμπιστοσύνη στό Θεό, νά ἐλπίζει σέ Αὐτόν γιά ὅ,τι ἐπιχειρεῖ νά κάνει καί νά Τόν δοξάζει γιά ὅλα. Νά μήν ἔχει ἄγχος,. Τό ἄγχος φέρνει ἕνα τσάκισμα στήν ψυχή, τήν παραλύει. Ἐπιπλέον διδάσκει ὅτι ὁ πόνος πρός τόν πλησίον βοηθᾶ τήν οἰκογένεια. Ὅσο πιό πολλά ἀγαθά ἀποκτοῦν σήμερα οἱ ἄνθρωποι, τόσο πιό πολλά προβλήματα ἔχουν. Οὔτε τό Θεό εὐχαριστοῦν γιά τίς εὐεργεσίες Του, οὔτε τή δυστυχία τῶν συνανθρώπων τούς βλέπουν, γιά νά κάνουν ἐλεημοσύνη. Ὅμως ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἔρχεται μέ τήν ἐλεημοσύνη καί τήν ἀλληλοβοήθεια.
Ὡς πρός τήν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς μέσα στήν οἰκογένεια, ὁ Γέροντας παρατηρεῖ ὅτι οἱ δυσκολίες πού ὑπάρχουν σήμερα στόν κόσμο ἀναγκάζουν ὅσους θέλουν νά ζήσουν πνευματικά, νά βρίσκονται σέ ἐγρήγορση. Ὅμως πρέπει νά ἀξιοποιοῦν τήν εἰρήνη, τήν ὁποία βιώνουν, γιά τήν πνευματική τους πρόοδο. Νά προσπαθοῦν νά κόβουν τά ἐλαττώματά τους καί νά καλλιεργοῦν τίς ἀρετές. Στήν πνευματική ζωή βοηθᾶ ἡ ἡσυχία, ὥστε νά ἐξετάζει κανείς τόν ἑαυτό του, γιά νά γνωρίσει τά πάθη του καί νά ἀγωνιστεῖ νά τά κόψει, γιά νά καθαρίσει τήν ψυχή του. Ἡ εὐλάβεια καί ἡ ἐγκράτεια ἀποτελοῦν ἀρετές πού διδάσκονται στήν οἰκογένεια. Ἡ γυναίκα ἔχει στή φύση τῆς τήν εὐλάβεια. Ἀλλά, ὅταν ὁ ἄνδρας, ἐνῶ εἶναι λίγο ἀδιάφορος πρός τήν Ἐκκλησία, πάρει μία στροφή πνευματική, μετά προχωρᾶ σταθερά πνευματικά καί ἡ γυναίκα δέν τόν φθάνει. Ἐπίσης τά μικρά παιδιά μέ τήν προσευχή μποροῦν νά κάνουν θαύματα. Ὅτι ζητοῦν ἀπό τό Θεό, τούς τό δίνει, γιατί ἔχουν ἀθωότητα καί ὁ Θεός ἀκούει τήν καθαρή προσευχή τους. Οἱ γονεῖς πρέπει νά βοηθοῦν τά παιδιά μέ διάκριση νά πλησιάσουν τό Χριστό καί νά ζήσουν ἀπό μικρά τίς ἀνώτερες χαρές, τίς πνευματικές.
Στίς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου μέ τούς συγγενεῖς καί τούς φίλους ὁ Γέροντας Παϊσιος συμβουλεύει ὅτι ὅποιος θέλει νά ζήσει εἰρηνικά, πρέπει νά προσέξει ἰδιαίτερα τίς σχέσεις του μέ συγγενεῖς καί φίλους. Νά μήν ξεγελιέται ἀπό τήν εὐγένεια πού ἴσως συναντᾶ. Ἡ κοσμική εὐγένεια μπορεῖ νά κάνει πολύ κακό, γιατί ἔχει ὑποκρισία. Ἡ ἐξωτερική συμπεριφορά μπορεῖ νά παρουσιάζει ἕναν τέλειο ἅγιο, ἀλλά, ὅταν ἀποκαλυφθεῖ ὁ ἐσωτερικός του κόσμος, νά εἶναι τελείως τό ἀντίθετο.
Ὁ Θεός μᾶς ὠφελεῖ θετικά, ὅταν ἐμεῖς παίρνουμε ταπεινά τό σφάλμα πάνω μας καί δέν κατηγοροῦμε ὄχι μόνο τόν ἀδερφό μας, ἀλλά οὔτε καί τόν μισόκαλο διάβολο, διότι ἡ δουλειά τοῦ εἶναι αὐτή: νά δημιουργεῖ σκάνδαλα καί νά σκορπάει κακότητα, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος ὡς εἰκόνα Θεοῦ πρέπει νά σκορπάει εἰρήνη καί καλοσύνη.
Ὡς πρός τήν ἐργασία ὁ Γέροντας τή θεωρεῖ εὐλογία. Ἀρκεῖ νά ἐργάζεται ὁ ἄνθρωπος μέ ταπείνωση καί ἀγάπη. Τότε μόνο ὅλα θά εἶναι φωτισμένα, χαριτωμένα καί θά νιώθει ἐσωτερική ξεκούραση. Ὅμως δέν πρέπει νά μεταφέρει τό ἄγχος καί τά προβλήματα πού ἀντιμετωπίζει στόν ἐργασιακό του χῶρο στό σπίτι του. Πάνω στή δουλειά πρέπει κανείς νά δουλεύει τό μυαλό του, γιατί παρουσιάζονται πολλές περιπτώσεις καί κωλύματα. Ὅλη ἡ βάση εἶναι ἐκεῖ. Τό μυαλό νά γεννάει σέ ὅλα. Ἀλλιῶς ὁ ἄνθρωπος μένει ὑπανάπτυκτος καί χάνει τό χρόνο του. Ὁ καθένας πρέπει μέ τήν προσευχή του, μέ τή ζωή του, νά ἁγιάζει τήν ἐργασία του καί νά ἁγιάζεται. Ἄν ἔχει καλή ἐσωτερική κατάσταση, ἁγιάζει καί τή δουλειά του. Γιατί ἔτσι βοηθιέται καί ζεῖ πνευματικά. Τό κάθε ἐπάγγελμα ἁγιάζεται. Γιατί βοηθάει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄνθρωποι ἀπό παιδιά δέν πρέπει ἁπλά νά μαθαίνουν γράμματα, ἀλλά καί νά γίνονται σωστοί ἄνθρωποι. Διαφορετικά τά γράμματα δέν προσφέρουν ὠφέλεια. Ἡ κοινωνία ἔχει ἀνάγκη ἀπό σωστούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι, ὅποιο ἐπάγγελμα καί νά διαλέξουν θά τό κάνουν καλά, διότι θά στηρίζονται στήν καλοσύνη, τό φιλότιμο, τήν ἁπλότητα, τήν ταπείνωση καί τήν εὐλάβεια.
Γιά τήν ἐγκράτεια στήν πνευματική ζωή ὁ Γέροντας διδάσκει ὅτι μέ τήν ἄσκηση ἐξαϋλώνεται ὁ ἄνθρωπος. Μέ νηστεία, ἀγρυπνία καί προσευχή τά μέλη τῆς οἰκογένειας ἀποκτοῦν πνευματική χαρά. Ἡ νηστεία νά γίνεται μέ φιλότιμο, διότι μέ τή νηστεία ὁ ἄνθρωπος δείχνει τήν προαίρεσή του. Ἄν ἔχει κανείς ἁπλότητα, ταπείνωση, δέχεται τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, νηστεύει ταπεινά καί τρέφεται θεϊκά. Ἄν δέν φτάσει κανείς, ὅ,τι κάνει, νά τό κάνει ἀπό ἀγάπη πρός τό Θεό καί πρός τό συνάνθρωπό του, κάνει σπατάλη καί πάει χαμένη ἡ νηστεία του.
Ὁ Γέροντας μιλᾶ γιά τίς δοκιμασίες στή ζωή μας. Διδάσκει ὅτι γιά νά πάει κανείς στό γλυκό Παράδεισο, πρέπει νά φάει πολλά πικρά ἐδῶ, νά ἔχει τό διαβατήριο τῶν δοκιμασιῶν στό χέρι. Ὁ Θεός οἰκονομεῖ γιά τόν κάθε ἄνθρωπο ἕνα σταυρό ἀνάλογο μέ τήν ἀντοχή του, ὄχι γιά νά βασανιστεῖ, ἀλλά γιά νά ἀνέβει ἀπό τό σταυρό στόν Οὐρανό, γιατί στήν οὐσία ὁ σταυρός εἶναι σκάλα πρός τόν Οὐρανό. Εἶναι μακάριος αὐτός πού βασανίζεται ἐδῶ, γιατί ὅσο πιό πολύ παιδεύεται σέ αὐτή τή ζωή, τόσο περισσότερο βοηθιέται γιά τήν ἄλλη, ἐπειδή ἐξοφλά ἁμαρτίες. Οἱ σταυροί τῶν δοκιμασιῶν εἶναι ἀνώτεροι ἀπό τά «τάλαντα», τά χαρίσματα πού μᾶς δίνει ὁ Θεός. Οἱ δοκιμασίες βοηθοῦν νά συνέλθουν οἱ ἄνθρωποι. Διαφορετικά δέν θά πλησίαζαν καθόλου τό Θεό. Ἄνθρωπος πού δέν περνάει δοκιμασίες, πού δέν θέλει νά πονάει, νά ταλαιπωρεῖται, πού δέν θέλει νά τόν στενοχωροῦν ἤ νά τοῦ κάνουν μία παρατήρηση, ἀλλά θέλει νά καλοπερνάει, εἶναι ἐκτός πραγματικότητας. «Διήλθομεν διά πυρός καί ὕδατος καί ἐξήγαγες ἠμᾶς εἰς ἀναψυχήν», λέει ὁ Ψαλμωδός. Ὅταν ἐπισκέπτεται ὁ πόνος τόν ἄνθρωπο, τότε τοῦ κάνει ἐπίσκεψη ὁ Χριστός. Ἐνῶ, ὅταν δέν περνάει ὁ ἄνθρωπος καμία δοκιμασία, εἶναι σάν μία ἐγκατάλειψη τοῦ Θεοῦ. Οἱ δοκιμασίες εἶναι δῶρα ἀπό τό Θεό, καθώς «ὄν ἀγαπᾶ Κύριος παιδεύει» (Πάρ. 3,12). Ὁ Θεός εἶναι Θεός ἀγάπης. Εἶναι Πατέρας πού βλέπει τήν ταλαιπωρία τῶν παιδιῶν Του ἀπό τούς διάφορους πειρασμούς καί τίς δοκιμασίες πού περνοῦν καί θά μᾶς ἀνταμείψει, ἀρκεῖ νά κάνουμε ὑπομονή στό μικρό μαρτύριο τῆς δοκιμασίας ἤ μᾶλλον τῆς εὐλογίας. Καί στίς θλίψεις ὁ Θεός δίνει τήν ἀληθινή παρηγοριά. Γιά αὐτό, ἄνθρωπος πού δέν πιστεύει στό Θεό, γιά νά Τοῦ ζητήσει τό ἔλεός Του στίς δοκιμασίες πού περνάει, εἶναι ὅλο ἀπελπισία καί δέν ἔχει νόημα ἡ ζωή του. Μένει πάντα ἀβοήθητος, ἀπαρηγόρητος καί βασανισμένος σέ αὐτή τή ζωή, ἀλλά καταδικάζει καί αἰώνια τήν ψυχή του. Ἀντίθετα στήν πνευματική ἀντιμετώπιση δέν ὑπάρχει θλίψη, γιατί, ὅταν ὁ ἄνθρωπος τοποθετηθεῖ σωστά, πνευματικά, ὅλα ἀλλάζουν. Ἄν ὁ ἄνθρωπος ἀκουμπήσει τήν πίκρα τοῦ πόνου του στό γλυκύ Ἰησοῦ, οἱ πίκρες καί τά φαρμάκια μεταβάλλονται σέ μέλι. Εἴτε χορτάτος εἶναι κανείς, εἴτε τόν ἐπαινοῦν, εἴτε τόν ἀδικοῦν, πρέπει νά χαίρεται καί νά ἀντιμετωπίζει ὅλα ταπεινά καί μέ ὑπομονή. Τότε ὁ Θεός συνέχεια θά τοῦ δίνει εὐλογίες, ὥσπου νά φθάσει ἡ ψυχή του σέ σημεῖο νά μή χωράει, νά μήν ἀντέχει τήν καλοσύνη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός ὅμως ἐπιτρέπει στό διάβολο νά δημιουργεῖ πειρασμούς, γιά νά μᾶς ξεσκονίζουν, ὥστε νά ταπεινωθεῖ καί νά ἐξαγνισθεῖ ἡ ψυχή μας μέ τίς θλίψεις, ὅποτε μετά μᾶς χαριτώνει. Καί ἄν κάποιος μᾶς συκοφαντήσει, πρέπει νά προσευχόμαστε γιά αὐτόν πού μᾶς κακολογεῖ καί νά ζητᾶμε ἀπό τό Θεό νά τοῦ δίνει μετάνοια, φωτισμό καί ὑγεία καί νά μήν ἀφήνουμε μέσα του οὔτε ἴχνος μίσους γιά αὐτόν.
Μιλώντας γιά τήν ἀρρώστια ὁ Γέροντας διδάσκει ὅτι ὑπάρχει οὐράνιος μισθός ἀπό τήν ἀρρώστια, ὁ Παράδεισος. Ὅταν ὁ Χριστός βλέπει ὅτι κάποιος ἀντέχει μία βαριά ἀρρώστια, τοῦ τή δίνει, ὥστε μέ λίγη ταλαιπωρία στήν ἐπίγεια ζωή νά ἀνταμειφθεῖ πολύ στήν οὐράνια, τήν αἰώνια ζωή. Ὑποφέρει ἐδῶ, ἀλλά θά ἀνταμειφθεῖ ἐκεῖ. Ἡ ψυχή μᾶς ἔχει μεγάλη ἀνάγκη ἀπό ὑπομονή καί δοξολογία στούς πόνους. Διότι ἡ ψυχή ὑποφέρει, ὅταν πονάει τό σῶμα. Τό νά ὑποφέρουμε καί νά βασανιζόμαστε λίγο εἶναι εὐλογία, ἀφοῦ ὁ Χριστός βασανίστηκε πολύ γιά νά μᾶς σώσει. Ἐξάλλου δέν πρέπει νά ξεχνοῦμε ὅτι ὁ Χριστός μπορεῖ ἀκόμα καί αὐτά πού δέν θεραπεύονται ἀπό γιατρούς νά τά θεραπεύσει, ἀλλά πρέπει νά ὑπάρχει σοβαρός λόγος καί ὁ πιστός νά εἶναι πολύ πιστός καί πολύ δοσμένος στό Χριστό. Ὅσο γιά τά ἄρρωστα παιδάκια, αὐτά τά βοηθᾶ πολύ ἡ Θεία Κοινωνία. Ἡ προσευχή μας ὅμως βοηθᾶ τούς ἀσθενεῖς, πού ὑποφέρουν. Ὅσοι ὑποφέρουν ἀπό κάποια ἀσθένεια ἤ εἶναι ἀνάπηροι πρέπει νά καταλάβουν τό βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς, διαφορετικά βασανίζονται καί μέ τίς εὐλογίες καί μέ τίς εὐκαιρίες πού τούς δίνει ὁ Θεός γιά τή σωτηρία τους.
Ὁ Γέροντας στίς συζητήσεις του μέ τούς ἀνθρώπους γιά τά διάφορα προβλήματά τους συχνά ἀναφερόταν στούς πνευματικούς νόμους. Ἕνας ἀπό αὐτούς γιά παράδειγμα εἶναι «ὁ ὑψῶν ἑαυτόν ταπεινωθήσεται». Αὐτοί οἱ νόμοι διαφέρουν ἀπό τούς φυσικούς νόμους. Αὐτοί ἔχουν σπλάχνα καί ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά τούς ἀλλάξει, γιατί σχετίζονται μέ τό Δημιουργό καί Πλάστη τους, τόν Πολυεύσπλαχνο Θεό. Καί ὁ ἄνθρωπος ἄν μετανιώσει γιά μία πράξη του δέν τιμωρεῖται, καθώς τόν ἐλεεῖ ὁ Χριστός. Ὅλα ὁ Θεός μας τά ἔχει δώσει. Ὅλα ὅσα ἔχουμε εἶναι τοῦ Θεοῦ. Μόνο οἱ ἁμαρτίες εἶναι δικές μας. Ἄν δέν ταπεινωνόμαστε, θά λειτουργοῦν σέ ἐμᾶς συνεχῶς οἱ πνευματικοί νόμοι.
Σχετικά μέ τό θάνατο καί τή μέλλουσα ζωή ὁ Γέροντας ὁρίζει ὅτι ὁ εἶναι πολύ βαρύ, μετά ἀπό ὅσα ἔκανε ὁ Θεός γιά μᾶς τούς ἀνθρώπους, νά πᾶμε στήν Κόλαση καί νά Τόν λυπήσουμε. Ὁ Θεός νά φυλάξει, ὄχι μόνο ἄνθρωπος, ἀλλά οὔτε πουλί νά μήν πάει στήν Κόλαση. Ὅταν ἀναφέρεται στή συμφιλίωση μέ τό θάνατο, διδάσκει ὅτι ἄν ζεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο ὁ Χριστός, τότε εἶναι χαρά ὁ θάνατος. Ὅποιος καλοπερνάει, φοβᾶται τό θάνατο, γιατί εὐχαριστιέται μέ τήν κοσμική ζωή καί δέ θέλει νά πεθάνει. Ὁ Θεός ὅμως οἰκονομεῖ νά πεθάνει ὁ καθένας, ὅταν ὡριμάσει. Γιά κάποιον νεκρό κοσμικά καί ἀναστημένο πνευματικά δέν ὑπάρχει ποτέ καθόλου ἀγωνία, φόβος καί ἄγχος, γιατί περιμένει τό θάνατο μέ χαρά, ἐπειδή θά πάει κοντά στό Χριστό καί θά ἀγάλλεται. Ἀλλά χαίρεται καί γιατί ζεῖ, ἐπειδή ζεῖ κοντά στό Χριστό καί νιώθει ἕνα μέρος τῆς χαρᾶς τοῦ Παραδείσου ἐπί τῆς γής καί διερωτᾶται ἄν ὑπάρχει ἀνώτερη χαρά στόν Παράδεισο ἀπό αὐτήν πού νιώθει στή γῆ. Τέτοιοι ἄνθρωποι ἀγωνίζονται μέ φιλότιμο καί αὐταπάρνηση καί ἐπειδή βάζουν μπροστά τους τό θάνατο καί τό σκέφτονται καθημερινά πιό πνευματικά, ἀγωνίζονται τολμηρότερα καί νικοῦν τή ματαιότητα. Καί ὁ Θεός ἐπιτρέπει, ἔστω τήν τελευταία στιγμή τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων νά συγχωροῦνται, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος, τήν ὥρα πού πεθαίνει, μετανιώνει καί αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη νά ζητήσει συγγνώμη.
Οἱ λόγοι τοῦ Γέροντα βοηθοῦν τήν οἰκογένεια καί ἐνισχύουν τό θεσμό τῆς οἰκογένειας, ἡ ὁποία βάλλεται καθημερινά καί ταλαιπωρεῖται ἰδιαίτερα ἐξαιτίας τῆς λήθης ἤ τῆς περιφρόνησης τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Οἱ λόγοι τοῦ ἄς σταθοῦν φωτεινοί σηματοδότες στή νέα γενιά καί στίς σύγχρονες οἰκογένειες, ὥστε νά μήν ἀπωλέσουν τό βαθύτερο νόημα δημιουργίας τῆς οἰκογενειακῆς ἑστίας.
Πηγή ὑλικο Οἰκογενειακή ζωή, Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου Λόγοι Δ΄, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», 2002 Σουρωτή Θεσσαλονίκης