«Ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τά δαιμόνια» (Κύρ. Ζ’ Ματθαίου)
Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
Δύο θαύματα τοῦ Κυρίου προβάλλει τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα: τό θαῦμα τῆς θεραπείας δύο τυφλῶν καί τό θαῦμα τῆς θεραπείας ἑνός δαιμονισμένου. Τά θαύματα συνιστοῦν μία πρόκληση, εἴτε θετική εἴτε
ἀρνητική, γιά ὅλες τίς ἐποχές - κάτι πού τό διαπιστώνουμε καί στό ἀνάγνωσμα - ἀλλά καί στή σημερινή ἐποχή, ἀκόμη καί σέ θεωρούμενους χριστιανούς, γι' αὐτό καί μία προσέγγισή τους ἴσως βοηθήσει λίγο περισσότερο στήν κατανόησή τους. Ἡ ἀρνητική ἀντίδραση μάλιστα τῶν Φαρισαίων «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τά δαιμόνια» μᾶς δίνει τήν ἰδιαίτερη ἀφορμή.
1. Καταρχᾶς εἶναι ἀδιαμφισβήτητη ἡ πραγματικότητα τῶν θαυμάτων τοῦ Χριστοῦ, δεδομένου ὅτι πλήν ὁρισμένων περιπτώσεων τά πραγματοποιοῦσε ἐνώπιον πλήθους ἀνθρώπων, μέσα στό ὁποῖο βρίσκονταν καί πολλοί ἐνάντιοι καί ἐχθροί του, σάν τούς Φαρισαίους τοῦ σημερινοῦ ἀναγνώσματος. Ἦταν μάλιστα τόσο ὁλοφάνερα τά θαύματα αὐτά, ὥστε κανείς δέν μποροῦσε νά τά ἀμφισβητήσει, οὔτε κι αὐτοί οἱ Φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι ὅμως φρόντιζαν νά τά ἑρμηνεύουν μέ τόν δικό τους τρόπο. Πράγματι, τά θαύματα τοῦ Χριστοῦ ἦταν μέσα στήν καθημερινότητα τῆς ἐπί γής παρουσίας Του. Ὅπως τό σημειώνει καί τό εὐαγγέλιο: «ἐκήρυσσε τό εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί ἐθεράπευε πάσαν νόσον καί πάσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῶ». Κήρυγμα καί θαύματα πᾶνε πάντα μαζί, ὅταν μιλᾶμε γιά τόν Κύριο. Γι' αὐτό καί τό θαῦμα θεωρεῖται στήν πραγματικότητα
προέκταση καί ἐπιβεβαίωση τοῦ κηρύγματός Του, κάτι ἀνάλογο ἴσως μέ τή σφραγίδα ἑνός ἐγγράφου, πού βεβαιώνει τή γνησιότητά του.
Ἔτσι φαίνεται πολύ καθαρά ὅτι ὅλες οἱ προσπάθειες πού ἔγιναν παλαιότερα, ἀπό προτεστάντες μελετητές τῆς Ἁγίας Γραφῆς, νά ἀπομυθοποιήσουν, καθώς ἔλεγαν, τό Εὐαγγέλιο, δηλαδή νά διαγράψουν ὡς μύθο τό
θαῦμα ἀπό τό κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ, ἔπεσαν στό κενό: ἀλλοίωσαν δραματικά τό ἴδιο τό εὐαγγέλιο καί διέστρεψαν τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά ἀπό αἱρετικούς πού δέν πιστεύουν στή θεότητα τοῦ Κυρίου μας, δέν περιμένει κανείς περισσότερα πράγματα. Ἀκόμη καί σ' αὐτούς ὅμως τά πράγματα σήμερα ἔχουν ἀλλάξει.
2. Ἐνῶ λοιπόν τό θαῦμα κατανοεῖται ὡς «παράθυρο πού φανερώνει τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ», ὅπως εὔστοχα ἔχει χαρακτηριστεῖ, ὅμως ἀπαρχῆς ἀντιμετωπίστηκε μ' ἕνα διπλό τρόπο, κάτι πού μᾶς τό δείχνει καί τό ὑπ' ὄψιν εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα: ὁ μέν ἁπλός λαός «ἐθαύμασε» γιά τό θαῦμα τοῦ Χριστοῦ, θεωρώντας μοναδική τήν παρουσία Του, οἱ δέ Φαρισαῖοι ἀντέδρασαν δίνοντας τή γεμάτη ἄρνηση καί ἀπιστία ἑρμηνεία τους: «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τά δαιμόνια». Τί σημαίνουν αὐτά;
(1) Ὁ λαός θαυμάζει, γιατί μέ τήν ἁπλότητά του πιστεύει ὅτι τό θαῦμα φανερώνει ἀκριβῶς τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ: ὅ,τι μόλις παραπάνω ἐπισημάναμε. Κι ἡ στάση τοῦ ἁπλοῦ πιστοῦ λαοῦ εἶναι συνήθως ἡ δοξολογία τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό συνιστᾶ καί τό κριτήριο διάκρισης τῶν ἀληθινῶν ἀπό τά ψεύτικα θαύματα, τά ὁποῖα βεβαίως ὑφίστανται, ἀλλά ὡς προερχόμενα ἀπό τίς δαιμονικές δυνάμεις: τό ἐκ Θεοῦ θαῦμα, τό ἀληθινό, κινητοποιεῖ τόν καλοπροαίρετο ἄνθρωπο στήν ἀναφορά του πρός τόν Θεό, τό ἐκ δαιμόνων «θαῦμα», τό ψεύτικο, πέραν τοῦ ὅτι ἔχει προσωρινό χαρακτήρα, δημιουργεῖ φόβο στόν ἄνθρωπο καί ἀποσκοπεῖ στήν ὑποδούλωσή του στόν πονηρό. Τό ἕνα φέρνει τό «ὀξυγόνο» τῆς ἐλευθερίας τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ, τό ἄλλο φέρνει τό «πνίξιμο» τῆς δαιμονικῆς παρουσίας.
(2) Οἱ Φαρισαῖοι ἀντιδροῦν καί ἀμφισβητοῦν, μή ἀποδεχόμενοι τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀποκαλύπτονται λοιπόν τυφλοί πνευματικά, ὅπως ἄλλωστε πολλές φορές ὁ Κύριος τους εἶχε χαρακτηρίσει ἔτσι. Διότι ἡ ἀδυναμία ἐπισημάνσεως τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ στήν παρουσία καί τήν ἐνέργεια τοῦ Κυρίου, ἀδυναμία δηλαδή νά δοῦν τό φῶς τοῦ Θεοῦ, σημαίνει τή σκοτεινιά τῆς ψυχῆς τους, τήν ὁποία βεβαίως δημιουργοῦν οἱ πονηρές δυνάμεις. Ὁ διάβολος εἶναι αὐτός πού κρατάει κλειστά τά «μάτια» τῶν ἀνθρώπων, λόγω βεβαίως τῶν ἐνεργουμένων παθῶν τους, τῆς ὑπερηφάνειας καί τοῦ μίσους. Ἡ κατάσταση αὐτή συνιστᾶ αὐτό πού ὁ Κύριος ἔχει χαρακτηρίσει ὡς βλασφημία τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ποιός ἄλλος βλασφημεῖ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, εἰ μή ὁ ἀρνούμενος νά ἀποδεχτεῖ τήν ἐνέργειά Του, συνεπῶς ὁ ἀμετανόητος; Κι ὁ Κύριος εἶπε τά σκληρότερα καί φοβερότερα λόγια γιά τήν κατάσταση αὐτή: δέν πρόκειται ποτέ νά λάβει κανείς τή συγχώρηση τοῦ Θεοῦ, οὔτε στόν κόσμο τοῦτο οὔτε στήν αἰωνιότητα.
Τό γεγονός ὅτι μέ τήν ἑρμηνεία τούς οἱ Φαρισαῖοι ἀποκαλύπτονται οἱ ἴδιοι δαιμονοκρατούμενοι, ἐπιβεβαιώνεται πολλαπλῶς σήμερα, ἀκόμη καί ἐκτός της χριστιανικῆς πίστεως. Ἡ ἴδια ἡ ψυχολογία, ἤδη ἀπό τῆς ἀρχῆς τῆς ἐμφανίσεώς της ὡς ἐπιστήμης, ἔχει μιλήσει γιά τό ψυχολογικό φαινόμενο τῆς «προβολῆς», δηλαδή τό φαινόμενο κατά τό ὁποῖο κάποιος ἑρμηνεύει αὐτό πού βλέπει μέ βάση τό περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς του: ὅ,τι ἔχει μέσα τοῦ αὐτό καί «βλέπει» - τό προβάλλει - στούς ἄλλους. Οἱ Φαρισαῖοι λοιπόν αὐτό πού εἶχαν - τά δαιμόνια - αὐτό καί ἔβλεπαν στόν Χριστό.
(3). Τό θαῦμα λοιπόν, γιά νά ἐπανέλθουμε, ἀπαιτεῖ τήν πίστη τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν αὐτός ἔχει καλή προαίρεση καί ἡ πονηρία δέν ἔχει διαβρώσει τήν ψυχή του. Ἡ πίστη πού ἀπαιτεῖται γιά τήν ἀποδοχή τοῦ
λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ ἴδια ἀπαιτεῖται καί γιά τήν «ὅραση» τοῦ θαύματος. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ Κύριος, ὅπως φαίνεται καί στή θεραπεία τῶν δύο σήμερα τυφλῶν, ζητά πάντοτε τήν πίστη τῶν ἀνθρώπων, ὡς ἐμπιστοσύνη στό πρόσωπό Του, προκειμένου νά τούς παράσχει τή θεραπευτική χάρη Του. Καί μάλιστα ὁ Κύριος προχωράει καί πιό πέρα: «κατά τήν πίστιν ὑμῶν, λέει, γενηθήτω ὑμίν». Θά βλέπετε δηλαδή ἐνεργούμενη τή δύναμή μου, κατά τήν ἀναλογία τῆς πίστης σας. Μεγάλη πίστη, μεγάλο θαῦμα καί μεγάλη θεϊκή παρουσία. Μικρή πίστη, λειψό καί τό ἀποτέλεσμα. Ἐν προκειμένω, πρόσωπα καθοδηγητικά γιά τή μεγάλη πίστη καί τά σημάδια της, γίνονται ὁ ρωμαῖος ἑκατόνταρχος πού ζητοῦσε τή θεραπεία τοῦ δούλου του, ἡ Χαναναία γυναίκα πού ζητοῦσε τή θεραπεία τῆς κόρης της.
(4). Κι εἶναι βεβαίως γνωστό σέ ὅλους ὅτι ἡ πίστη αὐτή, πού φέρνει τή δραστική παρουσία τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καί κινητοποιεῖ καί βουνά, ὑπάρχει καί αὐξάνει, στό βαθμό πού ὁ ἄνθρωπος μπαίνει στήν τροχιά τῆς ἀγάπης, τοῦ κεντρικοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ γι' αὐτόν. Ὅσο κανείς ἀγαπᾶ καί ἀγωνίζεται νά ἐξαλείφει ἀπό τήν καρδιά τοῦ ὁποιαδήποτε πίκρα καί κακία κατά τῶν συνανθρώπων του, ἀκόμη καί τῶν ἐχθρῶν του, τόσο θά βλέπει νά φουντώνει καί ἡ πίστη του, συνεπῶς τό θαῦμα θά γίνεται ἕνα μέ τήν ὕπαρξή του. Πράγματι, στή ζωή
ὅλων τῶν ἁγίων μας, λόγω ἀκριβῶς τῆς μεγάλης τους πίστης, ἐνεργουμένης ὡς ἀγάπης, τό θαῦμα ἦταν στοιχεῖο τῆς φυσικῆς τους ζωῆς, τῆς καθημερινότητάς τους.
Ἀπό τό https://aktines.blogspot.gr/2011/07/blog-post_7811.html