Ὁριοθέτηση τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς Αἵρεσης
Τοῦ κ. Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Ζοῦμε δυστυχῶς σὲ ζοφεροὺς χρόνους ἀπόλυτης πνευματικῆς καὶ ἠθικῆς ἀποστασίας. Ὁρισμένοι τοὺς συγκρίνουν ἢ καὶ τοὺς ταυτίζουν, μὲ τὴν ἀποστασία τῶν ἐσχάτων καιρῶν, γιὰ τοὺς ὁποίους ὁμιλεῖ ὁ ἀδιάψευστος λόγος τοῦ Θεοῦ (Μάτθ.24,1-22, Λούκ.17,22-32.21,34, Ἃ΄Τίμ.4,1-2, Β΄Τίμ.3,1-5, Β΄Θέσ.2,3, κλπ). Ἀναμφίβολα ἡ σύγχρονη ἀποστασία εἶναι ἐσχατολογικοῦ χαρακτήρα, τῆς ὁποίας βασικὴ πτυχὴ εἶναι καὶ ἡ πρωτοφανὴς πλήθυνση τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν κακοδοξιῶν, οἱ ὁποῖες ἔχουν πάρει ἐπιδημικὴ ἐξάπλωση στὴ χώρα μας καὶ σὲ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη, ὡς ὀρθόδοξοι πιστοί, νὰ ἀντιδράσουμε σθεναρὰ στὴν πνευματική μας ἀλλοτρίωση, διότι ἡ ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας εἶναι συνώνυμη μὲ τὴ σωτηρία μας. Οἱ ἀλήθειες τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖες μᾶς προβάλλονται γιὰ ἀποδοχὴ καὶ βίωση, εἶναι ἡ βασικότερη προϋπόθεση γιὰ νὰ λάβουμε τὴ σώζουσα χάρη ἀπὸ Αὐτή. Ἡ κυριότερη ἀντίδρασή μας εἶναι ἡ γνώση τῶν ὁρίων μεταξὺ ἀλήθειας καὶ κακοδοξίας. Στὸ σύντομο αὐτὸ πόνημά μας θὰ προσπαθήσουμε νὰ δώσουμε τὴ βασικὴ αὐτὴ ὁριοθέτηση, ἀπαραίτητη γιὰ τὸν πνευματικό μας ἀγώνα καὶ τὴν ἐκκλησιαστική μας αὐτοσυνειδησία...
Ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ σαρκωμένος Θεός μας, ἦρθε στὸν κόσμο νὰ σώσει τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὸ ζυγὸ τῆς ἁμαρτίας, τὴν ἐπιρροὴ τοῦ διαβόλου καὶ νὰ ἀνασυνδέσει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ Θεό. Νὰ ξαναδώσει στὸν ἄνθρωπο τὴν υἱοθεσία, κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο (Γάλ.4,4), τὴν ὁποία εἶχε ἀπολέσει μὲ τὴν πτώση του. Τὸ ἐπὶ γὴς ἀπολυτρωτικό Του ἔργο συνεχίζεται στοὺς αἰῶνες μὲ τὴν ἁγία Του Ἐκκλησία, ἡ Ὁποία εἶναι μία καὶ ἀδιαίρετη. Μέσα σὲ αὐτή, μέσω τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων καὶ τῶν ἄλλων ἁγιαστικῶν πράξεων, οἱ πιστοὶ ἑνωμένοι σὲ ἕνα σῶμα, τὸ μυστικὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἁγιάζονται καὶ σώζονται. Δὲν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος σωτηρίας, παρὰ ὁ δρόμος τῆς Ἐκκλησίας. Ἕνας μεγάλος Πατέρας τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας μας, ὁ ἅγιος Κυπριανός τονισε πως «ἐκτός της Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει σωτηρία», ἐκφράζοντας τὴν κορυφαία πίστη Τῆς Ἐκκλησίας μας ὅτι μόνο μέσα σὲ Αὐτὴ ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ σωθεῖ. Εἶναι σοβαρὸ λάθος νὰ πιστεύει κάποιος πὼς καὶ ἐκτός της Ἐκκλησίας, ἔστω ὡς καλὸς ἄνθρωπος, μπορεῖ νὰ σωθεῖ. Ἡ σωτηρία μᾶς ἐξαρτᾶται ἀποκλειστικὰ ἀπὸ τὴν πραγματικὴ συσωμάτωση στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ μας, σωζόμαστε ὡς ὀργανικὰ κύτταρα τοῦ Σώματος τοῦ Λυτρωτή μας, ποὺ εἶναι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία.
Ὅμως ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος μισεῖ θανάσιμα τὸν ἄνθρωπο, ποὺ εἶναι τὸ κορυφαῖο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, δὲ θέλει τὴ σωτηρία του. Ἐπειδὴ γνωρίζει ὅτι ὁ ἄνθρωπος σώζεται μέσω τῆς Ἐκκλησίας, θέλει νὰ τὴν καταργήσει. Ὅμως ἐπειδὴ δὲ μπορεῖ νὰ Τὴν καταργήσει, ἀποσπᾶ τὰ ἀνθρώπινα πρόσωπα ἀπὸ αὐτή. Ὁ τρόπος ἀπόσπασης εἶναι ἡ ἐτεροδιδασκαλία, δηλαδὴ ἡ πίστη σὲ ψεύτικες διδασκαλίες, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀντίθετες μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ πιστοὶ ὀφείλουμε νὰ πιστεύουμε στὶς σωτήριες διδασκαλίες τῆς Ἐκκλησίας μας, διότι αὐτὲς ἔχουν ἀπόλυτη σχέση μὲ τὴ σωτηρία μας. Ἂν λ.χ. δὲν πιστεύουμε στὴν πραγματικὴ ἕνωση τῆς ἀνθρώπινης φύσης μὲ τὴ θεία φύση στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας, τότε εἶναι ἀδύνατη ἡ σωτηρία μας. Ὁ Χριστὸς μᾶς σώζει ὡς ἀληθινὸς Θεὸς καὶ ταυτόχρονα ὡς ἀληθινὸς ἄνθρωπος.
Ὅποιος ἀρνεῖται τὶς σωτήριες διδασκαλίες ποὺ δίδαξε ὁ Χριστὸς καὶ κατανόησε ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία δὲν ἔχει θέση σὲ Αὐτή.
Ἀπὸ τὰ πρωτοχριστιανικὰ χρόνια μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ διαβόλου, ἄνθρωποι ἐγωιστές, ἄρχισαν νὰ διαφοροποιοῦνται ἀπὸ τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας. Κήρυτταν «ἕτερον εὐαγγέλιον» (Γάλ.1,6) κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο, καὶ ὡς ἐκ τούτου ἀποκόπηκαν ἀπὸ τὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα καὶ βρέθηκαν ἐκτός της Ἐκκλησίας. Μετὰ τὴν ἀποκοπή τους ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἵδρυαν δικές τους «ἐκκλησίες», διαδίδοντας ὅτι ἡ δική τους «ἐκκλησία» εἶναι ἡ ἀληθινὴ Ἐκκλησία. Αὐτοὶ εἶναι οἱ αἱρετικοὶ καὶ οἱ διδασκαλίες τους ἡ αἵρεση. Ἐτυμολογικὰ ἡ λέξη αἵρεση σημαίνει τὴν προτίμηση ἄλλης διδασκαλίας, τὸ ξεχώρισμα. Ἀπὸ τὸν 1ο μ. Χ. ἔχουμε τὴν ἐμφάνιση τῶν πρώτων αἱρέσεων, ὅπως τῶν Δοκητῶν, τῶν Νικολαϊτῶν, τῶν Γνωστικῶν, τῶν Μαρκιωνιτῶν, τῶν Μοναρχιανῶν, τῶν Μοντανιστῶν, τῶν Μανιχαίων, κ.α. Τὸν 4ο μ. Χ. αἰώνα ἐμφανίστηκε ἡ φοβερὴ αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ἡ ὁποία συντάραξε τὴν Ἐκκλησία. Ἀκολούθησαν οἱ αἱρέσεις τῶν πνευματομάχων, τοῦ νεστοριανισμοῦ, τῶν μονοφυσιτῶν, τῶν μονοθελητῶν, τῶν εἰκονομάχων, κλπ.
Ἐξαιτίας τῶν αἱρέσεων, ἡ Ἐκκλησία μᾶς συγκάλεσε τὶς ἅγιες Συνόδους (Τοπικές, Οἰκουμενικὲς) νὰ ἀποφανθεῖ τὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα, μὲ ἀπόλυτα δημοκρατικὲς διαδικασίες, γιὰ τὴ διατύπωση τῶν δογμάτων Της, ἐπικαλούμενη τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Η Α΄ καὶ ἡ Β΄ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι συνέταξαν το Ιερὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, τὸ γνωστὸ μας «Πιστεύω», ὡς σύνοψη τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας. Γιὰ νὰ εἶναι κανεὶς χριστιανὸς εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ ὁμολογεῖ καὶ νὰ ἀπαγγέλλει συχνὰ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως. Τὸ ἀπαγγέλλουμε ὅλοι οἱ πιστοὶ σὲ κάθε Θεία Λειτουργία, ὡς ὁμολογία ὀρθῆς πίστεως, προκειμένου νὰ μεταλάβουμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ὅποια πρόσωπα ἢ ὁμάδες δὲν ὁμολογοῦν τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἢ τὸ παραχαράσσουν, δὲ λογίζονται μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀποκόπτονται αὐτοδίκαια ἀπὸ Αὐτή, ἀφορίζονται, ἀπομακρύνονται ὠς «σάπια μέλη», προκειμένου νὰ μὴν μολύνουν καὶ τὰ ὑγιῆ μέλη. Αὐτὸ σημαίνει πὼς ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ αὐθεντικότητα τῆς Ἐκκλησίας μᾶς εἶναι ἀπόλυτα φιλτραρισμένες μέσα στὴ δισχιλιόχρονη πορεία Της. Τὰ πρόσωπα μποροῦν νὰ σφάλουν, ὄχι ὅμως ἡ Ἐκκλησία!
Ἡ μεγάλη ἀποτοίχιση ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἔγινε τὸ 1053, ὅταν ὁ πάπας τῆς Ρώμης, δηλαδὴ ὁ πατριάρχης τῆς Δύσεως, ἀπέκοψε τὴ δυτικὴ Ἐκκλησία ἀπὸ τὸν ἑνιαῖο καὶ ἀδιαίρετο κορμὸ τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας καὶ ἀποτέλεσε, ὡς τὰ σήμερα, τὴν αἱρετικὴ καὶ σχισματικὴ παπικὴ «ἐκκλησία», ἀκολουθώντας πάμπολλες κακοδοξίες καὶ ἀντορθόδοξες πρακτικές, τὶς ὁποῖες θὰ ἀναλύσουμε σὲ σχετικό μας φυλλάδιο. Στὴ συνέχεια, τὸν 16ο αιώνα ἡ αἱρετικὴ καὶ σχισματικὴ παπικὴ «ἐκκλησία» διασπάστηκε καὶ ἀπὸ τὴ διάσπαση αὐτὴ προῆλθε ὁ προτεσταντισμός, παρασυρμένος σὲ ἀκόμη μεγαλύτερες κακόδοξες πίστεις. Σὲ ἐλάχιστο χρόνο ἄρχισε νὰ διασπᾶται καὶ ὁ προτεσταντισμὸς σὲ ἄλλες ὁμάδες, τὶς ὁποῖες οἱ ἴδιοι ἀποκαλοῦν «ἐκκλησίες». Ὁ κατακερματισμὸς τοῦ προτεσταντισμοῦ θὰ συνεχίζεται ὡς τὶς μέρες μας, ὥστε σήμερα νὰ ἀριθμοῦνται περισσότερες ἀπὸ 2000 προτεσταντικὲς ὁμάδες - «ἐκκλησίες», σφόδρα ἀντιτιθέμενες μεταξύ τους!
Ἡ ἀληθινή Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, προκειμένου νὰ διαφυλάξει τοὺς πιστούς Της ἀπὸ τὶς μυριάδες αἱρέσεις, οἱ ὁποῖες αὐτοαποκαλοῦνται «ἐκκλησίες», ὅρισε νὰ ὀνομάζεται Ὀρθόδοξη, ποὺ σημαίνει τὴν ὀρθῶς φρονοῦσα τὶς σωτήριες διδασκαλίες τῆς ἁγίας Γραφῆς, ὅπως τὶς κατανόησε ἡ ἐν Ἁγίω Πνεύματι ἐκκλησιαστικὴ αὐτοσυνειδησία, ὅπως οἱ ἅγιοι καὶ θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, μὲ συλλογικές, δηλαδὴ συνοδικὲς ἀποφάσεις διατύπωσαν τὸ δόγμα. Μετὰ τὴ μεγάλη ἀποτοίχιση τοῦ παπισμοῦ ἡ Ἐκκλησία μᾶς ὀνομάζεται Ορθοδοξος Καθολικὴ Ἐκκλησία, προκειμένου νὰ μὴν ὑπάρχει σύγχυση μὲ τὴν παπικὴ «ἐκκλησία», ἡ ὁποία σφετερίζεται τὴν ἀρχαία ὀνομασία τῆς Ἐκκλησίας «Καθολική».
Ἐμεῖς οἱ πιστοί της Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας πιστεύουμε καὶ ὁμολογοῦμε ὅτι ἀνήκουμε στὴν ἀληθινὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὄχι αὐθαίρετα, ἀλλὰ βάσει στοιχείων, ἤτοι:
1. Ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν ἵδρυσε πολλὲς Ἐκκλησίες, ἀλλὰ μία, ὅπως ἕνα εἶναι καὶ τὸ θεανδρικὸ Τοῦ Πρόσωπο, ἕνα καὶ τὸ τίμιο Σῶμα Του, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ τὴν Ἐκκλησία Του, τῆς ὁποίας Αὐτὸς εἶναι ἡ κεφαλὴ καὶ μέλη Τῆς οἱ πιστοὶ ὅλων τῶν ἐποχῶν. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔγραψε στοὺς Κορινθίους πὼς ὁ Χριστὸς δὲν διαμοιράζεται (Ἃ΄ Κόρ.1,13) καὶ στοὺς Ἐφεσίους, πὼς καμιὰ κηλίδα δὲ μπορεῖ νὰ τὴν σπιλώσει (Ἔφ.5,27), ποὺ σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲ σφάλει, διότι τὸ ἐνοικοῦν σὲ Αὐτὴ Ἅγιο Πνεῦμα Τὴν ὁδηγεῖ στοὺς αἰώνες «εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν» (Ἰωάν.16,13). Ἐφ’ ὅσον λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία, πιστεύουμε ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξος Καθολικὴ Ἐκκλησία μας.
2. Ἡ Ὀρθόδοξος Καθολικὴ Ἐκκλησία μας δὲν προῆλθε ἀπὸ καμία διάσπαση ὡς τὰ σήμερα, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία ποὺ ἵδρυσε ὁ Χριστός, ποὺ θεμελίωσε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ διέδωσαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ διατήρησαν οἱ ἅγιοι καὶ θεοφόροι Πατέρες ἀλώβητη καὶ ἀπαραχάρακτη τὴ διδασκαλία Της στὸ διάβα τῶν αἰώνων.
3. Μόνη Αὐτὴ ὁμολογεῖ το Ιερὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως απαρεγκλιτα, χωρὶς καμιὰ προσθαφαίρεση, ἢ παραποίηση, ὅπως τὸ διατύπωσαν οἱ δύο πρῶτες Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι καὶ τὸ κατανόησαν οἱ θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Τόσο ὁ παπισμός, ὅσο καὶ ὁ προτεσταντισμὸς «ὁμολογοῦν» παραποιημένο τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως.
4. Ἡ Ὀρθοδοξία μᾶς εἶναι ἡ ἀληθινὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, διότι οἱ ἐπίσκοποί Της ἕλκουν ἀποδεδειγμένα τὴ διαδοχὴ ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, μὲ πραγματικοὺς καταλόγους, ποὺ ἀνάγονται ἀδιάκοπα σ’ αὐτούς. Εἶναι γνωστὸ πὼς οἱ ἐπίσκοποι ὑπόσχονται κατὰ τὴ χειροτονία τους νὰ εἶναι θεματοφύλακες τῆς γνήσιας διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ σὲ περίπτωση παρέκκλισης ἀπὸ αὐτὴ καθίστανται ἔκπτωτοι. Πλῆθος ἐπισκόπων κατὰ καιροὺς ἐκδιώχτηκαν, διότι εἶχαν πέσει σὲ αἵρεση. Ἔτσι ἡ ἱεροσύνη στὴν Ἐκκλησία μας δὲν εἶναι μόνον διαδοχὴ τῆς ἱερατικῆς χάριτος, ἀλλὰ καὶ διαδοχὴ γνησιότητας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀλήθειας.
Κατόπιν αὐτοῦ ἐμεῖς οἱ πιστοί, τὰ συνειδητὰ μέλη τῆς ἀληθινῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, θὰ πρέπει νὰ ἔχουμε ὑπόψη μᾶς τὰ ἑξῆς σημαντικά:
1. Ἡ ἀληθινὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξος Καθολικὴ Ἐκκλησία μας, ἐνῶ ὅ, τί ὀνομάζεται «ἐκκλησία» ἐκτός της Ὀρθοδοξίας μᾶς εἶναι αἵρεση.
2. Ἡ σωτηρία μᾶς ἐξαρτᾶται ἀπόλυτα ἀπὸ τὴ συνειδητή μας θέση στὴν Ὀρθόδοξη Καθολικὴ Ἐκκλησία μας καὶ τὴν ἀποδοχὴ τῶν σωτήριων ἀληθειῶν Της. Ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχει σωτηρία. Τυχὸν ἀποτοίχισή μας ἀπὸ Αὐτὴ καὶ ἔνταξή μας σὲ κάποια αἱρετικὴ ἢ σχισματικὴ ὁμάδα, ἡ ὁποία θέλει νὰ ὀνομάζεται «ἐκκλησία», μπορεῖ νὰ μᾶς στοιχήσει τὴν ἀπώλεια τῆς σωτηρίας μας.
3. Οἱ αἱρετικοὶ δὲν εἶναι ἐχθροί μας, ἀλλὰ πλανεμένοι ἀδελφοί μας. Ἔτσι δὲν πρέπει νὰ τοὺς μισοῦμε, ἀλλὰ νὰ τοὺς ἀγαπᾶμε, νὰ τοὺς συμπονοῦμε, νὰ προσευχόμαστε γιὰ τὴν ἐπιστροφή τους στὴν Ἐκκλησία μας καί, ἐφόσον μποροῦμε, νὰ τοὺς νουθετοῦμε μὲ πνεῦμα ἀγάπης. Οἱ ἅγιοι Πατέρες εἶχαν ὡς ἀρχή τους: ἀγάπη πρὸς τὸν αἱρετικό, μίσος καὶ ἀποστροφὴ πρὸς τὴν αἵρεση. Ἡ ἀγάπη μας πρὸς τοὺς αἱρετικούς, καὶ ἡ ὅποια κατανόηση πρὸς αὐτούς, δὲ θὰ πρέπει νὰ συνοδεύεται μὲ τὴν παραμικρὴ ἔκπτωση ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία μας.
Ὀφείλουμε νὰ μελετᾶμε ἀνελλιπῶς τὴν ἁγία Γραφὴ καὶ τὰ συγγράμματα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Νὰ ἐνημερωνόμαστε ἀπὸ τὰ ἁρμόδια ἐκκλησιαστικὰ πρόσωπα (κληρικούς, θεολόγους, κατηχητὲς καὶ ἄλλους πνευματικοὺς ἀνθρώπους) καὶ ἀπὸ ἐλεγμένα συγγράμματα, γιὰ τὶς σωτήριες ἀλήθειες τῆς Ὀρθοδοξίας μας, καθὼς καὶ γιὰ τὶς κακοδοξίες τῶν αἱρετικῶν, ὥστε νὰ εἴμαστε ἑδραιωμένοι στὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ ἂν χρειαστεῖ νὰ δίνουμε λόγο μαρτυρίας πρὸς τοὺς πλανεμένους συνανθρώπους μας. Καλὸς χριστιανὸς εἶναι ὁ συνειδητοποιημένος καὶ ἐνημερωμένος πιστός.